Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 6321-6340 από 142579
Το Κλαψοπούλι
Αν κανένας περάση νύχτα από το χωριό Δαμαλά της Αργολίδος, θ’ ακούση μέσα στην ερημιά μονότονες θλιβερές φωνές, που αντηχούν σ’ όλη την έκτασι του δάσους και ταράζουν της νύχτας, που το λένε "Κλαψοπούλι". Το "Κλαψοπούλι" ήταν άλλοτε άνθρωπος και τον λέγανε Θανάση. Ο Θανάσης ήταν καλός τσοπάνος και φημιζότανε ως το πρωτοπαλλήκαρο του Δαμαλά. Όλοι όσοι είχανε κορίτσι για γάμο, φιλοδοξούσαν να τον κάμουνε...
Άγνωστος συλλογέας
(
1930
)
Τζιμπλετίνος είδος πτηνού,όνερ λέγεται ότι όταν βροντώ ανατείνει τσι πόδας ωρές του ουρανού ίνα ιενοστή ρίξη αυτού ίνα μη πέση επ’αυτού.Το κάτω δεν ίμεροθεντων λαιμόν πτέρυμα είναι ερυθρού,πυρόχρου μη είναι ο ερίθακος ή σινίκουρος; (σημαίνη άνθρωπον κικρού έχοντα τους οφθαλμούς ως το πτηνό τούτο)
Παστιάδης, Θεμιστοκλής Ν.
Γιαννάκια=μικρά πτηνά,στ’αλλαχού τσιμπογιάννηδες ή Κομπογιάννηδες,φαιά και περί του λαιμού υπέρυθρα.
Δραγάτσης, Ι.
Παλιουβρακίτ'ς (ο) πτηνόν εκ του γένους των ξηροβατικών ξανθοκιτρίνου χρώματος εμφωλευον επί των κλημάτων και καταβρώγος τα τούτοις βλάπτοντα ζωίφια. Εκλήθη δε όντων ένεκα τον ονόματος αυτού φαινομένου ως παρήχηση της εξής κατ'αυτούς φράσεως <κι,κι,κι, τι παλιό βρακί φουρείς>. Το πτηνόν τούτο αλλά χού λέγεται Κερασάς.
Οικονομίδης, Απόστολος Β.
(
1890
)
Ο σκουργιαλλός με τη gορώνα
Ο σκουργιαλλός ήβαλε στοίχημα με τον αετό πκοτός θα πάη πι αψηλά.Αφό ετοιμάστησα να πετάξουσιν,ο σκουργιαλλός εσάρταρε κι εκαβαλλίκεψε dόν αετό.Ο αετός ήκαμε πολλές dουbές ιά να φύη ο σκουργιαλλός α’τη ράχη dου,μα δεν εμπόρεσε να τόνε διώξη.Αφό διάηκεν ο αετός ως το τέλος που δεν εμπόρετε πια να πάη πι’αψηλά γατί ήτονε κουρασμένος,ο σκουργιαλλός εσηκώθηκε κι εδιάηκεν απάνω όσον εμπόρειε και φωνάζει...
Οικονομίδης, Δημήτριος
(
1934
)
Χαλοπούλι : πτηνόν ονομασθέν ούτως κι φωνάζον χολό-χολό αβαφαίνεται το θέρος.Λέγεται δε ότι φωνάζει ούτω διότι έχανε τα προβατά του.
Νεστορίδης, Κ.
Πρίν γίνη η κάργα, ήτανε άνθρωπος.Ήτανε μια κακιά αδερφή, που ζήλευε την αδερφή της. Ο θεός την ετιμώρησε και την έκανε μαύρο πουλί.
Λουκάτος, Δημήτριος Σ.
(
1938
)
Οι Τούρκοι λέγουν,ότι οι Γκιώνιδες είναι οι αδελφές που χασαν τη μάνα των και τη ζητούν και φωνάζει η μία : την ηύρες ; -γιότι,απαντά η άλλη.
Κονδυλάκης, Ιωάννης Δ.
(
1918
)
Γιδοβύζι(το)
Το πτηνόν νυκτόβιου όν την νύκτα πέτεται τήδε κάκεισε,υπέρ εγέννησε την ψευδή ιδέαν των ανθρώπων ότι θηλάζει.
Παπαϊωάννου, Κωνσταντίνος Ι.
(
1894
)
Η Χουχλουβάγια
Η χουχλουβάγια ή χλού είναι έρημη και μοιριολογάει τη δυστυχία της : ‘’Eίχα μάννα παπαδιά κι’αδερφό γραμματικό, έρθη το θανατικό και τους πήρε και τους δυό’’ Άλλος πάλι λέν πως τάχα λέει οχτώ. Ήγουν είχεν οχτώ αδέρφια και τα χανε (την απέθαναν). Κάμποσι αυτό το λέν για το Γκιώνη. Άλλοι για τη Δεκοχτούρα που λέγει δεκοχτώ-δεκοχτώ, πως είχε δεκοχτώ αδέρφια και τα χασε. Σημείωσις : Η γλαύξ (χλού) είναι...
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Η νυκτερή ήτο ποντικός,μεταβληθείσα εν πουλί,επειδή έφαγε το ύζωμα(τον άρτον του προσκομιδης)
Σκορδέλης, Βλ.
(
1873
)
Βλ.μαθητική συλλογή μύθων εκ Βράχας. Η κόρη γίνεται πουλί.
Άγνωστος συλλογέας
Η δεκοχτούρα
Μια φορά ήτονε μια πεθερά κι’ είχε μια νύφη. Η νύφη όμως ήτονε πολύ ψυχικάρα κι’ό,τι είχανε στ’αντρός της το σπίτι έπιανε και το μοίραζε.Εκεί λοιπόν ήτονε ασκέρι και κάθε φορά που θα ζυμώνανε κάνανε δεκοχτώ ψωμιά.Μα η νύφη έπαιρνε πάντα τόνα και τόδινε του πατέρα της που ήτονε φτωχός.Ερχόντανε η πεθερά,μέτραγε τα ψωμιά, τάβρισκε λιγώτερα. –Μπρέ,νύφη,έλεγε,δεκοχτώ ψωμιά δεν είχαμε ζυμωμένα ; -Όχι,...
Ταρσούλη, Γεωργία
(
1928
)
Δεκακοχτούρα : πτηνόν (λολογούν). Ο λαός διακρίνει εισ την φωνήν του τον αριθμόν 18, και λέγει ότι απέλεκε 18 συγγενείς του, διότι ήτο πρότερον άνθρωπος μεταμορφωθείς εις πτηνόν.
Άγνωστος συλλογέας
(
1908
)
Ο Θηός ήπεψε τσι ψύλλους να τζιμπούνε τσι καλογέρους να ξεξυπνούνε,να κάνουνε την προσευχή ντως.
Φραγκάκι, Ευαγγελία Κ.
(
1949
)
Είναι κίσσα.Ερμηνεία :Λέγεται η πατροιμία επί φλυάρου και κακή γυναικός.Την κίσσα λέγουν αι γυναίκες είναι κρίμα(αμαρτία)να την τρώγουν διότι είναι κατηραμένη.Ήτο δε γυνή αντροχωρίστρα προς ποινήν μετεμόρφωσεν ο θεός εις πτηνόν.
Άγνωστος συλλογέας
(
1903
)
Η γκουγκούσα
Η γκουγκούσα ήταν γυναίκα κι’ήταν καλή νοικοκυρά.Έπαθε πολλά.Τα παιδιά της κι’οι νυφάδες της πινήκαν στο ποτάμι κι’όλο το βιό της χάθης.Γι’αυτό επειδή δε φτούραι ντότου παρακάλεσε το θεό και την έκαμε πουλί.Γυρίζει όλο ες’ερημιές και μοιργιολογάει. Είχα γυτό στα γράμματα,Νύφη στα κεντίσματα,Θυγατέρα παπαδιά!,Μου πινήκαν και τα τρίγια.Όλ’αντάμα μια βραδιά. Σημείωσις:H γκουγκούσα είναι η φάσα.Απο τη...
Μουσελίμης, Σπ.
(
1938
)
Το καματερό(η αράχνη) ήτανε γυναίκα και της καταράστηκε η μάννα της να γένη μαμούνι,πάντα να 'φάνη χωρίς να πλερώνεται.
Σπυριδάκης, Γεώργιος Κ.
(
1962
)
ρούβελας και τζούβελας,είδος μικρού πτηνού χειμώνα λέγεται δε'ότι τούτο είναι κ' αποδών αλλάσσουσα το θερινόν αυτής πτέρωμα(37)
Άγνωστος συλλογέας
Λεφτερίτσα, κ', νυχτερίς
Βαλαβάνης, Ι.
(
1874
)
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση