Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Παπαδάκη, Ειρήνη"
-
Γαιδάρου πόδας στο νερό, θέλει πιή, θέλει μη σώσει!
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Κείνος που δεν αποκτά κάτι καλό, ενώ είναι στο χέρι του -
Γαιδουρομπερδούκλωνε, να μην καμπογυρίζης
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όποιος κάνει μια εργασία στερεά, δεν χάνει τον καιρόν του να την επαναλαμβάνη -
Γεννάρη γέννα του Χριστού, πρώτη αρχή του χρόνου
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Γεννάρη τσι κοπέλες σου που τσ' έχεις φυλαμένες; Στον παραστάτη κάθουνται μύξες συναλειμμένες
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Γερόντω έπαιρνε βουλή κι' αθρώπω περασμένω, απού 'χουνε ψωμί κι' αλάτσι φαωμένο
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Γη παπάς, παπάς γη καθάργιος μυλωνας
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ερμηνεία: Τη λένε σε κείνον που κάνει δυο δουλειές, ή που προσπαθεί να μάθη δυο τέχνες, χωρίς να το κατορθώνη -
Γη πράξε, γη μετάπραξε, γη που τον κόσμο λείπε
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ή πρεπει να μάθεις να φέρεσαι, ή να λείπης -
Γή μικιός παντρέψου, γή μικιός καλογερέψου
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Και τα δυο αυτά πρέπει να γίνουν σε μικρή ηλικία -
Για ρίξε τ' αυτιά σου οπίσω, να δής ίντα σου λένε
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Για τον ψύλλο θα κάψωμε το πάπλωμα!
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ερμηνεία: Για μικρή αιτία γίνεται μεγάλη ζημιά -
Για των πολλών την όρεξη δεν επιμένει κρέας στο κασαπειό
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938) -
Γουρούνι και παιδί, κι ως το μάθης
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Και το γουρούνι μοιάζει με το παιδί, ως το συνηθίσωμε από μικρό, έτσι θα περνα -
Γροίκα χτύπους στα χανιά γροίκα τσι κι' επά κοντά
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Οποιοδήποτε καλό ή κακό που θα συμβή, δεν θα αργήση να ακούσθη -
Δάχτυλά μου, βρωμεσμένε, ανε βρωμής κι α δε βρωμής, δικός μου 'σαι
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ο συγγενής είτε καλός, είτε κακός, δεν παύει να είναι συγγενής -
Δε βάφουνται τ' αυγά με τσι πορδές
Παπαδάκη, Ειρήνη (1939)Όταν κανείς λυπάται να ξοδέψη για καμιά υπόθεση -
Δε βγαίνει το πανί βρακί
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Όταν συλλογίζεται κανείς το αμφίβολλον αποτέλεσμα μιάς πράξεως -
Δε μ' αφήνει η πίσα να πάω στων παράδεισο!
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Ερμηνεία: Δεν αφήνει η κακή τύχη έναν άνθρωπο να ευτυχήση -
Δέ σου δίδω, γρά, ψωμί. Βούτηξέ το στό ζουμί. Δέ σού δίδω σκιαολιάς! Λέει βούτηξέ το σκιάς καλά!
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Η απαίτησις και η επιμονή πού έχει κανείς να του δώσουν κάτι, παρά την θέλησίν των άλλων -
Δείρε τον καλό, να γενή καλύτερος ̇ δείρε τον κακό, να γενή χειρότερος
Παπαδάκη, Ειρήνη (1938)Και ο καλός και ο κακός δεν έχουν ανάγκη από τιμωρία για να διορθωθούν