Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κακριδής, Ιωάννης Θ."
-
Ε, τί κλώθεις τώρα;
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ερμηνεία: Επί ανθρώπων ασθενικών, οίτινες διαρκώς μεμψιμοιρούν -
Έγινε παπαρούνα από το μεθύσι!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
Έκαμε στα μάτια ο κακομοίρης
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Δι' άνθρωπον βλέποντα άλλον να τρώγουν, χωρίς αυτόν να τρώγη -
Έκανες κάτι μούτρα σαν το ζητουλιάρικο κώλο
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ειρωνική φράσις συνηθεστάτη προς άνθρωπον παχυθέντα, διότι του επαίτου, διαρκώς αέργου, έχουν παχυνθή τα οπίσθια -
Έκανες κάτι μούτρα σαν του διακονιάρη τον κώλο
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ειρωνική φράσις συνηθεστάτη προς άνθρωπον παχυθέντα, διότι του επαίτου, διαρκώς αέργου, έχουν παχυνθή τα οπίσθια -
Έκατσε και λάλησε την νταρβίρα του
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ερμηνεία: Επί ανθρώπου ο οποίος έχασε την οικογένειά του όλην, εξεκλήρισε -
Έμεινα ξερός κι' αδράπανος
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1925)Ερμηνεία: Επί απωλέσαντος όλην του την οικογένειαν και απομείναντος μόνου -
Ένας γονιός δέκα παιδιά τα τηράει, δέκα παιδιά έναν γονιό δεν μπορούν να τον τηράξουν
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Ένα επί μεληθώσιν αυτού, να τον συληπήσουν. -
Ένας πατέρας τηράει δέκα παιδιά, δέκα παιδιά δεν τηράν' ένα πατέρα
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924) -
Έννοια σου, δουλεύει τ' αρίδι!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Υποβλέπει ο εις τον άλλον εκ ζηλοτυπίας -
Έρε ξύλο που χάθηκε!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)Όταν ακούη κανείς εις γεγονός τι, του οποίου τον δράστην κρίνει άξιον δαρήν -
Έφαγες εσύ τις ρώγες και μ' άφηκες εμένα τα τσάμπουρα!
Κακριδής, Ιωάννης Θ. (1924)