Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Παπαδάκη, Ειρήνη"
-
Α δε μ' αρέσ' ο Ντάντουλος, παρακαλεί ο Κορνάρος, κι α δε μ' αρέση και κειοσάς, παρακαλεί με κι άλλος
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Α δεν κλάψη το παιδί, η μάννα ντου δεν του δίδει βυζί
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όποιος δε φωνάζη, δε βρίσκει το δίκιο του -
Άγουστε, καλέ μου μήνα, να 'σουν δυό φορές το χρόνο! Να 'μουν δυό φορές το χρόνο, ήθελα να τρως τον πονό
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Άδειασέ μας τη γωνιά
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Τη λένε στους ενοχλητικούς, προπαντός στα μικρά παιδιά όταν πειράζουν -
Άδειος και καθούμενος τ΄αγγειά τ΄ψείρ΄ζε
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Άθρωπο θωρείς καρδιά δεν ξέρεις
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Η απατηλή εμφάνισις ενός ανθρώπου και η ψεύτικη καλωσύνη -
Άκουε τυρί και φούσκωνε μαλάκα
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όταν κάμη κανείς κάτι κακό λέγεται αλληγορικά στους άλλους, για να λάβουν τα μέτρα τους. -
Άλλος ήχασκε κι' άλλος εμετάλαβε
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Εις άλλον πρόκειται να δοθή κάτι και προλαμβάνει ο επιτήδειος και το παίρνει -
Άνθρωπον από γενιά και σκυλίν από μιτάτο
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Να συναναστέφεσαι άνθρωπον καλής οικογενείας και όταν πάρης σκύλον να είναι από μάνδραν, δηλ. Χορτασμένος -
Άνθρωπος με τη γνώμη ντου μισέται κι αγαπιέται
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Οι αρετές και τα προτερήματα ελκύουν την συμπάθειαν των άλλων, ενώ τουναντίον η κακή γνώμη προκαλεί το μίσος. -
Άντρα μου, χοίρε, γάϊδαρε, και ποιόν να πρωτοκλαίω; ας κλαίω σένα, γάϊδαρε, που μου 'φερνες τα ξύλα
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Παραμύθι για την απιστία και αχαριστία των γυναικών -
Άντρας μου βασιλιάς κι' εγώ βασίλισσα, αδερφός μου βασιλιάς κι' εγώ τίποτα
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Η συγγένεια είναι πιο στενή του ανδρογύνου παρά των αδερφών -
Άντρας μου πουχούμισε, το ψωμί μου γλύτωσα
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όταν κανείς δε θέλει να φάη κάτι που του προσφέρουν -
Αγαπά ο Θεός τον κλέφτη μα καλλιά το νοικοκύρη
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ο Θεός αγαπά τη δικαιοσύνη και όχι την αδικία -
Αγαπώ σε γρα να κλάνης, μα να μην τσι πολυβγάνης
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ερμηνεία: Κάθε υπερβολικό δεν είναι καλό -
Αγόϊς την των αρφανών, αν είν' και με τα γένεια!
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Τα ορφανά είναι δυστυχισμένα, και όταν ακόμη είναι ενήλικα -
Αγόϊς του, απού δεν έχει ανύχια να ξυστή
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Αλίμονό του που περιμένει βοήθεια από τους άλλους -
Ακριβά ν' άη – Γιώργη μου τα σφουγγάτα σου
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Για κείνον που δε δίδει εύκολα τίποτε στον άλλον, δηλαδή: Ο φιλάργυρος -
Αλλού τα κακαρίσματα κι' αλλού τ' αβγά κι' οι όρνιθες
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ερμηνεία : Άλλος κάνει μια πράξη και σεάλλον την αποδίδουν -
Αν αναεκατώνεται με τα πίτερα οι χοίροι τους τρώνε
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όποιος συναναστρέφεται με κακούς ανθρώπους, γίνεται ο ίδιος