• Ελληνικά
    • English
  • Ελληνικά 
    • Ελληνικά
    • English
  • Σύνδεση
Αναζήτηση 
  •   Αρχική σελίδα
  • Αναζήτηση
  •   Αρχική σελίδα
  • Αναζήτηση
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Αναζήτηση

Προβολή προηγμένων φίλτρωνΑπόκρυψη προηγμένων φίλτρων

Φίλτρα

Χρησιμοποιείστε φίλτρα για να περιορίσετε τα αποτελέσματα αναζήτησης.

Αποτελέσματα 31-40 από 57

  • Επιλογές Ταξινόμησης:
  • Συνάφεια
  • Τίτλος Αυξ.
  • Τίτλος Φθιν.
  • Ημερ. Υποβολής Αυξ.
  • Ημερ. Υποβολής Φθιν.
  • Αποτελέσματα ανά σελίδα:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Μια φορά την ημέραν της εορτής της Μεταστάστεως του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (26 Σεπτεμβρίου) καθ’ ην η εκκλησία επιβάλλει αργίαν, ως ένα χωργιό ετρυγούσαν τ’ αμπέλια, διότι ο καιρός ήτο βροχερός και ο τρύγος δεν έπαιρνε αναβολή. Ο Άϊ Γιάννης όμως δεν εσυγχώρησε την αμαρτίαν και για τούτο έσπασε της κάδαις και εχύθη ο μούστος. Δια τούτο ο Αγίος Ιωάννης της ημέρας εκείνης (διότι είναι πολλοί Αϊ – Γιάννηδες) ωνομάσθη Σπασοκάδης και τηρείται αυστηρά αργία. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Κατά παράδοσιν, κάθε άνθρωπος έχει στον δεξιόν ώμον του ένα Άγγελον και στον αριστερόν ένα διάβολον. Και ο μεν Άγγελος γράφει τας καλάς πράξεις, ο δε διάβολος τας κακάς. Εις την δοξασίαν ταύτην του λαού υπόκειται ο εξής μύθος. Μια φορά ένας στρατολάτης, (οδοιπόρος) έχων τους δύο ανωτέρω μνημονευθέντας εις τους ώμους του, εκάθησε να φάη και δεν έκαμε το σταυρό του. Ο διάβολος είπε του αγγέλου, «αυτόν θαν τον πάρω ‘γώ». Ο άγγελος του είπε, άφησε ν’ αποφάη και αν δεν κάμη και τότε το σταυρό του, πάρτονε, γιατί ίσως να είχε σκοτούραις και ναν τ’ αλησμόνησε να κάμη το σταυρό του. Καλά είπε ο διάβολος. Εκείνος, άμα απόφαγε, όχι μόνον δεν έκαμε το σταυρό του, αλλά εσήκωσε το πόδι του και έκαμε έναν πόρδο. Τότε του λέει ο Άγγελος «πάρτονε» «Πάρτον και ‘σύ» του λέει ο διάβολος. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Οι Καλικάντζαροι, κατά την λαικήν πεποίθησιν, είναι οι δαίμονες, οίτινες ειδικώς αναφαίνονται κατά τας εορτάς της του Χριστού γεννήσεως. Απο τότε μέχρι της βαπτίσεως του Χριστού (των Φώτων), περιφέρονται ελεύθεροι και κατουρούν είς όσα αγγεία εύρουν ανοικτά ή ασκεπή και δια τούτο αι γυναίκες σπεπάζουν ή αναποδογυρίζουν τα τεντζέρια και σκεπάζουν τα δοχεία του νερού, ποτήργια κ.τ.λ. Επίσης οι Καλικαντζάροι κατουρούν εις την θάλασσαν και δια τούτο κατά το διάστημα τούτο, τα δωδεκάημερα, δεν τρώγουν οι άνθρωποι ψάργια. Κατά την παιδικήν μου ηλικίαν τα ψάργια κατα τας ημέρας εκείνας έμενον αζήτητα ή αγοράζοντο μόνον υπό των Καθολικών το θρήσκευμα, ή των νουνεχών ορθοδόξων. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1926)
Thumbnail

Όποιος είναι ηναγκασμένος να περιπατή την νύκτα, μακράν των πόλεων ή των χωρίων πρέπει να λέγη το «Πάτερ ημών» και τότε δεν τον πλησιάζουν η Νεράϊδαις, καθώς και όταν ανάψη φωτιά (Σπίρτο ή τσιγάρο). Δια τούτο πολλοί στρατολάταις έχουν απάνου τους τσακμάκια (πυρόλιθον και ίσκαν) και τσακουμακίζουν όταν περνούν ύποπτα μέρη, δηλ. λαγκάδια, στενωσαίς, ρουμάνια (σύδενδρα μέρη), πλησίον σπηλαίων κ.τ.λ. Όποιος αναγκάζεται να περνάη συχνά την νύκτα από Σταυροδρόμια, πρέπει να φτιάνη μια ροκούλα με βαμπάκι και ναν την βάνη, εκεί που περνάνε η ανεράϊδαις, για ναν την πέρνουνε. Τότε δεν τους πειράζουν. Πιστεύεται ότι όταν κανείς πατήση σε τάβλα και σπάση η τάβλα και σπάση και το πόδι του, ότι επάτησε στο τραπέζι των Νεράϊδων που ‘τρώγανε. Η νεράϊδες κάνουν και μακρυνά ταξείδια και πηγαίνουν και ανταμόνουνται με άλλαις και γλεντάνε. Όταν κάνουν τα ταξείδια τους, προ πάντων το καλοκαίρι, σηκώνουν τον κουρνιαχτό ‘σά σύγνοφο, και όπου περάσουν κάνουν καταστροφή ιδίως εις τα σπαρτά και τα πρώϊμα αραποσίτια, και όποιον απαντήσουνε τον βαρούν. Μια φορά επερνάγανε από ένα αραποσιτο – αραποσιτοχώραφο και εκεί ήυρανε ένα παιδί που το φύλαγε και το εκουτσάνανε. Οι γοναίοι του παιδιού εκάμανε τα μύργια για ναν το γειάνουνε αλλά δεν εμπορέσανε με τους γιατρούς και για τούτο εκαταφύγανε στις μάγισσαις. Μια απ’ αυταίς της εσυμβούλεψε να πάνε να βάλουν το παιδί εκεί που έπαθε απάνου στο χρόνο και όταν ιδούν το σύγνοφο του κουρνιαχτού, που θα περνάνε η νεράϊδες να έχουν έτοιμη μια γαλατόπηττα και να ειπούνε: «Ελάτε, Κυράδες μου, να φάτε την πήττα που σας εφτιάσαμε και γειάνετε το παιδί μας, γιατί δεν έχουμ’ άλλο.» Έτσι κι όλας τα εκάμανε αυτά που τοις είπε η μάγισσα και όταν επέρασε το σύγνοφο του κουρνιαχτού και ακούσανε η νεράϊδες την παρακάλεσι των γονιών του παιδιού, έσκυψε μία και ετράβηξε από το πόδι του παιδιού μια αραποσιτοκαλαμιά που του είχανε βάλει εκεί η ανεράϊδαις όταν επρωτοπεράσανε από ‘κεί τον περασμένο χρόνο και αμέσως έγειανε το παιδί κ’ επήγε στο χωργιό περπατώντας. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Την 2 Ιουλίου, η εκκλησία εορτάζει την εν Βλαχέρναις κατάθεσιν της εσθήτος της Θεοτόκου και διατάσσει αργίαν. Την ημέραν εκείνην σ’ ένα χωργιό, επειδή επαράγειναν τα στάργια και είχαν και ανάγκην ψωμιού, εθέριζαν και αλώνιζαν. Η Παναγία τιμωρούσα την ασέβειαν, έκαψε θα θερισθέντα δεμάτια και δια τούτο ωνομάσθη Καψοδεματούσα και οι χωρικοί δεν εργάζονται έκτοτε. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Όταν ο Θεός έφτιασε τογ κόσμο, επήγε ο διάβολος και τον επαρακάλεσε ναν τον αφήση να φτιάση και αυτός ένα ζώον. Αφού έλαβε την άδεια, έφτιασε τηγ Καμήλα, ένα ζώο μεγαλείτερο από εκείνα πώφτιασ’ ο Θεός και τον επαρακάλεσε ναν τη ζωντανέψη γιατί ο διάβολος δεν είχε τέτοια δύναμι. Ο Θεός άμα την είδε, την εζωντάνεψε και της είπε: «Έλα και συ λιανοπόδαρη, αργοκίνητη, μακροκέφαλη, στραβολαίμα, καμπούρα». Και από τότες η Γκαμήλα περπατάει αργά, έχει στραβό λαιμό και είναι και καμπούρα. [Γκαμήλα= Ως και εν τοις πρόσθεν ειρήται, η Καμήλα έγεινε Γκαμήλα εκ της προσθήκης του ν. της αιτιατικής, τηγ Καμήλα, όπως δια τον αυτόν λόγον έγηνε το τουφέκι ντουφέκι, η Πιστόλα, μπιστόλα, η πουγάνα μπουγάνα, η ουρά νουρά κ.τ.λ. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Ο κόκκορας φυλάει την τιμή του σπιτιού και όταν νοιώση ότι η Κυρά του κάνει άχρεια πράματα, φωνάζει ''Κικκίκου'' ήγουν ''η Κυρά μου παραστρατίζει''. Ο γειτονικός κόκκορας που τ'ακούει, απαντάει : <Ο γειτονικός κόκκορας που τ'ακούει, απαντάει : <Κι η δική μου!> Το ίδιο λένε ούλοι οι κοκκόροι της γειτονιάς, αδιάφορο άν το κακό γίνεται απ'την Κυρά και με τον άντρα της ακόμη! Η πάππιαις ορκίζονται, ως γυναίκες, ότι πα-πα-πα, ήγουν τέτοιο πράγμα δεν έγεινε. Η χήναις λένε: σσσσσσσ, ήγουν σιωπή να μη μαθαίνη ο κόσμος τι γίνεται στο σπίτι. Και ο γάλλος (πουλί) λέει : ούλ-ούλ-ούλ, δηλ. Ούλαις το κάνουνε. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1926)
Thumbnail

Μιαν άλλη φορά πάλε εζήτησε ο διάβολος την άδεια από το Θεό να φτιάση ένα ζώο καλλίτερο από το βόϊδι και άμα έλαβε την άδεια, έφτιασε το βουβάλι, δυνατότερο απ’ το βόϊδι και με πλέον δυνατή φωνή, που να τρέμη ο τόπος όταν φωνάζη και με ολόρθα κέρατα και γυρισμένα μπροστά, για να νικάη τα άλλα ζώα. Άμα το είδε ο Θεός και το εζωντάνεψε του είπε: «Έλα και συ μωρέ βουβέ, αλαφροπάτη, και πισωκέρι». Και για τούτο το βουβάλι είναι βουβό, ώστε μόλις ακούγεται όταν φωνάζη, πατάει αλαφρά και έχει τα κέρατα απάνου από το σβέρκο του, για να μη μπορή να κερατίση κανένα ζώο, ή άνθρωπο. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Της γρηάς της λένε λαδικά δι’ αιτίαν τοιάυτην. Μια φορά ένα καΐκι εταξείδευε για να πάη με προσκυνητάς στην πανήγυριν του Αγίου Διονυσίου εις Ζάκυνθον. Μεταξύ των προσκυνητών παρουσιασθή και μια γρηά μ’ ένα λαδικό στο χέρι και εζήτησε να επιβιβασθή δια να υπάγη να προσκηνήση τον Άγιο και ναν του πάη και λάδι με το λαδικό της. Μόλις ανεχώρησε το καΐκι, μετ’ ολίγον ηγέρθη φοβερά τρικυμία και εκινδύνευε το καΐκι να βυθεσθή αύτανδρον. Τότες ένας αληθινός Χριστιανός εδεήθη στον Άγιον και τον παρεκάλεσε, όποιος είναι η αιτία της Τρικυμίας, να καή για να γλυτώσουν οι άλλοι. Αμέσως τότε είδαν να σηκωθή ένας καπνός μέσα στο καΐκι και να χαθή η γρηά με το λαδικό, η οποία ήτον ο διάβολος. Γι’ αυτό της γρηάς της λένε λαδικά! 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1910)
Thumbnail

Η γάτα είχε ένα αμπέλι δικό της και το φύλαγε. Μια ημέρα επέρασε απο 'κει ένα σκυλί και είχε στο στόμα του ένα μεγάλο ψάρι. Η γάτα 'σάν το είδε, το ζήλεψε και είπε του σκυλιού ναν της το δώση. Το σκυλί, για ναν το δώση της εγύρεψε τ'αμπέλι, κ'εκείνη απ'τη λιχουδιά της του το 'δωσε και για τούτο επήρε το καθένα, ότι του άρεσε. 

Κορύλλος, Χρήστος Π. (1926)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • 5
  • 6
  • »

Πλοήγηση

Όλο το ΑποθετήριοΑρχείο & ΣυλλογέςΤόπος καταγραφήςΧρόνος καταγραφήςΣυλλογείςΛήμμαΚατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)Ευρετήριο πηγώνΚείμενα

Ο λογαριασμός μου

Σύνδεση

Περιήγηση ανά

Τύπος
Παραδόσεις (57)
Συλλογέας
Κορύλλος, Χρήστος Π. (57)
Τόπος καταγραφήςΑχαΐα, Πάτρα (52)Αχαΐα (3)Άδηλου τόπου (2)Χρόνος καταγραφής1920 - 1929 (28)1910 - 1919 (29)
Επικοινωνήστε μαζί μας | Αποστολή σχολίων
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.