• Ελληνικά
    • English
  • English 
    • Ελληνικά
    • English
  • Login
Search 
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Search
  •   Homepage
  • Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας
  • Παραδόσεις
  • Search
JavaScript is disabled for your browser. Some features of this site may not work without it.

Search

Show Advanced FiltersHide Advanced Filters

Filters

Use filters to refine the search results.

Now showing items 1-10 of 284

  • Sort Options:
  • Relevance
  • Text Asc
  • Text Desc
  • Time Recorded Asc
  • Time Recorded Desc
  • Results Per Page:
  • 5
  • 10
  • 20
  • 40
  • 60
  • 80
  • 100
Thumbnail

Στο Χάβο της Μαρδάχας, ένα βάραρθρο κοντά στις πηγές της Μ, είχαν ρίξει μια φορά λιέν, άχυρα εκεί μέσα και βγήκαν μαζί με το νερό στη Μαρδάχα. 

Τριανταφυλλίδης, Μανώλης
Thumbnail

Στου Κιφαλόβρυσου τς Σ'νίστας έβγινι νια βουλά ένα στ'χειό, κ'έσκουζι άμα έσκουζι, ρχόντανι αρρώστγις'ς του χουργιό. Κανιά βουλά του Σινιστιάν'κου του στ'χειό έβγινι κάτ'ς του πουτάμ κι τσακούνιταν μι του Κλιπαίτκου κι πότι νίκαι του Σίν'στιάν'κου κι πότι του Κλιαπαίτκου. Σινίστα και Κλεπά είναι όμορα χωρία της Ναυπακτίας συνορεύοντα εις τον μεταξύ αυτών ρέοντα Εύηνον. Την ανωτέρω παράδοσιν ήκουσα εν Σινίστα και κατέγραψα αυτολεξεί. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
Thumbnail

Ικεί π’ κοιμάτι του πιδάκ’ του μικρό, άμα είνε ασαράντγον, αλλότι του γλέπς κι γιλάει κι άλλοτι κλαίει. Τότι π’ γιλάει τ’ λέει η Μοίρα: έρχιτ’ η μάννα σ’! Τότι π’ κλαίει, τ’ λέει πως θα πιθάν’ η μάννα τ’. Η μοίρα είνι, γλέπς, π’ τα κανουνίζ’ ούλα κι ό,τ’ γράψη σε τρεις μέρις, κείνον θα πιράσ’ ου άνθρουπους σ’ ούλ’ τ’ ζουή τ’. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1927)
Thumbnail

Ο αρχαίον αστερισμός Άρκτος λέγεται Κλέφτες. Είναι έφτα. Στη μέση απ' τους έφτα είναι ένας κλέφτης πόλει το σκλάβο στην αμασκάλη (αστεράκι που μόλις διακρίνεται). Οι δυό είναι καρτέρι μπρόστα που καρτέρούν να πάρουν το σκλάβο. Κι έτσι λένε πώς ήταν κλέφτες και γίνηκαν αστέρια. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1928)
Thumbnail

Περνούσε τη ν'υχτα απόξω από την πόρτα του εκκλησιδίου της Αγίας Παρασκευής στη Δερβέκηστα. Άλλοι σύντροφοι που περνούσαν απόξω παρακάτου του είπαν να καλησπερίση τους πεθαμένους. Αυτός είπε “Καλησπέρα, πιθαμένοι. Μέσα στην εκκλησία ήταν τρείς διακουνιαραίοι και είπαν : Καλησπέρα, καλησπέρα, καλησπέρα. Ο άνθρωπος έμεινε πήγε σπίτι του, αρρώστησε και πέθανε. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1926)
Thumbnail

