Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κοκκίνης, Γ."
-
Κ' οι δυο νερό κουβαλούνε
Κοκκίνης, Γ. (1915)Λέγεται περί ανθρώπων οίτινες είναι εφαμίλλως ανάξιοι -
Κάθε πέρυσι καλύτερα
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κάλλιο γαιδουρόδενε, παρά γαιδουρογύρευε
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κάλλιο ζουρλός νοικοκύρης, παρά το φρόνιμον μπαραμπάτη
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κάμεις λάβεις, καρδία μη σου πονέση
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κάτσε κώλο κάμε ρόκα
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Καθενάντιο γιά καλό
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Και τα βαρειά στο γάιδαρο και τ' αλαφρά στη μούλα;
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Καινούργιο είναι το κόσκινο, ψηλά ναι κρεμασμένο
Κοκκίνης, Γ. (1915)Ερμηνεία: Λέγεται περί νύμφης κατά τας πρώτας ημέρας -
Κακό που τσήρτε τση κοιλιάς πώχει κακόν αφέντη
Κοκκίνης, Γ. (1915)Δηλαδή αν ένα παιδί πεισμώση εις το τραπέζι και δεν τρώει το φαγητό του, κακό τση κοιλιάς του κάνει -
Κατά τον κάουρα κ' η μαγεριά του
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κήπος ξέφραος, έρημο τ αμπέλι μας
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κι ο φτωχός ο γείτονας για φωτιά χρειάζεται
Κοκκίνης, Γ. (1915) -
Κι' αν τα δαχτυλίδια πέσανε, τα δάχτυλα απομείνανε
Κοκκίνης, Γ. (1915)Λέγεται περί ευγενούς όστις αν και επτώχυνε δεν εξευτελίζεται όμως -
Κλωτσιά ταρνιού, χαρά του λύκου
Κοκκίνης, Γ. (1915)Όταν ένας νέος αποσκιρτήση της οικογενείας του, γίνεται αφορμή χαράς δια τους εχθρούς του οίκου -
Κόβουμε τη μύτη μας, να μπαλώσουμε τ' αυτιά μας
Κοκκίνης, Γ. (1915)Όταν προσπαθεί κανείς να πληρώση τας ανάγκας του μη έχων ουδένα πόρον προς τούτο -
Κοντά και μη γυμνά
Κοκκίνης, Γ. (1915)Μια γυναίκα φτωχή θέλει να αγοράση ένα φόρεμα και δεν έχει μεν να το κάμη μακριό, ζητεί όμως τουλάχιστον να μην είναι γυμνή -
Κοντά στα ξύλα τα ξερά, καίουνται και τα χλωρά
Κοκκίνης, Γ. (1915)