Το Κουκούτσ' κ' οι Μοίρες
Είταν μια φορά να ‘ρθούν σ’ ένα σπίτ’ εδώ οι Μοίρες για να μοιράσουν ένα κοριτσάκ’. Συγυρίσαν λοιπόν, βάλαν στο τραπέζ’ τ΄ς δίσκοι με τα γλυκά, καθάρισαν καλά, ήλαμπε το σπίτ’΄από πάστρα. Κάποιος όμως ήφαε ελιές και ξέφυγ’ ένα κουκουτσ’ στη σκάλα κ’ ήμειν’ εκεί. Ρ’θήκαν λοιπόν οι Μοίρες, λέει η μια: «Να γίν’ ωραία», λέει η άλλ’: «Να γίν’ πλούσια», λέει κ’ η τρίτ: «Να γίν’ κουβαντού». Όπως φεύγαν όμως πάτησ’ η μεγάλ’ η Μοίρα το κουκούτσ’ και γλύστρησε. Θύμωσε πολύ. Λέει, «Θα γυρίσω πίσω να το ξαναμοιράσ’ αλλιώς». Κ’ είπε: «Τα παίρνω πίσω κι όταν γίν’ς δεκαεφτά χρονώ, θα πνιγείς σ’ ένα π’γάδ’!». Το φυλάγαν το παιδί καλά όσο μεγάλωνε, χτίσαν και το π’γάδ’ να μην πέσ’. Τ΄ μέρα που ‘γινε δεκαεφτά χρονώ τούχαν κρυμμένο. Ξέφυγε όμως το κορίτσ’ και πήγε στο π’γάδ’, αλλά επειδή είταν χτισμένο και δεν μπορούσε να πέσ’, ήκανε τρεις φορές γύρω γύρω κ’ ήσκασε. Γι’ αυτό προσέχουν να ‘ναι πολύ καθαρό το σπίτ’, όταν ερχόνται οι Μοίρες. [Στη σελ. 432 στ.23 αντί «κουβαντού» γράφε «κουβαρντού», Ρ’θήκαν= Ήρθαν].
Τόπος Καταγραφής
ΤήνοςΧρόνος καταγραφής
1971Πηγή
Αλέκου Ε. Φλωράκη, Τήνος, Αθήνα, 1971, σελ. 432 - 433, αρ. 102Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Τήνος, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT