Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.authorΛουκάτος, Δημήτριος Σ.
dc.coverage.spatialΚαρδίτσα, Θραψίμι
dc.date.accessioned2016-01-15T11:10:15Z
dc.date.available2016-01-15T11:10:15Z
dc.date.issued1959
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/20.500.11853/297293
dc.languageΕλληνική - Κοινή ελληνική
dc.language.isogre
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
dc.titleΈνας εύζωνας κι ‘γω πήγαμε να κάμμε κολύμπι σ’ ένα ποταμάκι κι αυτός πνίγ’κε. Δε μπόρεσε να τον σώ’ κανείς. Ήρθ’ ένας κολυμπετάς, ήρθε και τον έβγαλε μέσ’από τη γούβα. Ήταν πεθαμένος. Μετά από λίγες μέρες, αυτός βρουκαλάκιασε και πάαινε και κολύμπαε σ’αυτό το μέρος. Και εγώ φύλαγα σκοπός κι άκουσα έναν κρότο, όπως πήδαγε μέσ’στη γούρνα. Στο πρώτο [‘ακουσα, νόμισα ότ’είνι ψάρια. Τη β’ φορά πάλε ψάρ’. Την γ! κοιτάζω, έβγανε φωτιά. Αφού είδα τη λαμπάδα, υποψιάστηκα, αφού ήξερα την ιστορία και φοβήθ’κα. Κι τον βλέπω κι ιρχόταν κατά μένα κι έβγανε φωτιές. Στα 30 μέτρα τον γνώρισα. Σκιάχτ’κα, μα δεν ήξερα τι να κάμω. Φοβήθ’κα, αλλά πώς να φύβγω; Ενθάρυνα όμως, επειδή είχα εξ ακοής, πως άμα είσι ξύπνιος, δε μπορεί να σι κάμ’ κακό. Έλεγα να τον πυροβολήσω, αλλά θα σκωθή το Τάγμα ούλο. Μα κι αν σκάσ’ το τα’φεκι και σκοτωθώ μοναχός μου; Να βγάλω την ξιφολόγχη να τον ξεκοιλιάσ’. Μα πάλι σκια΄ζμ’να. Φεγγάρ-μέρα, στάθηκε μπρός μου αυτός, κοίταζε μένα κι ‘γώ αυτόνα. Πλησίασε στα 10 μέτρα. Βάσταγα το όπλο τρομαγμένος. Κι τη δύναμη δεν την είχα. Έμεινα έτσι. Η θα τον ξεκ’λιάσω (=ξεκοιλιάσω) ή θα πεθάνω. Αλλά αυτός έκανε κανονική μεταβολή κι επήε στη γούρνα κι εβούτηξε. Έβγαλε φωτιά και χάθηκε στη γούρνα. Περίμενα να περάσ’ η ώρα, να μ’αντικαταστήσ’. Δε πέρναγε. Ήρθ’ ο σκοπής μ’άλλαξε, δεν του ‘πα τίποτε. Στ’αντίσκηνο που πήγα, μ’είδαν τα παιδιά σκιαγμένο. Τι έπαθες; Λέει. Μη φοβήθ’κες; -Καλά είμι. Δεν πρόφτασα να καθήσω, βλέπω τον άλλο σκοπό, έρχονταν μαντήλ’ = άαπρος. Μόλις έφτασε πετάχτ’καν έξω, τον ρώτησαν τι έπαθες. Ότ’ έπαθα και ‘γώ. Ο Ηλιόπουλος βρουκολάκιασε! (τι να πω άς ιδή κι άλλος). Μόλις ήρθαν οι γιατροί ν’αναστήσουν τον αναίσθητο, ρώτησαν εμένα και τους είπα (Έβαλα διπλοσκοπούς). Όταν είμαστε ξυπνοί, δε μας τρώει.
dc.typeΠαραδόσειςel
dc.description.drawernumberΠαραδόσεις ΛΖ΄- ΜΕ΄
dc.relation.sourceΛ. Α. αρ. 2301, σελ. 231 – 32, Δ. Λουκάτος, Θραψίμι Καρδίτσης, 1959
dc.relation.sourceindex2301
dc.relation.sourcetypeΑρχείο χειρογράφων
dc.description.bitstreamD_PAA_06011w, D_PAA_06011w2
dc.informant.nameΡουμπής, Χρ.
dc.informant.genderΆνδρας
dc.subject.legendΠαράδοση ΛΖ
dc.informant.informationsΦαντάρος
edm.dataProviderΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.dataProviderHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.providerΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.providerHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.typeTEXT
dc.coverage.geoname260988/Καρδίτσα, Θραψίμι


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

ΑρχείαΜέγεθοςΤύποςΠροβολή

Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο.

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

  • Παραδόσεις
    Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές