Εναλλαγή πλοήγησης
Ελληνικά
English
Ελληνικά
Ελληνικά
English
Σύνδεση
Εναλλαγή πλοήγησης
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
Αρχική σελίδα
Πρόσφατες εγγραφές
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.
DSpace at KEEL: Πρόσφατες εγγραφές
Αποτελέσματα 2541-2560 από 142579
Αλσός. Παρά Φαρασιώταις δαίμωντες σκότιος δια νυκτός πλανώμενος και ποικιλοτρόπως ενοχλήν ή κακοποιών τους ανθρώπους. (Αλσός= εν τη εκδόσει σελ. 137 η λέξις εύρη τυπωμένη ως Αλούς)
Καρολίδης, Π. Κ.
(
1885
)
Ήσκιος [η ησκιωτ'κό] = ''Το φάντασμα''.
Άγνωστος συλλογέας
Μαλιέρ: Οι εν τους σκοτεινούς άντρους οικούντες και τους εισερχομένους πνίγοντες δαίμονες. Λέξη φαρασιωτική
Καρολίδης, Π. Κ.
(
1885
)
Πρόκνη : Ίδε περί ταύτης εν τη πέρνος σταλείση συλλογή εν λ. Πουπουνίτσα. Ριθιανοί : Ίδε περί ταύτης εν τη παρούση συλλογή εν τη σχετική λέξει. Άδωνις : Και περί ταύτης ίδε εν τη πέρυσι συλλογή εν τη λέξει Fκιών.
Οικονομίδης, Απόστολος Β.
(
1891
)
Ο bαbάς μ' ήταν λαφρύς ο ήσκιος τ' κι' ήγλεπε. Μια βολά είδεν έναν Τούρκο πε τς Σκάφες (άσπροι βράχοι)κι ήταν με το άσπρο το βρακί και το άσπρο το σαρίκι κι είχε μια τσιβούκα μεγάλ' κι ήπνε καπνό και γιούρτσε να bαγαίν' και τον φώναξε μια ξερή ξερή φωνή : - bάρbα, μια βάρκα κείται πίσω κεινα. ''Πήγεν δεκεί, τίποτα δε βρήκεν. Ήταν μαθέ δαίμονας και τον πείραζεν. Και ύστερα τούπαν να σέρν' μαζί τ' τφέκ'...
Μέγας, Γ. Α.
(
1938
)
Ίσκιος ο, ασθένεια ασθένεια επιδημική των αιγών.
Σαμίδης
(
1912
)
Σιφώτ ή Σιφώτης (ο τύπος Σιφώτ είναι συνηθέστερος). Δαίμων κρυπτόμενος εις τας διαφόρους γωνίας και τα άδυτα της οικίας και βλάπτων πολυειδώς τους εν τω οίκω είτι δια προσβολής (τυελέσεως, χωλότητος) είτε δι αρπαγής ή αλλαγής παίδων ή κτηνών είτε δι’ ασθενείας είτα και διαπλοκής. Αύτς είναι η καθαρά και κυρία σημασία του ονόματος. Εν τούτους εις πολλά μέρη της Καππαδοκίας μετέπεσε και πολύ ειδώς συνεχύθς...
Καρολίδης, Π. Κ.
(
1885
)
Άλις: Πνεύμα κακοποιόν, προσωποποίησις της αιμορραγίας επί της λεχούς. Προς αποτροπήν αυτού απαιτείται η παρουσία ανδρός ή χηνός.
Τουργούτης, Αλ.
(
1892
)
Ποπολίτσιν, το (παρά το ποπόν) μορμολύκιον δι ου φοβίζουσι τα μικρά παιδία. Μορμώ. Ποπόν το μορμολύκιον δια μικρά παιδία ''Δρύσσες δε πόπους καλούσι τους δαίμονας. (Πλουτ. Περίπου τον δ.τ.ν. Ποιημ. Αν VI Ίδε και Σχολ. Ομ. Ιλ)
Βαλαβάνης, Ι.
(
1874
)
Μαρκάλτζα :Ον υπέρ φυσικής ισχύος και δυνάμεως. Λέγεται και περί θηρίων και περί ανθρώπων (γίγας, ήρως). Ιδίως δε ούτω καλείται και ο εν τους μύθους της Ανατολής συχνά μνημονευόμενος δαίμων, έχων μορφών ανθρώπου αμα και θηρίον, τεράστια ου η και έχων ένα μόνον οφθαλμόν επί του μετώπου «Κύκλωψ»
Καρολίδης, Π. Κ.
(
1885
)
Ο μαύρες κόττες και προ πάντων τα μαύρα πετείνια είναι καλύτερα 'ς το σπίτι παρά τα παρδαλά. Άμα λαλήση ο μαύρος πετνός. Τα δαιμόνια γέγοντ' άφαντ' απο τον κόσμο, τρυπώνουν 'ς τις φωλιές τους. Άμα λαλήση ο παρδαλός, λέν : σταθήτ' ακόμα, δεν ελάλσ' ο μαύρος.
Σάρρος, Δημήτριος Μ.
(
1893
)
Εξωτικόν . Το άλλως τελώνιον. Ευτούς παραμυθίουσ ο διάβολος.
Μανασσείδης, Συμεών Α.
(
1887
)
Παμπής ή Παμπούρος= Μορμολύκειον. Να ο Παμπής που ρχεται να σε πάρη. Ούτω λέγουσιν αι μητέρες προς τα παιδία δια να ρηνέψουν.
Χαβιαράς, Δημοσθένης
(
1910
)
Μπάμπω και Βάβω: γραϊα μη συγγενής, γραϊδιον φανταστικόνον αθλίου εξωτερικού, φόβητρον των παιδίων, ο λαί μποϋμπος λέγεται.
Άγνωστος συλλογέας
(
1908
)
Μάμους φόβητρον, μυθολογούμενον τέρας εξεικονιζόμενον υπό φανταστικάς και λίαν ζωηράς παραστάσεις προς κόπιμον εκφόβισιν της ελαφράς συνειδήσεως των παιδίων εν Ατριαννα πότε καλείται μάμουλους.
Κουρτίδης, Κωνσταντίνος Γ.
(
1892
)
Μπάις, ο : μπαμπούλας, μορμολύκη. ''κρυφτού κι έρχετ' ο μπάις'' (προς μικρά παιδιά ατακτούντα)
Κακριδής, Ιωάννης Θ.
(
1925
)
Έχει ήσκιου = είναι καλός, αγεκτός
Βίος, Στυλιανός Σχολάρχου
(
1918
)
Τσαζού, η, όν ιδανικόν των προληπτικών, πνίγουν τα νήπια.
Βαλαβάνης, Ι.
(
1874
)
Η Λανάρου (η Λανάρω) : Φάντασμα δι ‘ου απειλούν τα νήπια δια να παύσουν από του να κλαίουν. Την παριστάνουν ως γραίαν τερατωδώς άσχημον, ζαρωμένην, ατημέλητον και με τα μαλλιά της κεφαλής της ξέπλεγα. Προς νήπιον : ‘’Πάψι, θα φωνάξου τα’ Λανάρου να κατιβή από την οροφήν της οικίας να σι φάη!’’ (Η ετυμολογία της λέξεως προήλθεν εκ προσωποποιήσεως. Συνήθως εις τα χωρία τα ξάσιμον των μαλλιών είς τα...
Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος
(
1927
)
Μαρμάγκα (η), Μοργιώ.
Παπαγεωργίου, Σωτηρ. Π.
«
»
Πλοήγηση
Όλο το Αποθετήριο
Αρχείο & Συλλογές
Τόπος καταγραφής
Χρόνος καταγραφής
Συλλογείς
Λήμμα
Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Ευρετήριο πηγών
Κείμενα
Ο λογαριασμός μου
Σύνδεση