Αναζήτηση
Αποτελέσματα 4691-4700 από 4714
Τη μερμήκαν είπαν άτεν “πόσα οκάδας έρχεσσαι;”, “Σεράντα πατμάνια”, είπεν, “Αΐκον ψέμαν πα γίνεται;”, είπαν άτεν, “Εγώ με τ' εμόν το καντάρ' εξύχτα”, είπεν
(1931)
Είπαν στο μερμήγκι “πόσες οκάδες είσαι;”, “σαράντα πατμάνια” είπε, “γίνεται και τέτοιο ψέμα;” του είπαν, “Εγώ με το δικό μου το καντάρι ζυγίστηκα” είπε...
Αλλού πα' ο γάαρος τσ' αλλού ο Κωνσταντής
(1934)
Επί των ανικάνων και ως ονηλάται ακόμη να επιτύχουν εις την ζωή των. Ο πατήρ ενός νεανίσκου εν Καρπ. Λέγεται ως επαναλαμβάνων την φράσιν ταύτην δια την αδεξιότητα του υιού του να οδηγή φορτωμένον όνον εις τον προορισμόν του. Εκ τούτου διεδόθη η...
Ασ σου εξέβεν ας σο κουμούδ' ν έθε είπεν πθού όθεν εξέβαι !
(1931)
Αφού βγήκε κτπλ....
“Το κάστανο εξέβε ας σο τζε πλ' ν άθε και 'φτου κι απόθεν εξέβα! Είπεν”...
“Το κάστανο άντα εξέβε ας σο κουμούδ, εκλώστεν έφτυσεν α” (όταν βγήκε κλπ)...
“Το κάστανο έβγε αφ' το χινίδι κ' επεριγέλασεν το” (χινίδι = κουμούσι, το ακανθώδες κέλυφος του καστάνου)...
“Το κάστανο εξέβε ας σο τζε πλ' ν άθε και 'φτου κι απόθεν εξέβα! Είπεν”...
“Το κάστανο άντα εξέβε ας σο κουμούδ, εκλώστεν έφτυσεν α” (όταν βγήκε κλπ)...
“Το κάστανο έβγε αφ' το χινίδι κ' επεριγέλασεν το” (χινίδι = κουμούσι, το ακανθώδες κέλυφος του καστάνου)...
Απόψε με τον κυρ βορριά στο δώμα κι αύριο με τον άγγουρο στο στρώμα
(1938)
Βλ. διηγ. 1161...
Ήτονε μια φορά μια γριά κι ήθελε παντρειγιά. Ο γυιός της της λέει : Ανευ ξεματίσης τρία μουζούρια κουκιά στο στρώμα με τον κακό βορριά, θα σε παντρέψω. Παίρνει αυτή τα κουκιά σαν εβράδιασε και βγήκε στο δώμα κι ετυραννιούντονε ώρες να ξεματίση ένα...
Αικατ. Μαλαβάνη από χρόνων Τοπόλια...
Ήτονε μια φορά μια γριά κι ήθελε παντρειγιά. Ο γυιός της της λέει : Ανευ ξεματίσης τρία μουζούρια κουκιά στο στρώμα με τον κακό βορριά, θα σε παντρέψω. Παίρνει αυτή τα κουκιά σαν εβράδιασε και βγήκε στο δώμα κι ετυραννιούντονε ώρες να ξεματίση ένα...
Αικατ. Μαλαβάνη από χρόνων Τοπόλια...
Μην ξανοίγης τη σκιανιά σου οντό βγαίνει ο ήλιος, το μεσημέρι την ξάνοιγε άπου 'ναι κούντουρη
(1938)
Το λέω στους φαντασμένους, που φουσκώνουν για ασήμαντα και πρόσκαιρα πράγματα, σκιανιά = σκιά, κούντουρη = μικρή, κοντή...
Ο λύκος κι' αν εγε΄ρασε κι' άλλαξε το μαλί του, μήτε τη γνώση τ' άλλαξε μήτε την κεφαλή του
(1937)
Την έλεγαν, όταν κανείς έφθανε εις ώριμον ηλικίαν και εξηκολούθει να είναι ο ίδιος...
Ο λύκος έχει το σβέρκο χονδρό γιατί κάνει τη δουλιά του μόνος του
(1936)
Σημείωση: Για να γίνη μια δουλιά μας καλή πρέπει να ανακατευτούμε οι ίδιοι και να μην αναθέσουμε σε άλλους που δεν θα έχουνε το ίδιο ενδιαφέρον...
Την κάταν είπαν άτεν το σκατό σ' μούσκον εν κ' εκείνε πα εχτάλεψεν κ' εφόσιξεν άτο
(1931)
Είπαν 'ς τη γάτα η ακαθαρσία σου είναι μόσκος, κ' εκείνη έσκαψε και την έχωσε...
Επί του αγερώχως αρνουμένου την σύμπραξίν του ζητηθείσαν ή του μωρώς νομίζοντος πράγμα τι αυτού σπουδαίον μηδενός άξιον...
Επί του αγερώχως αρνουμένου την σύμπραξίν του ζητηθείσαν ή του μωρώς νομίζοντος πράγμα τι αυτού σπουδαίον μηδενός άξιον...
Κι θα έρχουσνε, σύντεκνε, κι ας τ΄έρθες πα, καλώς όρισες ή καθ΄κα ας τρώγομε
(1939)
Ερμηνεία: Λέγεται με κάποιο στωικισμό σε ατυχήματα που μας συμβαίνουν, για να συστήσουν υπομονή κ΄εγκαρτέρηση, ή όταν περιμένουν αγόρι και γεννιέται κορίτσι...
Κι θέλ' άτον κι παίρν' άτον, κυλίξ' τ' άτον ας έρται
(1939)
Δεν τον θέλω, δεν τον παίρνω, κυλάτε τον κ' ας έρθει...
Ανάλογο με το: Τραβάτε με κι ας κλαίγω, για την ίδια έννοια χρησιμοποιούσαν και την τούρκικη παροιμία: Ιστεμέμ, ιστεμέμ, τζεπιμέ κόϊ = Δε θέλω, δε θέλω, βάλ' το στην τζέπη μου...
Ανάλογο με το: Τραβάτε με κι ας κλαίγω, για την ίδια έννοια χρησιμοποιούσαν και την τούρκικη παροιμία: Ιστεμέμ, ιστεμέμ, τζεπιμέ κόϊ = Δε θέλω, δε θέλω, βάλ' το στην τζέπη μου...