Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου"
-
Ξέκομμαν της Μώρας= μαύρη γυνή.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου -
Ξένου άλουγου καβαλκεύς γλήγορα πιζεύζς
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918) -
Ξεκορακιάζζω της πείνας
Βίος, Στυλιανός ΣχολάρχουΠεινώ πολύ, κυρίως περνώ τους κόρακας κατά την πείναν, διότι οι κόρακες θεωρούνται ως πτηνα πειναλέα, ο δε κραγμός αυτών θεωρείται ως εκδήλωσης της φοβεράς πείνας των. Από παραμύθι -
Ξωτερικό= φάντασμα, στοιχειό.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου -
Ο απλοχέρης καταντά φούχτα μπρος και φούχτα πίσω
Βίος, Στυλιανός ΣχολάρχουΕρμηνεία: Ο σπάταλος καταντά να μείνει γυμνός -
Ο διάβολος άμα δεν έχει παιδιά, γαμεί τα παιδιά του
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918) -
Ο διάβολος το σπίτιν του εν το χαλά
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918)Δεν πρέπει μόνοι βα καταστρέφομεν την υγείαν μας ή την περιουσίαν μας -
Όπ' έχ' ανάγκ' κ' του σκ'λιού πολλά τα έτ' κι τ'ς γάτας κόπτασι
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918)Ερμηνεία: Ο έχων ανάγκην αναγκάζεται να περιπονήται τους υποδεεστέρους του -
Το φείδι του σπιτιού
Όπγιος σκουτώσ του φείδ τ' σπιτιού, θα 'πιθήν άνθρωπος απού μέσ' απ' του σπίτ'. Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918) -
Νεράϊδες
Όπγοιος διαβαίν άπου ρέματα τον παίρννι τ φουνή οι νιράϊδες. Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918) -
Όπγοιος κμάτι μες ‘ς τα ρέματα, τουν πατούν οι νιράϊδες.
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου (1918)