Τέσσαρες καλόγηροι καθίσανε να φάνε στην Τράπεζα. Είχαν ένα μεγάλο ψάρι βραστό να καταλύσουν. Πρώτος ο γεροντώτερος άπλωσε το κεφάλι λέγοντας : -Εν κεφαλίδι βιβλίου γέγραπται περί εμού. Ο δεύτερος σήκωσε τη μέση του ψαριού και είπε -Ιδού ο Μεσσίας έρχεται. Ο τρίτος άρπαξε την ουρά και είπε :-Ωραίον ήν και καλόν την βρώ σν. Τότε ο τέταρτος μένοντας χωρίς φαί σήκωσε την ξυλοπνάκα με το ζουμί και την άδειασε στα κεφάλια των φαγάδων κράζοντας : Είδεν ο Θεός την ανομίαν αυτών και έρριψε πύρ και κατέκαυσεν αυτούς.
Place recorded
Άδηλου τόπουRecording year
1930Source
Εφημ. “Εσπερινή”, 6 Απριλίου 1930Collector
Source index and type
Εσπερινή, 1930, ΕφημερίδαItem type
ΠαραδόσειςTEXT