Πλοήγηση ανά Συλλογέα "Κουκουλές, Αναστάσιος"
-
Κυρά που διακονεύεσαι έχεις κι αλεύρια και πουλάς
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΌταν τις ολίγα έχει δανείζει -
Κυριακή χαροκοπίστρα και Δευτέρα μουρμουρίστρα
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΌτι την Κυριακή διασκέδασις, την Δευτέρα επανάληψις της εργασίας -
Κωλοπετσωμένος
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΠολύξερος, ίσως εκ του Κραβαριτού, οίτινες καλύπτοντες τον κώλον με δέρμα εύροντων προσκυνούμενη των σακάτων -
Με το ξένο χέρι γόνουνε το φείδι από την τρύπα
Κουκουλές, Αναστάσιος -
Μη μ' αγγιάζης, να μη σ΄ αγγιάξω
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΜη με εγγίζης, να μη σε εγγίσω, πειράξει λέγει το φείδι -
Μία κοκκινόλοιση κορδέλλα
Κουκουλές, ΑναστάσιοςΈφερε από την Καλαμάτα μία κοκκινόλοιση κορδέλλα = ουδέν -
Μια αλεπού κοψονούρα, όλες κοψονούρες;
Κουκουλές, Αναστάσιος