Κ’ειά που λειτούργα-ν-ό παπά-Σωφρόνιος, παράνυχτα, ημπράαλε (πρόβαλε) μια σέρα (χέρι) που τηθ θυρί(δ)αν του ιερού κ’ ι’ ηφόηθηκεν ο παπάς κ’ι’ ηφώαξε τ’ αφέντη του, που ‘τον κ’ειά κοντά. Κ’ι είπεν του: εν (δεν) ηβόλει να φάσεις το βαγγέλιο και να πο(γ)υρίσεις κ’ειά που ΄τον τα μνήματα, που θελες να το φάσεις, γιατί ήτον λείψανο κ’ι΄ είχεν γκειά χωσμένους άγιους αθρώπους, και θα το (γ)ύριζεν ύστερις και θαρκόνταινε (αρχόντευε). Τις λογχούες που πεθαίναν πρώτα η(δ)ένναν τες με τομ βάτο, για να μην σηκώνουνται πάνω.
Τόπος Καταγραφής
ΚάλυμνοςΧρόνος καταγραφής
1958Πηγή
Γιάννης Ζερβός, Ιστορικά παραμυθολογήματα, προλήψεις, στοιχεία, κακά πνεύματα, παραδόσεις, Δωδεκανησιακό αρχείο 3, Κάλυμνος, 1958, σελ. 253Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Δωδεκανησιακό Αρχείο, 3, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT