Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Πουλάκης, Δημήτριος Γ."
-
Ροόμπωμά σου, χάρχαλά σου, τα τριά σαββάτα πάνω σου
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Ερμηνεία: Στην κατάρα τουτη (ήτες κατεγράφη και ως κατάρα), τα “τρία σαββάτα” θα πω τα τρια ψυχοσάββατα του χρόνου. Με άλλα λόγια τον στέλλει εις τας αιωνίος μονας -
Σ' αγαπώ κυρά να κλάνης μα εσύ το παρακάνης
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1889) -
Σα σαλαγιάση το ποδαρικό ναρθης
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Όταν επέλθη ουξ, όταν κατακλιθίσην οι άνθρωποι -
Σαβανοσούρνω
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Ερμηνεία: Είμαι πολύ λιγνός, είμαι πολύ αδυνατισμένος από αρρώστια -
Σαββατοκύριακο λειβάδια καλογέροι
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Το Σάββατον και την Κυριακή επιτρέπει να φάγη τις πασχαλινόν -
Σκούφο βγάνω, σκούφο βάνω
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Δεν κερδαίνω, μυρίκομαι πάντοτε ως την αυτήν θέσιν δηλαδή πένης -
Σουβλιά και καλαπόδια
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Λέγεται επί των μεταβαλλόντων πολλάκις κατοικίαν -
Στ΄αντρούν τ' ανακουμπώματα πετιέται κ' η γυναίκα
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885) -
Στ΄αστρί ρίξαμε
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Είχαμε πολύν καιρόν να σε ιδούμε (Καθαυτό: εκάμαμε μάγια για να έρθης να σε ιδούμε) -
Στο τάδε σπίτι δεν κράζουν οι κούροι, μόνο κράζουν κότες
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Κούροι = πετεινοί -
Τ' ακριβοκόπου το πουγγί σε χαροκόπου χέρια
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Ερμηνεία: Λέγεται για τους φιλάργυρους όπου έχουν παιδιά άσωτα, που ξοδεύουν αλύπητα όσα ο πατέρας τους μ' όλην την οικονομία εμάζωξε. -
Τα βουνά τρένουνε και τ' αήωνια κρυώνουμε
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Τα μικρά παιδιά (= αηώνια) κρυώνουνε σα χιονίζη (σαν τρέμουν τα βουνά από το χιόνι) -
Τα γέλια χάνουν την τιμή, τα μείτωρα τη γνώση
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Ερμηνεία: Δεν πρέπει να γελά κανείς πολύ και να χωρατεύη πολύ -
Τάδεσα και ήκατσα (δηλ. τα χέρια)
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ένεκα ελλείψεων των αναγκαίων εργαλείων ή και χρημάτων, δεν δύναμαι να εργασθώ -
Τέτοια ώρα να ξυπνάς
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Σημείωση: Με τους βραδέων λαμβάνοντας γνώσιν γεγονότος της -
Το κακό θέλει αντίκακο
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885) -
Το κακό μπαίνει με το προχώνι και βγαίνει με το βελόνι
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1889)Προχώνι = μέρος του νερόμυλου, με το προχώνι = πολύς, άφθονος -
Τόνα μ' αυτί κάνω χωνί το άλλο μου κανάλι για να τα βάνω αφ' τη μια να βγαίνουν αφ' την άλλη
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Λέγε ότι θέλεις, κατηγόρα με, ολίγον με μέλει.