Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 5601-5620 από 142579
Πιστεύουμε, ότι σ'ένα ρέμμα που περνά κοντά στο χωριό και λέγεται <Αρβανίτης>, γιατί εκεί έτυχε να χαθή ένας Αρβανίτης, υπάρχουνε ξωτικά και τη νύχτα ο κόσμος φοβάται να περάση απ'το ρέμμ' αυτό.
Οικονομίδης, Δημήτριος Β.
(
1953
)
Το στοιχειό του Κάστρου
Οχπάν’ από το μύλο το βακούφ’κο τα Βούρμπιανης οχπέρ’ από το πέτρινο γιοφύρ’ είναι μια πέτρα μεγάλ’ και τσουρτσουλωτή, που τη λέν Κάστρο. Αυτή η πέτρα απλώνεται από την οχπίσω τη μεριά κι είν’ απάτ’ τη, μόν’οι ντραγαταραίοι το καλοκαίρ’ γραπατσώνουνται κι ανεβαίν’ν στην κορφή στον τσούρτσουλα και φειάν’ν με κλαριά τη ντραγατισιά για να κάθουνται στον ήσιο και να φ’λα΄ν τα’αμπέλια πούειναι καρσί στη...
Ρεμπέλης, Χαράλαμπος
(
1929
)
Άμα πιθαίν'νι πουλλοί αράδ αράδα, λένι πως νικήθκαν τα στ'χειά. Βγαίν'νι 'ς του σύνουρου τα στ'χειά κι πουλιμάνι κι όπγοιου νικ'θή σι κείν του χουργιό πιθαίν'νι πουλύς κόσμους. Του Σιλπζιώ τκου του στ'χειό πουλέμαι νια βουλά μι τ' Αρτουτβιάν κου. Σέλπζα και Αρτοτίβα είναι μικρότατα χωρία της Ναυπακτίας παρά τον Εύηνον και την Τριχωνίαν. Την δε προκειμένην παράδοσιν ήκουσα εν Σέλπζ παρά πολλών και...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1914
)
Για το στοίχειωμα του γεφυριού Βασιλικό Πέραμα
Γιουφύρ’ δε στέκιτι, άμα δε στχειώσι άνθρουπου ή κανα ζώου. Στου Βασιλ’κό Πέραμα (τα’λεύ’ εισ’ γιάτ’ πέρας ναι βασ’λουπούλα απάν-γεφύρι στα μέσα δήμου Παμφιάς ην Αμπρακίας) είχανι στχειώσ’ έναν Αράπ’ κι ναι Αράπ’σσα κι τα ίγλιπαν π’πουλέμαγαν κι φύλαγαν τν καμάρα. Κ’ τότι πόπιφτι η καμάρα άπησαν φουνή πόλιι : Κράτ’ Αράπ’ ! Κράτ’ Αράπ’! κράττττ! Κραααατ’! –Κράτ κι απουκράτ! Τώρα η καμάρα έπισι! Είπ’...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1925
)
Τα δένδρα, και ιδίως τα παλαιά, περιφρουρεί και φυλάττει ως ιερά θεότης εις (Στοιχειό) εν αυτούς έχουνα την κατοικίαν της.
Ζωγραφάκης, Ιωάννης Ν.
(
1892
)
Τα στοιχειά του ποταμού είναι κορίτσια, συνεχώς λουόμενα, πάντοτε δε παρίστανται με ξέπλεγα μαλλιά.
Σκορδέλης, Βλ.
(
1873
)
Το γκρεμισμένο γιοφύρι του Ίρη
Τον καιρό που χτίσανε το γιοφύρι του Ίρη, κείνο που είναι γκρεμισμένο, λένε πως οι μαστόροι χτίσανε μια γεναίκα που την ελέγανε Κατερίνα και όντες πλημμύριζε το ποτάμι κράτειγε το γιοφύρι μαζί μ'αυτήνε κ' ένας αράπης. Μια φορά όμως που το ποτάμι έφερε μια κατεβασά πολύ μεγάλη και το γιοφύρι πήγαινε να γκρεμιστή, η Κατερίνα φώναξε <βάστα Αράπη> <βάστα και συ Κατερίνα> λέει ο Αράπης. Αυτά τα λόγια τα...
Φάβης, Β.
(
1914
)
Η νέα ώρα
Καλά ημείς το 1916 μετεβάλομεν την φυσικήν εις τον τόπον μας ώραν και ης λάξαμεν ταύτων όπες αλλάζομεν τα υποκάμισά μας. Αλλά υπάρχει και κάτι τι εις αλλαγήν της ώρας, όπερ είναι δύσκολον, αν μη αδύνατον να εφαρμοσθή. Εις την Γορτυνίαν πιστεύουμι ότι κάθε βρύσι έχει και την νεράιδα της, όπως και πάν δένδρον έχει το στοιχειό του. Αι νεράιδες και τα στοιχειά εξέρχονται εκ της ημερινής των κρύπτης κοντά...
Άγνωστος συλλογέας
(
1926
)
Το στοιχειωμένο φείδι του σπιτιού περνάει τρείς φορές το χρόνο απάνω απο τον αφεντικό του.
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Το φείδι του σπιτιού
Σε κάθε σπίτι είναι ένα φείδι στοιχειωμένο. Αυτό αδρασκελάει σαράντα φορές το χρόνο την οικογένεια. Αυτό το φείδι δεν κάνει να το σκοτώσουν, γιατί καταστρέφεται η οικογένεια, πάει το σπίτι.
Ραμαντάνης, Νικόλαος
(
1927
)
Στο χωριό στη Μύρεση από κάτω ήταν ένα Στοιχειό που κατάπινε ακέριους. Μια φορά ένας πάγαινε απάνω. Το Στοιχειό καθόταν απόξω. Κάποιος ατμός έβγαινε απ’το στόμα του και τράβαγε τον άνθρωπο. Αυτός κατάλαβε πως κάτι τον τράβαγε, γιατί ήθελε, μα δε μπόραγε να πιστρέψη πίσω. Τι να κάμη κι αυτός! Έβαλε την ιδέα στο κουμικούρι μα δεν μπρόφτασε και το Στοιχειό τον κατάπιε. Και στην κοιλιά όμως του θεριού...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1928
)
Τα στοιχειά
Το Στοιχειό φυλάει το χωριό. Κάθε χωριό έχει το στοιχειό του κι αυτό βγαίνει στα δίστρατα πάντοτε, αλλά δε φανερώνεται ολοένα. Πήγαμε στο ‘’Πουρί’’ με τα γελάδια και βγήκε αυτό. Σαν τραί ήταν και φούπ σβύστηκε. Το Στοιχειό φανερώνεται και σε νερό βγαλτικό ακόμα. Εκεί φαίνεται σαν τραί σαν κριάρι…. Το Στοιχειό φυλάει το χωριό του. Τα στοιχειά των χωριών πιάνονται. Στο χωριό που θα νικηθή το στοιχειό...
Ραμαντάνης, Νικόλαος
(
1927
)
Αναβρύσιασμα εν τοις χωρίοις η αυτόματος αβάβλυση ελαίου εκ πίθου, όταν κατα την κρατούσαν δεισιδαομονίαν, ο ήσκιος του σπιτιού (στοιχειό) αγανατίν η κατισπότην.
Σαλβάνος, Γ.
(
1925
)
Νια βουλά μπούρ'ζι του στ'χειό τ'χουριού, τ'ς Αβόρανης''( Αβόραν',χωρίον ορειννόν της Ναυπακτείας, μπούριζω= μυκώμαι επι τους μπουρίζει και το στοιχειό.)
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1922
)
Ήταν ένα καμίν' που καίγαν ασβέστ' κι έπεσεν ένας μέσα και κάηκεν. Κι απο τότε, σαν την ώρα που έπεσε, κάθε βράδ' φώναζεν. Άδικα, Άδικα. Ένας ψαράς που περνούσε, τ'άκουγε πολλές βολές. (άδικα=άδκα,άδκα).
Μέγας, Γ. Α.
(
1938
)
Το γκιουφύρ του Πασιά
Άμα χτίζανι του γκιουφύρ τ Πασιά, δε στέκιταν. Κι τότι ου προυτουμάστουρας έχτισι τ γ'ναίκα τ για να σταθή, στήουσι του γκιουφύρ. Στη μέσ',ς τ μιγάλ' καμάρα είχανι κριμασμένου ένα κυπρί, κι λένι, άμα λαλούσι του κυπρί, χαλνούσι ου κιρός.Το βαλαν αυτό του κυπρί γιατί του ξέταζαν νια βουλά. Τώρα πάισι του κυπρί κ. Είναι μαναχά ο άλτσους. Στου γκιουφύρ αυτό δεν άφναν οι Τούρκ' να πιρνάη καένας καβάλλα...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1918
)
Σπητόφειδο (το)-ο μένων διαρκώς εν τη οικία
Λάσκαρης, Νικόλαος
Το φείδι του σπιτιού δεν το σκοτώνουν είναι ήμερο. ''Νια βολά 'γώ τόπιασα στο ντουλάπι''.
Ρωμαίος, Κωνσταντίνος Α.
(
1920
)
Το φείδι του σπιτιού
Το κάθε σπίτι έχει το φείδι του, το Στοιχειό. Αυτό φυλαέι το σπίτι. Λένε πως τρείς φορές το χρόνο περνάει από πάνω απ’τον άνθρωπο. Το βρίσκης στις παραθύρες μέσα, στα βαρέλια ξαπλωμένο. Είναι γενικός θερβέβαγας αυτό το φείδι. Δεν πειράζει όμως τον άνθρωπο. Γι αυτό το φείδι αυτό δεν το πειράζουν οι άνθρωποι. Το θεωρούν ιερό. Είναι μεγάλο ένα θηρίο κατάμαυρο. Άμα το σκοτώση ο νοικοκύρης, το σπίτι του...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
(
1927
)
Αν δεν στοιχειώσετ' άνθρωπο καμάρα δε στεριώνει
Στο Βασιλικό πέραμα ( το λέχε έτσι γιατί πέρασε μια βασιλοπούλα) είχανε στοιχειώσει έναν Αράπη και μια Αράπισσα. Πολλοί τους βλέπανε πως βάναν όλες τις δυνάμεις τους για να βαστούν την καμάρα. Κάποτε η καμάρα έπεσε. Τότε άκουσαν φωνή ‘’Κράτ Αράπ κράτττ… κράααατ. –Κράτα κι από κράτα επ’ο Αράπης τώρα η καμάρα έπεσε’’. Ύστερα οι Αρβανίτες ξαναστέριωσαν την καμάρα στο βασιλικό πέραμα. Τότε πέρασε ένα...
Λουκόπουλος, Δημήτριος
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση