Μια φορά ο βασιλιάς της Ρωσίας έστειλεν από την Οντέσα στο Σουλτάνο μια αγιά Σοφία χρυσή, μικρούλα μικρούλα. Και τα τζάμια της ήσανε όλο διαμάντι. Ο Σουλτάνος που το είδε του άρεσε πολύ κι εκάλεσεν όσους μπορούσε και τους ρώτησε, τι πρέπει να στείλη πίσω στην οντέσα. Είχανε στο παλάτι τον Τίμιο Σταυρό και το πανέρι που βάνανε τους άρτους της Προθέσεως οι Εβρεαίοι Λένε: Να στείλωμε κείνο το ξύλο και το πανέρι. Αυτό σε μας δε χρειάζεται, ενώ οι Ρώσοι το θέλουνε πολύ’’. Όλοι το ξέρανε πως θα δίνανε το τίμιο ξύλο, και μόνο ο σεχουλεισλάμης δεν τόξερε. Παίρνουνε οι Ρώσοι το τίμιο ξύλο και το βάλανε στο καράβι, και το καράβι πετούσε και πήγαινε στην οντέσσα. Αυτά που το είδανε στεναχωρεθήκανε. Μωρέ! Είχαμε τέτοιο καλό πράμα και το δώκαμε! Και ο σεχουλεισλάμης τους είπε : Γιατί δε με συνενούσατε εμένα; Μα τώρα πια ήτονε αργά.
Τόπος Καταγραφής
Κρήτη, ΚυδωνίαΧρόνος καταγραφής
1939Πηγή
Αρ. 1358, σελ. 275 – 277 , Μ. Λιουδάκη, Κυδωνίαι, 1939Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1358, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT