Πλοήγηση ανά Ευρετήριο πηγών
Αποτελέσματα 1496-1515 από 2168
-
Ότι να θωρής εγλιαίο 'ύρευγε στερλιέο. Κι' οτι θωρής βοριά, 'ια περίμενε χιονιά
(1963)Ακουστά έχω πως ήτονε κανένας τσεβδός = τραυλός, και τόλεεν ετσάιαδε = έτσιδα. Εγλιαίο = εγραίο, στερλιέο = στερεό -
Ότι να λείπ' ο κάτης α τη 'ωνιά, παίζουν οι ποdικοί τον αρμαδούρο
(1963)Δηλαδή, όταν λείπη ο αρχηγός κάνουν ότι θένε οι υποτακτικοί -
Ότι να μη φελά ο καραβοκιούρης, το ρίχνει το καράβ' όξω
(1963)Λέγεται για κακό νοικοκυριό για κακή διοίκηση -
Ότι να μήν έχη ο διάολος δουλειά, σκοτώνει τα παιδιά dου
(1963)Λέγονται, όταν δημιουργή κανείς απασχόληση, πού δεν ήτανε απαραίτητη, και καταλήγει να γίνεται ενοχλητική ή αφορμή γκρίνιας -
Ότι να παdρευτή κανείς δε bρέπει να χορεύγη, μόνου σακκί στο νώμο dου, κριθάρι να 'υρεύγη
(1963)Δηλαδή ο γάμος δημιουργεί ευθύνες, δεν επιτρέπει αμεριμνησία -
Ότι να φάς το φαϊ σου μοναχός, το τρώς μια βολά, κι' ότι να το δώσης, το τρώς πολλές βολές
(1963)Δηλ. το δώρο, η περιποίηση έχουν την ανταπόδοσή τους -
Ότι νακούς θυμό θεϊκό, σφάλμα τη bόρτα σου
(1963)Όταν αγριεύουν τα στοιχεία της φύσεως, να κλείνεσαι στο σπίτι σου. Λέγεται και μεταφορικώς σε περίπτωση κάθε μεγάλου κινδύνου -
Ότι πάθης, δε dο ξεπαθαίνεις
(1963)Ερμηνεία: Δηλαδή όταν πάθης κάτι κακό, άδικα πια στενοχωρείσαι, γιατί δεν είναι δυνατή η διόρθωση -
Όχι 'Ιάννης, μόνου Ιαννάκης
(1963)Ερμηνεία: Λέγεται όταν, ενώ δύο άνθρωποι υποστηρίζουν την ίδια άποψη, νομίζουν ότι υποστηρίζουν διαφορετική, ή το νομίζει ο ένας από αυτούς και τότε μπορεί να του το πη ο άλλος -
Όχι εδά ψόματα 'ν' εκείνη bούλεε, bως, αν είχε νερό, ήθελε να λυοθυμήση
(1963)Συνοδεύεται από κείμενο... -
Όχι εδά ψόματα 'ν' εκείνος, πούσφαζε dη νύχτα τσι εροdόβουδοι κι εδούλια dην ημέρα, τα δαμάλια
(1963)Λέγεται, όταν κάποιος προσποιείται τον άπραγο, τον αγνό, το φοβιτσιάρη, ενώ είναι το αντίθετον -
Όχι εδά ψόματα 'ν' η σκεπαρνοκομμένη!
(1963)Απο παραμύθι Λέγεται για φόβο αβάσιμο, παραμύθι = από ανέκδοτη συλλογή μου -
Όχι εδά ψόματα ΄ναι πως ήβαλεν η ΄υναίκα το διάολο μες στο bοκάλι
(1963)Ήτονε, λε, ένας ψαράς κι εψάρευγεν ένα διάστεμα και δεν ήπιανε ψάρια καθόλου. Μιαν ημέρα, λε΄, ήσυρε dο δίχτυ κι΄ ήτονε μέσα ΄να bοκάλι. Λέει, χμ ! Ψάρια ΄φτα ! Τέλος πάdω πιάνει και ξεβουλώνει το bοκάλι και πεθιέτ΄ όξω ...