Νια βουλά ήταν βασίλειου ‘ς τουν Τράφου, κι αυτού κατοίκαϊ ναι βασίλ’σσα. Απού πέρα ΄ς τα Μακρυνεία ήταν ένα βασ’΄’οπλου κι τν ιρουτεύκι αυτή τ βασίλ’σσα να τμ πάρ’ (1). Τουν ήθιλι κι αυτήν κι τουμ πήρι, αλλά ήθιλι να κατοικέψνι ‘ς τουν Τράφου, αλλά του βασ’λόπλου ήθιλι ‘ς την Μακρυνεία. Λοιπόν δεν τα σιαξαν(2) κι κήρυξαν τουμ πόλιμου. Κι σκουτώθκι η βασίλ’σσα κι θάφκι δυο αδρασκιλ’σιες μακρυά π του πέλαου. Αυτήν ήτανι πού ουραία. Κι’ αυτήν τα βασίλ’σσα τν έλιγαν Μαντάνασσα. Μαντάνασσα είναι μικρός συνοικισμός εν Τριχωνία, τον οποίον συναντά επί της αμαξιτού οδού ο ερχόμενος εξ Αγρινίου εις το Κεφαλόβρυσον και παρά τας όχθας της Τριχωνίδος λίμνης, ήτις χωρίζει την Τριχωνίαν από της απ’ αντίκρυ Μακρυνείας, δήμου της επαρχίας Μεσολογγίου. Ντράφος είναι τοπωνυμία ολίγον άπω της Μαντάνασσας και προς το Κεφαλόβρυσον, παρά τας όχθας αμέσως της Τριχωνίδος, όπου και προς το Κεφαλόβρυσον, παρά τας όχθας αμέσως της Τριχωνίδος, όπου και οχυρώματα τινα αρχαία σώζονται, υπερασπίζοντα βεβαίως την από της πεδινής Αιτωλίας εις τον αρχαίον Θέρμον άγουσαν. [να τμ πάρ= Την ερωτευτή, να την πάρη, να την νυμφευθή, δεν τα σιαξαν= δεν συνεφώνησαν] 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
Thumbnail

Κλαίει ο βρυκόλακας σα σκόπλου μι του γάλα''(Δηλαδή πιστεύεται ότι ο βρουκόλακας προχωρεί κυλιόμενος(ουχι περιπατών)ως έν ασκί πλήρες γάλακτος. Κατ'εξήγησεν του ιδίου συλλογέτης] 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1923)
Thumbnail

Την ημέρα της Υπαπαντής κίνησε η Παναγία να πάη με το παιδί της το Χριστό ΄ς την εκκλησία. ‘Σ τον δρόμον όπου πάγαινε πετειέται μια παπαδιά όξω από το σπίτι της και της λέει : «Για’ εκεί εκείνη η γυναίκα πάει το μπούρδικο παιδί της ‘ς την εκκλησία». Ο παπάς εκείνης της παπαδιάς την ημέρα εκείνη κλάδευε ‘ς το αμπέλι. Η Παναγιά άμα άκουσε τα παλιόλογα της κακής γυναίκας της είπε : «Με λες γυναίκα κακής διαγωγής αλλά ο άντρας σου σήμερα έκοψε με το κλαδευτήρι τη μύτη του». Ακούοντας η παπαδιά αυτή την είδησι έτρεξε ‘ς το αμπέλι να ιδή τι κάνει ο άντρας της, Κοιτάζει… δεν είχε κομμένη τη μύτη. Η παπαδιά θύμωσε και λέει ΄ς τον παπά «Εκείνη η παλιογυναίκα παπά μου πε πως έκοψες την μύτη σου με το κλαδευτήρι. Με γέλασε η στρίγγλα». Ο παπάς κι’ αυτός απ’ το θυμό του πήρε ‘ς το χέρι του το κλαδευτήρι και έδειχνε ‘ς την παπαδιά πώς κλάδευε «Να έτσι κλάδευα πέρα λέει δεν κλάδευα από πάνω σιακάτω για να κόψω τη μύτη μου». Προτού να τελειώσει το λόγο του ο παπάς απάνω ΄ς το δείξιμο έκοψε τη μύτη του. Και έτσι έγινε εκείνο που είπε η Παναγία. Η παπαδιά τιμωρήθηκε για την κακογλωσσιά της. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος
Thumbnail

Γιουφύρ’ δε στέκιτι, άμα δε στχειώσι άνθρουπου ή κανα ζώου. Στου Βασιλ’κό Πέραμα (τα’λεύ’ εισ’ γιάτ’ πέρας ναι βασ’λουπούλα απάν-γεφύρι στα μέσα δήμου Παμφιάς ην Αμπρακίας) είχανι στχειώσ’ έναν Αράπ’ κι ναι Αράπ’σσα κι τα ίγλιπαν π’πουλέμαγαν κι φύλαγαν τν καμάρα. Κ’ τότι πόπιφτι η καμάρα άπησαν φουνή πόλιι : Κράτ’ Αράπ’ ! Κράτ’ Αράπ’! κράττττ! Κραααατ’! –Κράτ κι απουκράτ! Τώρα η καμάρα έπισι! Είπ’ Αράπς. Τότι πόφκειαναν οι Αρβανίτις την καμάρα στου Βασιλ’κο Πέραμα, πέρασι ναι τσούπα κι τα κουρόιδιψι. Ένας κάστουρας τότι βάρισι μι του σφρί κι κάτ’ είπι και κάτ’ είπι. Κ μόλις πήι παρα πέρα η τοτούπα πρήση κι έπισι κατή ξηρή. Αμέσους οι θηοί τα μι δάκρυα παρακάλισαν του κάστουρα κι πήρι του σφρί κι κάτ’ είπι πίσου κι τρόμαξι να σκονθή κι είπ’ ου προυτουμάστουρας : Γιατί κουροιδεβε ; Καλά να παθς! Ου άνθρουπους άμα στοιχειουθή πεθαίν’ τα σαράντα μέρες κι η ψ’χή τα’ παοίν’ κι φλάει την καμάρα. 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1925)
Thumbnail

Ναι βολά οι ανθρώπ βρουκουλάκιζαν, γιάτ δεν τα δγιάβαζαν καλά. Δεν ήξιραν γράμματα οι παπάδες κι γι’αυτό κίναγαν, καθώς λένι. Ναι βουλά μίνια ‘ς τ Βουστνίτσα, π τν έλιγαν Χλιάρινα, έκαμι ηπουβουλή έγινε του πιδί ζουντανό ναι ιμέν, αλλά πέθανι. Τότι του τύλ’ξαν κι το βαλαν ΄ς τν ουστρέχα, απ πάν ΄ς τουμ πιρίπατου. Μι λίγις μέρις κίν’σι του πιδί, ζουντάνιψι. Κι πάιν ου βρουκόλακας κι βύζινι τα μάννα τα κι αυτήν αρρώσται κι πήι να πιθάν’ δεν ήξιρι τι γένιτι. Ένα βράδ πήι ‘ς του σπίτ τα Χλιάρινας ένας μσαφίρις, ου Παναιώτ’ς ου Βτυργιάρς απ τγ Κουστάρτσα. Αυτός ου γέροντας ν είχι τα Χλιάρινα νύφ απ αν’ψιό, τα αδιρφής τα πιδί. Κι του βράδ έγειρι να κ’μηθή. Κι πήι κι τουμ πλάκουσι, τουμ ματαπλάκουσ’ ου βρυκόλακας, κι αυτός τούμ πέται, γιάτ νόμζι πώς είνι γάτα, σκ’λί. Έδουκι, έδουκι τν νύχτα, δεν τουν άφνι να πλαιάσ’. Τότι σ’κώθκι κι τα λέει : σήκ, αδιρφή, κι άναψ τα φουτγιά! Δε μ λές, αδιρφή, λέει, κείνου του πιδί, πόφκειασ’ η νύφ, τι του κάμιτι; Ιγώ απόψε υπούφιρα μι πλάκουνι βρουκόλακας: Που το χιτι; Λέει : τόχουμι ‘ς τουμ πιρίπατου, αδιρφέ! –Για σήκου να κ’τάξουμι, γιατ ιγώ υπούφιρ απόψι! Σ’κώθκαν κι του κύταξαν κι κίν’σι του πιδί τα νύχια τα κουκκίν’σαν, του κάρφουσαν δεν ξέρου τι το καμαν κι τότι απαρατήθκι απ τα μάννα τ. [ Την ανωτέρω περί βρουκόλακα παρ’αδοσιν κατέγραψα καθ’υπαγόρευσιν της μητρός μου καταγομένης εκ Βουστινίτσης της Δωρίσος.](ηπουβολή= αποβολή άμβλωσις, ιμέν=ναι μεν) 

Λουκόπουλος, Δημήτριος (1914)
  • «
  • 1
  • 2
  • 3
  • 4
  • . . .
  • 29
  • »

Browse

All of the Digital RepositoryArchive & CollectionsPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitlesThis CollectionPlace recordedBy Time RecordedAuthorsLemmaLegend classification (acc. Politis)Source indexTitles

My Account

Login

Discover

TypeΠαραδόσεις (284)CollectorΛουκόπουλος, Δημήτριος (265)Σταυρόπουλος, Κωνσταντίνος (10)Τριανταφυλλίδης, Μανώλης (4)Ρουσιάς, Γ. (3)Δουκάκης, Δημήτριος Χρ. (2)Place recorded
Αιτωλία (284)
Time recorded1940 - 1948 (23)1920 - 1929 (153)1910 - 1919 (69)1902 - 1909 (4)
Contact Us | Send Feedback
Κέντρον Λαογραφίας E-Mail: keel@academyofathens.gr
Δημιουργία/Σχεδιασμός ELiDOC
Λογισμικό DSpace Copyright © 2015  Duraspace


Το Έργο «Εθνικό δίκτυο ψηφιακής τεκμηρίωσης της άυλης και υλικής πολιτιστικής κληρονομιάς» στο πλαίσιο του Επιχειρησιακού Προγράμματος «Ψηφιακή Σύγκλιση» του ΕΣΠΑ 2007-2013, συγχρηματοδοτήθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση και από εθνικούς πόρους.