Πλοήγηση ανά Λήμμα "δέρνω"
Αποτελέσματα 1-20 από 224
-
Α γιε δαρτή η λάσπη κιραμίδιν εν γένιτι
(1941)Άνευ προπαρασκευής, άνευ πείρας ουδέν γίνεται τέλειον. Κια οι αρχαίοι “πείρα πάντα τελείται” -
Άνθρωπος που δεν δαρθή, άνθρωπος δεν γίνεται
(1876)Πηλός μη δαρείς, πίθος ου γίνεται = Ο πηλός αν δεν δαρθή, κέραμος δεν γίνεται -
Άπου εν μπορεί να δέρη τον γάδαρον δέρνει το σάμαν του
(1951)Λέγεται όταν τις, επειδή δεν μπορεί να εκδικηθή εκείνο που του κάνει ένα κακό, ξεσπά επάνω σε άλλους αδυνατωτέρους του -
Αλιά 'πο τον δαρμένον, όσο νάρθουν οι κριτάδες
Ούτω ο λαός καθιεροί εμμέσως το δικαίωμα της αμύνη, οικτίρων και κατακρίνων τον δερόμενον και ανεχόμενον την τοιαύτην προσβολήν επί τη προσδοκία μελλούσης δικαστικής ικανοποιήσεως -
Αλιά π' τς δαρμένς όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)Προς δαρέντα ή παθόντα και επιδιώκοντα να εύρη το δίκαιόν του δια των δικαστηρίων -
Αλλοίμονό τους τους δαρμένους, ώσπου να φτάση ο κριτής
(1922)Επί των αδικουμένων εις ους δεν παρέχεται ταχεία βοήθεια -
Αλοιά π' τς δαρμένους όσου να'ρθούν οι κριτάδες
(1928)Φρόντισε να μη δαρθής. Δάρθηκες, εφαρμόζεται η παραπάνω παροιμία