Αναζήτηση
Αποτελέσματα 51-60 από 91
Ξεφτερίζομαι
Σημείωση: Χάνω τα φτερά μου...
Ερμηνεία: Πτωχεύω: “εξιφτερίστηκα τέλλεια εκιόν”...
Και ξιφτερισμένος, ο πένης (761, 60 αυτόθι)...
Ερμηνεία: Πτωχεύω: “εξιφτερίστηκα τέλλεια εκιόν”...
Και ξιφτερισμένος, ο πένης (761, 60 αυτόθι)...
Ξιφτώ, ξιφτίζω
Ερμηνεία: Χρεωκοπώ, γίνομαι πτωχός, κηρύττω πτώχευσιν : “(ο φίλος μας) εξίφτησεν” και “(ο φίλος μας) εξίφτησεν τα” δηλαδή επτώχευσεν...
Αδεμασελλαν του σσύλλου
(1920)
Ερμηνεία: Επί των αδιακρίτων και αναισχύντων...
Πόθθεν έν τό μαρουλλάτζιν; - Εμ 'πό τούτον το τζηπάτζιν
Ερμηνεία: δια τούς καταγομένους από χαμερπή οικογένεια και αγενή...
Γενιάν γύρευκε τζ' έννοιαν μεν έσεις
(1920)
Σημ. Οι Κύπριοι δίδουν μεγάλην σημασίαν εις την οικογενειακήν υπόληψιν και τιμήν...
Ο μπαστάρντος εγεννιέτουτ τ' η ματσούκα θελτζέτουν
(1930)
Δεικνύεται η πονηρία του νόθου, όστις θεωρείται διαβολικόν πλάσμα και η πρόνοια, η οποία λαμβάνεται διά την τιμωρίαν του διά τας κακάς πράξεις του...
Πάσκασε, καλόηρε, jαι πάλε φα' κρομμύδιν
(1930)
Ερμηνεία: Επί των απόρων των τρεφομένων με την ιδίαν ευτελή τροφήν και μη δυναμένων ν' αγοράσουν κάτι καλύτερον...
Εν έμεινεν η ζεύλα μου χαμαί
(1920)
Λέγεται όταν τις δυσαρεστηθή με άλλον και σημαίνει, ότι, αν δυσαρεστηθή ο Α. μαζί μου, δεν εστερήθην κανενός βοός, ώστε να λυπηθώ ότι θα μείνει αργή ή γεύμα μου ήτοι η εργασία της σποράς μου, η οποία θεωρείται η σπουδαιοτέρα εργασία. Εκ της...
Πάνω στηγ κόντραν εβλάστησεμ μιμμίτιν
(1930)
Ερμηνεία: Επί επανειλημμένων κακών ή ατυχημάτων, ατυχήματος επί ατυχήματος, το μιμμίτιν= πληγή προερχομένη ιδίως από φλεγμονήν ή και μόλυνσιν...
Ωσπού να πή ο αλουπόν πάου, πάου την βούνναν της εσσίσαν την
(1920)
Σημειώση : αλούπος = αλώπηξ. Βούνναν = γούναν, Ερμηνεία :Επί των αμαχώ,ν, οι οποίοι καταβάλλονται υπό των ισχυρών και επικινδύνων αντιπάλων...