Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Πουλάκης, Δημήτριος Γ."
-
Άναψε κερί και βρες με
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Ερμηνεία: Θα φύγω, θα φύγω κρυφά. Π.χ. Αν βαστάξη καμούσον καιρό αυτό το κεσάτι, άναψέ κερί και βρες με -
Αγιάζω και βλογώ
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Κάνω ό,τι θέλω, έχω μεγάλη δύναμη, κάνω ζορμπαλίκια χωρίς να φοβούμαι τιμωρία από κανένα. π.χ. Αυτός αγι'αζει και βλογά = δέρνει όποιον θέλει, κάνει ζημιές στους καφενέδες, παίρνει πράματα από τα μπακάλικα χωρίς να πλερώνει κτλ -
Ακριβός στη στάχτη και φτηνός στ' αλεύρι
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890) -
Ακροκράτει τη ακριαμπόλα κι ακροσφύριζε του κι'όλα
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Το νόημα φαίνεται κάνουν λίγο αισχρόν. Ίσως θέλει να πή πως της αρέσει να είναι κανείς μέτριος εκ τας σαρκικάς επιθυμίας. Ακρομπολώ = αφήνω λίγο – Ακροσφυρίζω = σφυρίζω λίγο -
Αλεστικά, φουρνιάτικα κι ο νοικοκύρης άδειος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Λέγεται για κείνους που έχουν εισοδήματα πολλά, αλλά εξοδεύουνπολύ και δεν μένει τίποτε -
Αλλού βροντούν οι κανονιές κι αλλού χτυπούν τα βόλια
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1890)Ερμηνεία : Άλλος έκαμε μια δουλειά κακή και άλλον κάνουν και τον μαλλώνουν ή τον παιδεύουν. Για άλλον επίστευαν πως έκαμε μια δουλειά (καλή ή κακή) και άλλος την έκαμε -
Αλλού ο σκύλος κι' αλλού η γενιά του
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Λέγεται για ανθρώπους μιας φαμίλλιας μοιρασμένους εις δύο ή περισσότερες χώρες -
Ανεμογαζού, η= Νηρηίς (σημαίνει και ανεμοστρόβιλος αυτ.) ιδ. Και Καλοτσουράδα.
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885) -
Από γης ως γης σκοτώνετ' ο άνθρωπος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Πολλάκις ευρίσκει ως τον θάνατον προσκόπτων επί του εδάφους και πίπτον, όταν μάλιστα είναι γέρων -
Από κακή κολοκυθιά, κακός κολοκυθόσπορος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891) -
Από λωβή κολοκυθιά λωβός κολοκυθόσπορος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Δηλαδή από κακόν πατέρα κακός γυιός -
Από που ως που η αχλάδα θενα μοιάση τ' απιδιού;
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885)Ερμηνεία: Είσαι κατώτερός μου, δεν πρέπει να θεωρείσαι ίσος μου, δεν πρέπει να αναμειγνύεσαι εις το δεινα πράγμα -
αραπόμοιρος, -η, -ο= δύστηνος, ταλαίπωρος
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1885) -
Βγάνω το διάλαλο
Πουλάκης, Δημήτριος Γ. (1891)Λέγω πολλά λόγια ενός για να τον πείσω και δεν τον πείθω, φωνάζω ενός δυνατά και δεν ακούει