Ήμουν μικρός, ως δέκα χρονών. Δεν είχε γαίνη ο σιδηρόδρομος μας με την Θεσσαλονίκην. Κινούσαμε με τον Μήτσιον Μάντου ή με τον Ντερντεμένο. Πρώτο βράδυ Μόκραινη, δεύτερο Βοδενά Βέδυ (ύδωρ αιολιστί) τρίτο Γιαννιτσά τέταρτο Θες/νίκη. Ταξιδεύοντας είχα στην πλάτη μου ένα πάπλωμα Έβρεχε γραμμή. Το πάπλωμα είχε γείνη βαρύτατο. Είδα κ’έπαθα ως που να φθάσω ζών εις Θες/νίκην. Στης Μάλτας το χάναι με κατέβασαβ με τα ποδάρια μου ζαρωμένα απ’την πολλή καβάλλα… Με κλειδώνει στο δωμάτιο..Τα μεσάνυχτα καθώς ξύπνησα φωνάζω ‘’μάνα, φέρε λιγάκι νερό!’’ ‘’Τώρα, τώρα, παιδί μου, ακούω και μου λέει μια φωνή και συγχρόνως μια αφοράδα χρεμέτισε σταχούρι. Τότε κατάλαβα ότι δεν είμαι σπίτι μου και με πιάνει διαολεμένος φόβος. Αισθάνομαι κάτινανεβαίνη από τα πόδια μου προς τα πάνω. Κάνω να το γγίξω. Μου φάνηκε σαν αρκούδα. Αρχίζω και γώ σαν τον Παπατσάτσκα το Βασιλεύ Ουράνιε, όλο το Χριστός ανέστη με το ‘’κέντας κέντας μνήμασι κλπ. Κλπ. Σε λιγάκι λευθερώθηκα. Να κι ο Ντερντεμένος ΄΄στράγγαρ-στρούγγαρ’’ ξεκλειδώνει κ’έτσι μούρθεν η καρδιά στον τόπο, μα ο αφαλός μου ακόμα είναι ξεστρεμμένος και φευγάτος.
Τόπος Καταγραφής
ΜακεδονίαΧρόνος καταγραφής
1936Πηγή
Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας, 1936, σελ. 26, Θ. ΠαπαθωμάΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Ημερολόγιο Δυτικής Μακεδονίας, 1936, ΗμερολόγιοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT