Γιατί δε γεράνε ο μπότσικας ο κόρακας ο αιτός και ο χμάραντος
Η Κάλλω ήτανε μια γυναίκα που ηύρε το αθάνατο νερό. Απο το νερό αυτό έπιε αυτή και πότισε ακόμα το μπότσικα (σκυλοκρέμμυδο)τον αιτό και τον αμούραντο επίσης και τον κόρακα. Ζήτησε και ο αδερφός της απο το αθάνατο νερό να πιή αλλά η Κάλλω δεν του έδωκε. Τότε και αυτός την καταράστηκε να περπατάη πάντα με ασκέρι. Απο τότε και ύστερα η Κάλλω έμασε τις Ναράιδες και περπατεί μαζί. Ο μπότσικας που τον πότισε αθάνατο νερό δώ ξηραίνεται ποτέ όπου και άν πεταχτή αυτός διότι πάντα χλωρός. Το ίδιο και ο κόρακας, ο αιτός και ο αμάραντος δε γεράνε. Ο αιτός άμα γεράση πηγαίνει και κρύβεται εκεί πέφτουν τα φτερά του όλα. Τότε βγάζει σιγά σιγά άλλα φτερά σαν να ναι πουλάκι. Ωσπου να βγάλη τα φτερά του του φέρνει και τρώει άλλος αετός. Όταν γίνουν όλα τα φτερά του ξαναγίνεται πάλι πουλί όπως ήτανε πρωτύτερα. Και έτσι δεν πεθαίνει ποτέ ο αετός εκτός αν τον βαρέση τουφέκι. Το ίδιο και ο κόκορας, Ο αμάραντος και το όνομα του ακόμα το λέει δε μαραίνεται ποτέ εκεί 'ς τους βράχους που βγαίνει.
Τόπος Καταγραφής
ΑιτωλίαΧρόνος καταγραφής
1919Πηγή
Αρ. 148, σελ. 24, Αιτωλία, ΛουκόπουλοςΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
148, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT