Κάποτε που είχανε οι Οβραίοι το Χριστό σταυρωμένο προτού ακόμα ξεψυχήσει, πήγανε κάτι Αμερικανοί εκεί και του είπανε. –Αφέντη μας, Χριστέ θέλεις να δώσουμε λεπτά στους Εβραίους για να σ’ελαυτερώσουμε απ’αυτά τα βάσανα; -Όχι, απαντάει ο Χριστός. Πηγαίνετε στο καλό και να ζήσετε να χαίρεστε τα χρήματά σας που ποτέ δε θα σας λείπουνε. Μετά από τους Αμερικάνους πήγανε οι Τούρκοι και του είπανε : -Χριστούλη μου, ε τι λές; Θέλεις να σ’ελευθερώσουμε από τους Οβραίους με πόλεμο; - Όχι!απαντάει ο Χριστός δεν θέλω και ο πόλεμος πουε να μη σας λείπη. Ύστερα απ’τους Τούρκους πήγανε κι οι Έλληνες. –Έ! Χριστέ, του λένε, θέλεις να σ’ελευτερώσουμε από δώ μέσα με κλεψιά, γιατί την κλεψιά την καταφέρνουμε πολύ καλά!-Καταραμένοι!απάντησε ο Χριστός πηγαίνετε κη το πύρ το εξώτερον και αιωνίες κλέφτες να είστε. Κι ‘ετσι με την ευχή του Χριστού οι Αμερικανοί έχουν τον πλούτο, οι Τούτκοι τον πόλεμο κι οι Έλληνες την κλεψιά.
Τόπος Καταγραφής
ΑιτωλίαΧρόνος καταγραφής
1927Πηγή
Αρ. 867, σελ. 1Α, Δ. Λουκόπουλος, Αιτωλία, 1927Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
867, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT