Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κουκουλές, Αναστάσιος"
-
Καλλικάζαρος. Το όνομα τούτο δύο τινά σημαίνει :α) τον βρικόλακα και β) τον λίαν υψηλόν αναστήματος αλλ'ισχύον άνθρωπον.
Κουκουλές, Αναστάσιος (1923) -
Καλός κακός ο χιουρός μας κι ευρέθη χαλαζιάρις
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΕρμηνεία: Επί των θεωρουμένων καλού, μη όντος δε -
Καλός καλός ο χιουρός μας κι ευρέθη χαλαζιάρις
Κουκουλές, Αναστάσιος -
Καλότυχος γονής τον κλαίνε τα παιδιά του, κακότυχος γονής τα κλαίει τα παιδιά του
Κουκουλές, Αναστάσιος -
Κλωτσά τα χαλίκια
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΑφορμήν ζητεί δια να κάμη κακόν, δια διαπληκτισμού, δια του παλληκαράν -
Κοντή γυναίκα πέρδικα, ψηλή καραμαντάνα, ψηλός άντρας σαν άγγελος, κοντός πομπή και γάνα
Κουκουλές, Αναστάσιος -
Κυρά που διακονεύεσαι έχεις κι αλεύρια και πουλάς
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΌταν τις ολίγα έχει δανείζει -
Κυριακή χαροκοπίστρα και Δευτέρα μουρμουρίστρα
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΌτι την Κυριακή διασκέδασις, την Δευτέρα επανάληψις της εργασίας -
Κωλοπετσωμένος
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΠολύξερος, ίσως εκ του Κραβαριτού, οίτινες καλύπτοντες τον κώλον με δέρμα εύροντων προσκυνούμενη των σακάτων -
Με το ξένο χέρι γόνουνε το φείδι από την τρύπα
Κουκουλές, Αναστάσιος -
Μη μ' αγγιάζης, να μη σ΄ αγγιάξω
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΜη με εγγίζης, να μη σε εγγίσω, πειράξει λέγει το φείδι