Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ."
-
Ο 'έρος τσ' αν αντιπατή, πάλι το ρέμα τόπ πατεί
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Το γήρας, παρά την προσπάθειάν του να δείξη αντοχήν, ευάλωτον. Παρεμφερούς Πολίτου Παροιμίαι 3, 603, 61 -
Ο Άουστος τα ξεκαθαρίζει τα καλά παλληκάρια
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Επειδή ο Αύγουστος λόγω ατμοσφαρικών μεταβολών και πυρετών ποικίλων είναι μην νοσηρός, όλοι σχεδόν προσβάλλονται εκτός από τους πλήρεις ρώμης νεανίας. Πρβλ. Π. Π. 2, 630, 22 -
Ο Αύγουστος επάτησε, η άκρα του χειμώνα
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ωροσκοπική παροιμία, ορίζουσα την έναρξιν του χειμώνος από της πρώτης Αυγούστου -
Ο γάαρος του φταίει τσαι το σαμάριγ γέρει
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Επί του αθώου όστις αναιτίως τιμωρείται -
Ο Θεός 'ε κάνει παραταίρια
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Λέγεται ειρωνικώς επί ζεύγους δυο προσώπων ομοίων εις ανικανότητα και άλλας κακίας -
Ο Θεός αν ήκαμεν ορφανά εν ήκαμε τσαι κακόμοιρα
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ήτοι ο Θεός προστατεύει τα ορφανά ώστε να μην ατυχώσιν επί πλέον -
Ο Θεός εν ακούει τω κοράκω μήε τσαί τω κακόθελω αθρώπω
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Πρβλ. Το γραφικόν “Θεός αμαρτωλών ουκ ακούει” -
Ο Θεός να σε φυλάη από τα μπροστινά του καραβιού τσαι τα πισινά του μουλαριού
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Η πρώτη του τρέχοντος πλοίου και το λάκτισμα των οπίσθιων του ημιόνου είναι επικίνδυνα -
Ο Κάστελλος τσ' η Μπαρμπαριά είναι καθαριά 'ειτονιά
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Παρατήρησις των ναυτιλλομένων -
Ο κακός λόος τσ' ο κάρπικος παράς του νοικοτσυρού 'πομένου
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1932)Ο συκοφάντης και ψεύστης εις το τέλος θ' αποδειχθή -
Ένα θαύμα των στριγλών
Ο καπετά Νικολής του (Δ)ημήτρη, είχε συρμένο το καϊτσι του στον Ημπορειό στο Τσεφαλάτσι τσαι κάθα πωρνό το βριστσέν αραμένο στη Πλάκα τσαι πάλι τα ίδια, αλλού είχε –ν από σπέρα σιουραρισμένο το καΐτσι του τσ’ αλλού το βριστσε το δε πωρνό. Εκακόαλε λοιπό τσαι μια βραδειά – ν από νωρίς επήε τσ’ έκλει ώθητσε μεσ’ στηκ κάμαρα του καϊτσού να η τία θα ενή. Ετσεί α κατά τα μεσάνυχτα θωρεί τρεις στρίγγλες... Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935) -
Ο κούνουπας εκάετο στου 'ουδιού το τσέρατσο
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Εκ μεταφράσεως διδασκάλου τινός του μύθου του Αισώπου -
Ο λόγος εις τη χρειά του χίλια τσιτσίνια κάνει
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Τσιτσίνια, τα (άλλως τσεκίνια) = χρυσά νομίσματα της Βενετίας -
Ο λόος σου με χόρτασε τσαι το φαείσ σου φα το
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Δηλαδή ο καλός τρόπος και η ευγένεια είναι προτιμοτέρα από τα υλικά δώρα -
Ο λωλλός α 'εκ κουραστή 'εκ καΐζει
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Ο μωρός καταπονείται ανωφελώς -
Ο Μελέτης εμελέτα τσ' ο Γληόρης εγληόρα και επήρε ο Γληγόρης του Μελέτη τηγ γυναίκα
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Ο πρώτος στίχος του κοινού διστίχου -
Ο μπροστινός ο γάαρος διατάτσει τόν οπίσω
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Τό παράδειγμα τού προηγουμένου παρασύρει τούς ακολουθούντας -
Ο νιος 'α' 'εν εθέριζε τσ' η κόρ' 'α' 'εν εέννα τσ' ο βους 'α' 'εν ελωνευγε ποτέ του εν εέρα
Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1934)Οι τοκετοί της γυναικός, το θέρισμα υπό του νέου και το αλώνισμα υπό του βοδιού είναι τόσον βαρέα έργα ώστε να φέρουν πρόωρον γήρας -
Ο ξένος τσ' ασ σου χαίρεται, εσ σε ποκαμαρώνει
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ότι η εκ των ξένων επιδεικνυομένη συμπάθεια δεν είναι ειλικρινής -
Ο ονής έν ελυπηθή τ' αμπέλι, τσαί το παιϊ-ν ελυπηθή το σταφύλι
Ευαγγελίδης, Τρύφων Ε.; Μιχαηλίδης – Νουάρος, Μιχαήλ Γ. (1935)Ονής=γονεύς. Δηλαδή ο γονεύς ασμένως εδώρησε είς το τέκνον του ολόκληρον αμπέλι αλλ' ο νέος κάτοχος και μιάς σταφυλής προς τον γονέα φείδεται.