• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) 
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
  •   Αρχική σελίδα
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Πλοήγηση Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας ανά Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη) "Παράδοση ΜΕ"

  • 0-9
  • A
  • B
  • C
  • D
  • E
  • F
  • G
  • H
  • I
  • J
  • K
  • L
  • M
  • N
  • O
  • P
  • Q
  • R
  • S
  • T
  • U
  • V
  • W
  • X
  • Y
  • Z
  • Α
  • Β
  • Γ
  • Δ
  • Ε
  • Ζ
  • Η
  • Θ
  • Ι
  • Κ
  • Λ
  • Μ
  • Ν
  • Ξ
  • Ο
  • Π
  • Ρ
  • Σ
  • Τ
  • Υ
  • Φ
  • Χ
  • Ψ
  • Ω

Ταξινόμηση κατά:

Σειρά:

Αποτελέσματα:

Αποτελέσματα 1-20 από 23

  • κείμενο
  • χρόνος καταγραφής
  • ημερομηνία υποβολής
  • αύξουσα
  • φθίνουσα
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
  • Ο Θρύλος του Κάϊν

    Αγαπητή “Νέα Εστία”. Ο κ. Γιάννης Σταυρακάκης γράφει στο προηγούμενο τεύχος σου, οτι οι Κρητικοί νομίζουν πως η λέξη “Κάης” παράγεται από το “καίω”. Αυτό είναι λάθος, γιατί οι Κρητικοι (τουλάχιστον του νομού Ηρακλείου) με το Κάης εννοούν τον Κάϊν, γυιό του Αδάμ. Εννοούν όμως με το “Κάης” τον μαύρο, από τον εξής θρύλο : Όταν ο Κάϊν σκότωσε τον Άβελ, πήγε σε κάποιο ποτάμι να πλύνη τα χέρια του από τα...
    

    Φαλκωνάκης, Γιάννης (1937)
  • Ο Λωτ φεύγει από την Πεντάπολη

    Επήγεν ο Αβράμ με τσι τρεις αγγέλους κι ευρήκανε μόνο το Λωτ δίκαιο στην Πεντάπολη και του λένε: “Να πάρης τη γυναίκα σου και τα παιδιά σου και τα οζά σου να φύγης από πα και να μην ξανοίξετε οπίσω σας ότι γκιάν ακούσετε. Εμισέψανε οι αθρώποι και ντελόγο ήρχιξε κι ήβρεχε ο θεός φωθιά κι απύρι κι ήκαιγε την Πεντάπολη. Η γυναίκα του Λωτ περίεργη δεν εμπόριενε να βαστάξη να μην ξανοίξη και σκύφτη και...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Η Χαχάμ'ς γιό Ιβραίος μι τουν Πατριάρχ' του δικό μας μαλώνανι για τη θρησκεία dους. Η χαχάμ'ς ήλεγε : - Θ'κη μας η θρησκεία είνι καλή. Η Πατριάρχ΄ς : - Η δ'κή μας. Η βασιλιάς Σουλτάν αγαπούσι τις Χριστιανοί κι 'ιπέμ'νι κι αυτός πως η δ'κη θρησκεία είνι καλή. Λέει γι' Οβριαίος χαχάμ΄ς στο βασιλιά : - Ενώ 'νι δυνατή η θρησκεία dουν, να μας τ΄αποδέιξ. - Να πή κείνο το βουνό να κατίβη φωνάξανι τ' bατριάρχ'... 

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940)
  • Ο Χριστός και το ξύλο της αμαρτίας

    Ήρθε καιρός να σταυρωθή ο Χριστός. Που να τόνε σταυρώσουνε, που να μην τόνε σταυρώσανε; Λένε οι – γι- Οβραίοι: «Δεν παίρνομι, μωρέ παιδιά, το αμαρτωλό ξύλο απού ‘χει ο Σολομών φυλακισμένο; - Παίρνουμιν το; - Παίρνομίν το. Πάνε κιόλας και το παίρνουνε και σταυρώνουνε το Χριστό. Έτσι ήλιωσεν κι η αμαρτία του Λώτ, απού σταυρώθηκεν ο Χριστός στο ξύλο απάνω. [Βλ. Παραδόσεις ΜΕ Χ 116213 Ο Σολομών και το...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Το τίμιο ξύλο

    Ήτανε ένας Μανώλ'ς. Ήτανε κλέφτης, αλλά έκανε καλωσύνες πολλές. Πάdρευε τις φτωχές. Γινόdαν τιπτίλ' κι δεν dον έπιανι μολύβ. Είχ' ένα bερbέρη που τον bιστεύγουdαν κι πήγαινι στα λιμέρια τ' κι τον bαρbερ'ζι. Οι Τούρκοι συννενοηθούκαν μαζί τ' οτι κείν' dην ώρα π' εγώ θα dον αλείψου σαπ'νάδα για να ξυρ'στή, κείν' dην ώρα ο Μανώλ'ς θα βγάλη το τίμιου ξύλου, για να dον πιάσ' το ξυράφ'. Μι το bαλdά του...
    

    Λουκάτος, Δημήτριος Σ. (1940)
  • Μια φορά 'τονε μια γυναίκα κι εγρίκανε κάθ’ αργά τα πετεινά του ουρανού οντόν εφωνιάζανε. Μα η γυναίκα αυτή δεν ήβγαινε ποτέ τζης όξω να κάτση στη γειτονιά καταλαλή με τσ’ άλλες νοικοκεράδες. Αυτή εδούλευγε μέρα νύχτα, σκόλη καματερή κι ίντα κάνανε οι - γι - άλλες νοικοκεράδες δεν την ήγνοιαζε. Όλες οι γειτόνισσες τση το λέγανε κάθα μέρα. “Μπρε γιάντα δε βγαίνεις και του λόγου σου να κάτσης μετά μας;... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Μια φορά εταξίδευγεν έναν καράβι και ήτονε μέσα μια γυναίκα αγαστρωμένη. Μεσοπέλαγα την πιάνουνε οι πόνοι και κάνει το κοπέλι. Η γυναίκα φοβήθηκε να μην τζη ποθάνη κι εστενοχωρήθηκε που ’θελα να ποθάνη αβάφτιστο. Ένας Τούρκος ήτονε κειά και τση λέει: “Ίντα στενοχωράσαι, μπρε γυναίκα, εγώ δα σου το βαφτίσω”. Παίρνει ο Τούρκος το κοπέλι και βουτά το τρεις φορές στη θάλασσα και λέει: «βαφτίζεται ο δούλος... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Ο παπάς με το περιστέρι στον ονώμο

    Μια φορά ήτονε ένας παπάς δίκαιος και καλός και κάθα που ’θελα λειτρουγά εθώριενε η παπαδιά έναν περιστέρι κι εκάθουντονέ στον νώμο του παπά. Μιαν αργατινή ήτυχε να πιη ο ευλοημένος μιαολιά περίσσο κρασί κι εζαλίστηκε κι ήθεκε στην αυλή ντου κι εκοιμήθηκε. Τη νύχτα πήγεν η γειτόνισσα και τον ήβρηκε. Αυτός εθάρριενε πως ήτονε η παπαδιά ντου κι ήκαμε μαζί τζης. Την άλλη μέρα πάει πάλι ο παπάς στην εκκλησά...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Μια φορά ήτονε πάλι μια κι ήκουε κι αυτή τα πετεινά του ουρανού. Μιαν ημέρα επερνούσανε ένα φυλακισμένο να πα τόνε ρεστάρουνε και δε λέει η καλότυχη «ε τον κακομοίρη και γιάντα τόνε πάνε στη φυλακή», μόνο λέει «καλά του κάμανε». Πάει αργά θέτει, ανιμένει ν’ ακούση τα πετεινά του ουρανού να φωνιάζουνε, πράμα! 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Μια φορά ο Άρειος ήθελε να μπη στο συλλείτρουγο να λειτρουήση κι αυτός με τον πατριάρχη των ορθοδόξω. Αυτοί δεν τον εθέλανε. Πάει αυτός και βρίσκει το ζαμπίτη κι ο ζαμπίτης τώσε λέει: - “θα βάλετε και τον Άρειο στο συλλείτρουγο”. Σαν τό 'πενε ο ζαμπίτης ίντά ’θελα κάμουνε; Την άλλην ημέρα ήθελα λειτρουήσουνε μαζί με τον Πατριάρχη. Ο Πατριάρχης τη νύχτα ήκαμε την προσευχή ντου και είπε: “θε μου, κιά... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1939)
  • Ο Παχούμιος και ο Μουχαμέτης

    Μια φορά ο Παχούμιος επήγαινε να γενή δεσπότης. Ο διάβολος το μυρίστηκε και δεν ήθελε να τον αφήση. Γίνεται ως; είδος άνθρωπος και πάει στο δρόμο και τόνε βρίσκει. “Μπρε πού πας, κουμπάρε; - Ίντα σε γνοιάζει του λόγου σου που πάω εγώ; - Ε ρωτώ, Ίντα δα χάσης πως δα μου πης κι εμένα που πας;” Συβάζει τονε και του λέει: “Πάω να γενώ δεσπότης. - Ντα εκάμανε άλλο μόνο γιάγειρε”. Δεν εφρουκάστηκε αυτός...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Η Σολομωνική

    Μια φορά ο Σολομών είχενε ένα δούλο. Τον εκαλοτάιζε, τον εκαλοπότιζε κι αυτός ίδια πως τον εγλείφανε οι σκύλοι. Μιαν ημέρα τόνε καλεί ο Σολομών και του λέει: “Μα δε μου λες, μωρέ, ίντα ’χεις κι είσαι σαν τον σκύλο; Εγώ σε ταΐζω, εγώ σε ποτίζω, ίντα γίνουνται κειανά που τρως; - Ίντα, να σου λέω, αφεντικό; Ένας διάβολος έρχεται και μου βυζάνει το μικρό δαχτυλάκι μου και πίνει το αίμα μου και για κειονά...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Μια φορά πηγαίνουνε οι δεσποτάδες να κάμουνε σύνοδο. Εκλούθανε κι ο Σπυρίδωνας γηραλέος με τον υποταχτικό ντου. Οι άλλοι τον είχανε για ανεμπαίγνιδο, και δεν εθέλανε να πηαίνη μαζί ντως. Φτάνουν σ’ ένα χάνι και ξωμένουνε. Την ταχινή νύχτα, νύχτα σκώνουνται οι άλλοι και του σφάζουνε τσι γαιδάρους κι απόκειας μισεύγουνε. Ξυπνά την ταχινή κι ο ευλογημένος ο Σπυρίδωνας και πέμπει τον υποταχτικό ντου να... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1939)
  • Οι τρείς παίδες

