Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Λουκόπουλος, Δ."
-
Σο χρόνο α φορά τρώ το τουκάνι
Λουκόπουλος, Δ.; Λουκάτου, Δ. (1951)Στο χρόνο μιά φορά τρώει το δοκάνι. Τουκάνι είναι μία σανίδα κυρτή σα σκάφη, που έχει κάτω της δόντια από σκληρόπετρες. Δένεται πίσω από τ' άλογο, όπως η σβάρνα κι αλωνίζει. Οι πέτρες τρίβουν τ' άχερο και ξεχωρίζουν το ... -
στα τρία στενά!
Λουκόπουλος, Δ. (1926) -
Σταλαματιά σταλαματικά κι του μάρμαρου λειών'.
Λουκόπουλος, Δ. (1937) -
Σταλαματιά, σταλαματιά κι του μαρμάρου λυών'.
Λουκόπουλος, Δ. (1926) -
Στέκομι κουλώνα
Λουκόπουλος, Δ. (1927) -
Στου σπίτι μ' ου καϋμένους, είμι θαραπαμένους.
Λουκόπουλος, Δ. (1927)Δηλαδή εις τον οίκον του ο άνθρωπος είναι τελείως ήσυχος. -
Σφάζ' μι του βαμπάκι αυτός
Λουκόπουλος, Δ. (1927)Όποιος ενεργεί εναντίον, ενώ προσποιείσας τον φύλον. -
Σφακιανό κι αν κάμης φίλο, βάστα ένα κομμάτι ξύλο
Λουκόπουλος, Δ. (1926)Διότι οι Σφακιανοί θεωρούνται αγροίκοι -
Τ' Αγίου κερί κ' τ΄μικρού πιδιού κλούρα μην τ' τάξης
Λουκόπουλος, Δ. (1928) -
Τα κάμι ζενεχάτι εν ο ταμbουράς μάθε τα, τσαί κρέμασ' τα σ' α γωνία
Λουκόπουλος, Δ.; Λουκάτος, Δ. (1951)Η πιο δύσκολη τέχνη είν' ο τάμπουρας. Μάθε τον και κρέμαστ' τον σε μια γωνιά. Ο άνθρωπος πρέπει χωρις άλλο να ξέρει μια τέχνη στην ζωή του, οποιαδήποτε, για ώρα ανάγκης. -
Τα πέσου το κόμμα σάμ' έν' εμωσμένο, έχω πουά τόστοι. σαμ' 'α νdα γριτσήσουν του έν bεζό, κανείς τζο ρωτά με.
Λουκόπουλος, Δ.; Λουκάτος, Δ. (1957)Τόστης=φίλος. Το μέσα κελλάρι σαν είναι γεμάτο, έχω πολλούς φίλους. σα θα το γρικήσουν πως είναι αδειανό, κανείς δε με ρωτάει. -
Τάζ' ου σκύλους τς σκύλας καρβέλια όσου να τς απουλύς' τα κόμπια!
Λουκόπουλος, Δ. (1937)Γνωστόν είναι ότι το γεννητικόν όργανον του σκύλου κατά την συνουσίαν εξογκούται ["κόμπους'] κατά το μέσον, εξ' ου και το κόλλημα Κι απέ ύστερα: Τι φουρνατζής ήτανε ου πατέρας μ'; (Ελέγει δηλ. προς την σκύλαν όταν του ... -
Τι σκέσ' έχ' ου γάϊδαρους μι του σιδηρόδρουμου!
Λουκόπουλος, Δ. (1926)Πρός ακαίρως αναμιγνυόμενον εις συζήτησιν. -
Το σκυλί εκεί που το ταΐζουν εκεί γαυγίζει
Λουκόπουλος, Δ. (1926)Εις μη ικανοποιούμενον από επανειλημμένος ευεργεστός -
Το στυλιάρι από το λόγγο βγαίνει.
Λουκόπουλος, Δ. (1928) -
Το τ'αζόν dο βdόκκο το νερό κρατεί τα κρούσκο.
Λουκόπουλος, Δ.; Λουκάτος, Δ. (1951)Ταζός= Καινούργιος Το καινούργιο σταμνί κρατεί κρύο το νερό. Το βdόκκο ή ΄βdόκκα ήταν στάμνα για νερό από ξύλο κέδρου. Μοσχοβολούσε, κι όπως ήταν δουλεμένη, κρατούσε κρύο το νερό. -
Τόταξον φούρνους μί καρβέλια!
Λουκόπουλος, Δ. (1922)Δε μι μέλ'. Φούρνους μηγ καπνίσ' = ας γίνη ότι θέλει