Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 6501-6520 από 142579
Η ντροπή
Έχομεν ένα φυτό με άσπρο άνθος του. Εις το μέσον του άνθους υπάρχει μια μαυρίλα. Πάλια η μαυρίλα αυτή ήταν μεγάλη σαν ένα τάλληρον. Τότε ο κόσμος είχε ντροπή μεγάλη. Μετά όμως άρχισε να μικραίνη η μαυρίλα αυτή και να χάνεται η ντροπή από τον κόσμον. Τώρα η μαυρίλα αυτή είναι πολύ μικρή, διότι λίγη ντροπή έχει ο κόσμος και όταν θα σβύση τελείως, θα πάυσουν οι άθρωποι να εντρέπωνται.
Δευτεραίος, Άγγελος Ν.
(
1964
)
Αι δυσιδαιμονίαι του λαού μας για τον Μανδαγόρα
Τα δύο ενδιαφέροντα άρθρα του «Έθνους» περί μανδαγόρα μου δίνουν αφορμήν ναναφέρω ολίγα ακόμη σχετικά μ΄αυτόν και ειδικά για τη δεισιδαιμονία του λαού μας περί του φυτού αυτού. Πρώτα-πρώτα ολίγα γενικά: Πάντα ο άνθρωπος στις ασθένειες του είχε την τάσι ναναζητά υπρφυσικές δυνάμεις από αμάθεια και δεισιδαιμονία. Ιερά δέντρα η πόαι, που είχαν μαγική δύναμι, αναφέρονται από αρχαιοτάτων χρόνων. Στην Παλαιά...
Άγνωστος συλλογέας
(
1937
)
Βρύνιες : φυτόν εώδυμον, λέγονται εκ απλούστερον οβριές, όθεν και Οβρεόκαστρον, η αρχαία Ραμνούς, είδα φύονται πολλαί.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1892
)
Χιονίστρα, η : πόα μικρά των οποίαν φοβούνται οι ποιμένες εις ολεθρίανες τα ποίμνια. “Κανέις δεν την έχει 'δώμενα. Άμα το κόψης λένε, βγαίνει αίμα”
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Δρακοντιά (προσφερ. Δρακοντιά) φυτόν : το δρακόντιον.
Δένδιας, Μιχαήλ
(
1915
)
Ο Ναστούλης Παναγιώτης έχτισε σπίτι κοντά στην εκκλησία και του πέθαιναν τα παιδιά. Ο κόσμος έλεγε “το ταλασίμ τα πνίγει”. Επίστευαν οτι αυτό γινόταν από τον ήσκιο των παλαιών δένδρων ή από τα μνήματα που ήσαν κοντά.
Πετρόπουλος, Δ.
;
Καρακάσης, Σταύρος
(
1960
)
Το βρωμόκλα(δ)ο
Έχει στη Ρόδο ένα φυτό, που κάμνει καρπό σαν φασόλια και το λέν βρωμόκλα(δ)ο γιατί έχουν άσκημην μυρωδια τα φύλλα του. Το βρωμόκλα(δ)ον αυτό βρωμά έτσι γιατί εφύτρωσε στον τάφο του Ιούδα του Ισκαριώτη, που πρόδωσε τον Χριστό.
Βρόντης, Αναστάσιος
(
1930
)
Αλησμονόχορτο, το μυθολογικόν χόρτον εν τοις παραμυθίοις και τοις τραγωδίοις προξενούν λήθην εις τους τρώγοντας αυτό, ως ο λωτός του Ομήρου και το ύδωρ της Λήθης των αρχαίων.
Σαμίδης
(
1912
)
Τα μαλλιά της Παναγίας είναι λουλούι το λέμε έτσι γιατί όταν η Παναγία ερχόταν απ' το Χριστό που τον είχαν πιάει απ' τον καημό της ετράβα τα μαλλιά της και τα δίχτε πάνω στους κλάδους κ' ε' ίνηκε αυτό το φυτό.
Παπαμιχαήλ, Άννα Ι.
(
1964
)
Που φυτρώνει ο πεύκος και που φυτρώνει ο έλατος
Ο πεύκος θέλει να ναι εκεί που τραυάει πολύς αέρας. Ο έλατος θέλει να βρίσκεται εκεί όπου είναι πολλοί πάγοι και πολλά χιόνια. Αυτά τα λέει και το τραγούδι. Χαίρετ' ο πεύκος χαίρεται χαίρεται ςον αέρα χαίρεται κ' ένας έλατος την πάχνη και το χιόνι.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
Τσόχος = χόριον εδώδιμον χειμερινόν, σογχός ο γλάυκος (ζευχιός). Λέγεται οτι καρτηνος εξέλθων των ποταμών, έτρωγε παρά τα ςόχθας αυτών τεθνηκώσαν σαύραν κια συνάμα έτρωγεν εκ του χόρτου τούτου εξ διαλείμματων ως αντίδοτον κατα του ιού της σαύρας.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1892
)
Κατά την 21ην Μαίου καταπίπτει άνωθεν χάρτον η τουρκισή κιμνιά οτού καλλούμενον. Αφού προστίψωσι 'ς κόνιν μεραβάλωσι τούτο επαλέιφουσιτον σίδηρον ΄ς τον χαλκόν, όπερ αμέσως γίγνονται χρυσός, διά της κόνεις τις κιμνιάς ΄ς πάν άγιο μέταλλον μεραβάλλοντων εις χρυσόν. Αλλ' η κιμνιά αυτή επί σπανία κ' δυσεύρετος κ' επομένης, ώς έχουσα την ιδιότητα ν' αποχρυσοί πάντα τα μέταλλα, επί των υπερόγκων τιμών...
Μακρής, Παναγιώτης Γ.
(
1890
)
Χριστάγκαθο : είδος χόρτου όπερ κεντημένον εξάγει εδώδιμον αίμα ερυθρόν αίμα.
Πουλάκης, Δ.
Λένε πώς ήτονε μια φορά ένας γέρος κι’ είχενε μια θυγατέρα μόνη αμοναχή. Ερρώστησεν η κοπελλιά, δεν ήχενε και χρόνους, επόθανε. Ο κύρης τση την ώρα που την ήλασσε, είδενε απάνω στο στήθος τση καρδιάς τση κολλημένο ένα πιατάκι άσπρο μικιό μικιό. Παραίτα το σπίτι ντου, παίρνει το πιατάκι και βγήκε και διακονούντανε. Εγύρευγε φαΐ μια μπουκιά μοναχομένη και του τη βλάνανε στο πιατάκι και την έτρωγε. Μιαν...
Φραγκάκι, Ευαγγελία Κ.
(
1949
)
Το ψ'μί τ' κουκκ' = το ψωμί του κούκκου. Λουλούδι βαθυγάλαζο, δεν βγάζει φύλλα άλλα μικρούς κόκκους. Ο λαός πιστεύει οτι απ' αυτό τρέφεται ο κούκος.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1961
)
Μυροφόραι : Είδος ευώδους φυτού, λαβόν το όνομα του εκ των Μυροφόρων Παρθένων.
Ερωτόκριτος, Ιωάννης
(
1920
)
Στρίγγλας βυζιά : χόρτον.
Νεστορίδης, Κ.
(
1894
)
Ο βάτος πραματευτής
Μια φορά ο βάτος εγίνηκεν πραματευτής κι επήγε στο ταξίδι. Επουσούνισε πανικά κι εγιάγερνε. Στο δρόμο τσι ’πιασε φουρτούνα κι ήσπασε το καΐκι κι εχάσενε όλα τα πανικά ντου. Αυτός εκολύμπανε κι εβγήκενε όξω, μ’ απούσταν τότεσά ήβγαλε τσ’ αγκίδες κι όπου βρη φυστάνι το μπερδένει, γιατί θαρρεί πως είναι τα δικά ντου πανικά και τ’ ανεμαζώνει.
Λιουδάκη, Μαρία
(
1938
)
Είναι μια μυρτιά στο κοιμητήριο, που την κόβουνε, την ξανακόβουνε κι όλο βγαίνει. Αυτό έχει ιστορία. Ένας γέρος εσκότωσε τη γυναίκα του, επειδή την είχε σε υποψία ή επειδή όλο γκρίνιαζε πως του έφταιγε. Όλο ετρωγότανε και τη βάρεσε με μια κοπίδα. Δεν ήγλεπε κιόλας ο γέρος και τσ' ήκοψε τσ' αρτηρίες και πέθανε. Όταν την εκηδέψανε και τη θάψανε εδώ στα μαξιλάρια τ' απεθαμένου δεν βάζουμε μαλλιά και...
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1960
)
Κατατεταγμένα εις παραδ. ΙΔ. κ΄μη συναμένης ν' αποκοπή
Άγνωστος συλλογέας
(
1937
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση