Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Πουλάκης, Δημήτριος Γ."
-
Ζήε, γέρο, να μαθαίνης
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Θα πη πως όσο περνα ο καιρός τόσο μαθαίνει κανείς πράματα που δεν τάξερε πριν, όσο γερνα ο άνθρωπος μαθαίνει -
Ζωή και τήξη
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1889)Ερμηνεία: Ζωή κακορρίζικη, ζωή με φτώχεια ή με πολυκαιρινή αρρώστια -
Ζωή και τήξη
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Ζωή δυστυχισμένη, ζωή με φτώχεια, με γκρίνια, μ' αρρώστιες και άλλεςε πολλές γλύκες -
Η ζόνα ζόνα τέσσερις, η μπάκα μπάκα πέντε και η κεραμιδογιούρα μέρες σαρανταπέντε
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Η γουρούνα (ζόνα-ζόνα) κάνει τέσσαρας μήνας γκαστρωμένη, η προβατίνα (μπάκα-μπάκα) κάνει πέντε και η γάτα (κεραμιδογιούρα) σαρανταπέντε μέρες -
Η ζόνα ζόνα τέσσερις, η μπέκα μπέκα πέντε κι' η κεραμιδοτρέχουσα σαρανταπέντε μέρες
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Ερμηνεία: Η γουρούνα (ζόνα-ζόνα) κάνει τέσσαρας μήνας γκαστρωμένη, η προβατίνα (μπέκα-μπέκα) κάνει πέντε και η γάτα (κεραμιδοτρέχουσα) σαρανταπέντε μέρες -
Η ζόνι ζόνι τέσσερις, η μπετσικούλα πέντε, η κεραμιδοτρέχουσα σαρανταπέντε μέρες, κι' εγώ η πανώρια λυγερή δυόμισυ μηναράκια
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Ερμηνεία: Η γουρούνα (ζόνι ζόνι) κάνει τέσσαρας μήνας γκαστρωμένη, η προβατίνα (μπετσικούλα) κάνει πέντε, η γάτα (κεραμιδοτρέχουσα) κάνει σαρανταπέντε μέρες και η αλεπού (η πανώρια λιγερή) κάνει δύο μισυ μήνας -
Η κοιλιά βαστά τα γόνατα
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Αν δεν φάγη κανείς δεν μπορεί να σταθή στα πόδια του -
Η μπούζα μπούζα τέσσερις, η κατσικάδα πέντε και η καλή κοδέσποινα σαρανταπέντε μέρες
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Ερμηνεία: Η γουρούνα (μπούζα – μπούζα) κάνει τέσσαρας μήνας γκαστρωμένη, η κατσικάδα πέντε και η γάτα (καλή κοδέσποινα) σαρανταπέντε μέρες -
Ή αβγα ή πουλιά
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1889)Ερμηνεία: Ή αυτό το τέλος πρέπειν να λάβη η υπόθεσις ή το άλλο ή έτσι πρέπει να τελειώση η δουλειά ή αλλιώς -
Ή ο βράχος ή ο βλάχος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Δηλαδή ένας από τους δύο θα χαθή, ή ο βράχος ή ο τσομπάνης (βλάχος). Λέγεται για ανθρώπους που επιμένουν σε μια δουλειά. -
Ήλλαξεν ο Μανωλιός κ' ήβαλεν τα ρουχ' αλλιώς
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Λέγεται των έκαστων φερόντων και αυτά πάντοτε φορέματα ή εσθιούντων καθ' έκαστω το αυτό φαγητού -
Ήμουν απάνω στα πετεινόχαδά μου
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1889)Ερμηνεία: Πετεινόχαδα = τα χάδια της νιότης -
Ήπαθα τση Τριάδας τα κακά
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Έπαθον τα πάνδεινα. Ανεξήγητος είναι ένταυθα η λέξις Τριάδα. Μήπως λοιπόν είναι η Τρωάδα παρομορφωθείσα υπό την χιλιετηρίδων, οίτινες διήλθον διά της ράχεως των; -
Ηγενήκαμε ούλοι τα σούζουρα τα μούζουρα
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Εγενόμεθα πάντες ίσοι, εξισώθημεν -
Ηγενήκαμε τα σούζουρα τα μούζουρα
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885) -
Ηζάρωσα σαν τσακάς
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: (υπό του ψύχους) κυρτούμαι, βαδίζω κλίνων προς τα εμπρός. Σημείωση: τσακάδες λέγονται τα μικρά εκείνα μαχαίρια, ων η λεπίς είναι προσαρμοσμένη διά γιγγλύφου ως την λαβίδα και καμπτομένη εισέρχεται εντός αύλακος