    Μια φορά ’τονε ένας βασιλιάς και του ’πενε ο μοιράρης πως δα κάμη τρία παιδιά κι απόκειας δα ποθάνη. Κι αυτός ήβαλε με το νου ντου «Εγώ θα κάμω δεκαπέντε χρόνους να πάω με τη γυναίκα μου να κάμω ένα παιδί. Κι απόι μετά άλλους δεκαπέντε χρόνους δα ξαναπάω να κάμω άλλον ένα και μετά άλλους δεκαπέντε να κάμω και το άλλο». Κάνει το κιόλας ετσά. Στσι δεκαπέντε χρόνους απάνω πάει με τη γυναίκα ντου και...
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Μια φορά ’τονε ένας πνεματικός κι εγύριζε στα χωριά κι εξομολόγανε τσ’ αθρώπους. Ήσυρνε μαζί ντου ένα ντεληκανηδάκι και του βάστανε τα χαρθιά. Μιαν κοπανιά επήγανε σ’ ένα χωριό κι επήγε μια γυναίκα να ξεμολοηθή. Το ντεληκανηδάκι κάθουντονέ απόξω κι ο παπάς εμπήκε μέσα κι εξομολόγανε τη γυναίκα. Εσταθήκανε ομπρός στην πόρτα και το ντεληκανηδάκι τσι θώριε, μα δεν ήκουε ίντα λέγανε. Κάθα λίγο ήθελα δη... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Ο Αβράμ ποτέ δεν ήτρωε ψωμί α δεν ήθελα βρη ξένο άθρωπο να τόνε κάτση στο τραπέζι ντου να φάνε μαζί. Μιαν κοπανιά δεν ηύρισκε ξένο να τόνε πάη στο σπίτι ντου κι εκάθουντονε τρεις μέρες στο δρόμο νηστικός κι ενίμενε να περάση κιανείς να τόνε πάρη.Μιαν κοπανιά θωρεί τρεις νέους κι ήρχουντανε από πέρα και τώσε λέει: “Ε, ντεληκανήδες, περάσετε από το σπίτι μου να φάμε μαζί”. -” Ε να ’ρθουμε, κουμπαριό”.... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Ο Μουχαμέτης ήτονε βούκολος στην αγίαν Κατερίνα, στο Σινά κι ήβλεπε τα ζούμπερα του μοναστηριού. Εκειά που κοιμούντονε τον είδανε οι καλογέροι κι εκατέβαινε ένας αετός και του ’κανεν αέρα. Σαν εξύπνησεν πάνε οι καλογέροι και λέσιν του «Εμείς δα κάμωμε παρακάλεση να γενής μεγάλος άθρωπος, μόνο να μάσε κάμης μιαν απόδειξη, πως θα υποστηρίξης το μοναστήρι». Εκείνος δεν εκάτεχε να ’πογράψη κι εμούζωσε... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Tα δώρα των άτεκνων

    Ο νόμος ο Εβραϊκός δεν εδέχουντονε στην εκκλησία τα δώρα των ατέκνων ή τα ’παιρνε τελευταία, άμα έπαιρνε ολωνώ των αλλωνώ. Ο Ιωακείμ επήγε μιαν ημέρα πρώτος το πανιέρι ντου στην εκκλησία. Ο κουνιάδος του ο Ζαχαρίας εφούσκωσε και του ’καμε μια μοτσαδούρα απού ’τονε η γι εμισή περίσση. “Δεν εφοβήθηκες, μωρέ, το θεό να μου φέρης πρώτος το πανιέρι σου; Όξω ντελόγο”. Και βγάνει τόνε όξω από την εκκλησά....
    

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Ο Πτολομαίος ο βασιλιάς ήθελε να κάμη ένα γυάλινο παλάτι να μείνη τ’ όνομα ντου αθάνατο. Εκάλεσε το σύμβουλό ντου και το ’πε και λέει του αυτός: “Το γυάλινο παλάτι, θα περάση κιανείς βασιλιάς να το σπάση και δα σβήση πάλι τ’ όνομά σου. Σα θες ν’ απομείνη κιόλας το όνομά σου αθάνατο να καλέσης εβδομήντα έλληνες και εβδομήντα εβραίους να τσι βάλης σε εβδομήντα κάμερες να μεταφράσουνε την Πεντάτευχο... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • Ο Σολομών ήτονε περίσσα γυναικάς, όπου ’θελα δη μιαν καλή την εκυνήγανε. Μιαν κοπανιά είδενε μιαν όμορφη γυναίκα και τση ’καμε το νόημα να τόνε δεχτή. Η γυναίκα ήτονε τίμια κι ήθελε να τόνε ξεγιβεντίση και λέει του: “Να σου ρίξω ένα σκοινί να δέσης έναν κοφίνι να μπης μέσα να σε σύρω απάνω. Δένει κιόλας το κοφίνι, μπαίνει αυτός μέσα και τον ήσυρε ίσαμε τη μέση κι απόι ήδεσε το σκοινί στα σίδερα του... 

    Λιουδάκη, Μαρία (1938)
  • «
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμεναΑυτό το ΑρχείοΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.