Πλοήγηση ανά Τόπο καταγραφής
Αποτελέσματα 218-237 από 732
-
Κούρτα την αχλαβού, 'ς πά' κάτου
(1951)Ερμηνεία: Κατάπιε το πλαστρόξυλο, ας πάει κάτω. Τόλεγαν σ' έναν που θύμωνε κι ήταν έτοιμος να πετάξει μια προσβλητική λέξη. Μη μιλάς, του λέγανε, κατάπιε το λόγο σου, για να μην έχουμε καβγά. Αχλαβού ήταν το μακρύ κυλινδρικό ... -
Κουπάν' dο τάνι, κουπάν' dα, πάλ' εν dάνι
(1951)Χτύπα το τυρόγαλο, χτύπα το, πάλι είναι τυρόγαλο (βούτυρο δε γίνεται) -
Κρομμύδιν τζο 'φαγα κι, να μυρίσει ο στόμας μου
(1951)Κρεμμύδι δεν έφαγα, για να μυρίσει το στόμα μου -
Κως του τζό ΄σει το σοικίκι μbαίνει σό π΄εζόν d΄ αμbάρι
(1951)Το χοινίκι που δεν έχει πάτο, μπαίνει στ΄ αδιανό τ΄ αμπάρι. Τόλεγαν για τους γέρους ή για κείνους που έχαναν τη δύναμή τους και δεν λογαριάζονταν. Σοινίκι ήταν το ξύλινο δοχείο που μετρούσαν το στάρι. Έπαιρνε ως 6 οκάδες. ... -
Λέ τι δανdάρε τζό 'χω, χωρίζει μό τα ξεράδε τσαί τρώ' τα
(1951)Λέει, δόντια δεν έχω, χωρίζει όμως τα ξερά και τα τρώει. Για κείνους που καμώνονται τον ανήμπορο, καταφέρνουν όμως μιά χαρά αυτό πού θέλουν. Πόντ. Δ.Π. 85: Δόντα 'κ' έχ' άμα κερέτζα μασά -
Μ' ονdαποίο μασαίρ' 'α φσάκ', 'α φσάξουν τζαι σένα
(1951)Μ' όποιο μαχαίρι θα σφάξεις, θα σφάξουν και σένα -
Μbαίνει 'ς τόϊναν dο 'τι, βgαίνει 'ς τε τ' άβου το τι
(1951)Μπαίνει από τόνα το αυτί,βγαίνει από τ' άλλο τ' αυτί.Όταν τα λόγια μας πάνε χαμένα. Μια φορά κάλεσαν στο χωριό μια γυναίκα,που είχε πάρει τον κακό δρόμο,και την ορμήνευαν.Ο θείος της της είπε τα πιο πολλά. Εκείνη στο τέλος ... -
Μbρό σου 'φκώνει χαλία, πίσου σου νοίζει γουΐα
(1951)Μπροστά σου απλώνει χαλιά, πίσω σου ανοίγει λάκκους. Γιά τούς διπροσώπους -
Μάρτης γδάρτης και παλουκοκαύτρης. Τα παληόβοϊδα τα γδέρνει και τις φράχταις τις ξεκάνει
(1925)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Μάρτης τσάρτης ξεγdειραίνει, Απρίλ' τουζdϊέζει
(1951)Ερμηνεία: Μάρτης γδάρτης ξεγδέρνει, Απρίλης γιατρεύει, δηλαδή όσα κρύα κάμει ο Μάρτης, ο Απρίλης τα διώχνει με την καλοκαιρία του -
Μανάδιφκο τζό 'φτασε, διπκό σερματϊέται
(1951)Μονό δεν έφτασε, διπλό σέρνεται. Όταν κανείς παθαίνει τη ζημιά διπλή, εκεί που θα την πάθαινε λιγότερη αν πρόσεχε -
Μαναχός του έψησ', έλμισε, μαναχός του έφαε
(1951)Μοναχός του μαγείρεψε, αλάτισε, μοναχός του έφαε