Ένας απ’ αυτούς τους Σακελλαροπ’λαίοις κίνησι η ώρα 12 απ’ το Αλώνι από τον Πόρο (4 -5 χιλιόμετρα χαντάκια, ρέματα, διάβα) με το μ’λάρ’ φορτωμένο στάρ’. Όταν έφτασε στην θέση Ξαμ’λιά ( Έξω αμπέλια. Έχει εκεί τραγασές), τούρτε μια θαμπωμάρα, του παρουσιάστ΄κε ένας σκύλος. Του ‘κανε έτσι με το ξύλο εφ’γε. Έπειτ’ από λίγο, μια κλώσσα με τα κοττόπουλα. Μετά, ένα κριάρ’ υπερφυσικό μέγεθος, που ήθελε να τον χτυπήσ’. Είχι την καραμπίνα στον ώμο. Να ρίξου, να μη ρίξου; Μπορεί να σκάσ’ το όπλο πίσω τ’, να μι χτυπήσ’. Ακολουθώντας το δρόμο, έφτασε μέχρι την άκρη του χωριού. Ήταν ησυχία, δεν είχε λαλήσ’ κόκκορας. Άρχισε το σταυρό τ’, πάτερ ημών… βάριε το γάδαρο. Όταν ήρτε στο σπίτι τα’ παρ’σιάστηκε μίνια γυναίκα που τον ακολουθούσι κάθε 6 βήματα. Γυρίζ’ αυτός έκανε τον σταυρό τ’. Έφευγε. Χτυπάει την πόρτα. Ποιος είνι; Φοβόταν να μ’λήσ’, γιατί η γυναίκα ‘κείνη ήταν από κοντά. Ανοίγ’ την πόρτα και βάν’ το όπλο απ’ τη μούχη της πόρτας. Τον κατάλαβε η γυναίκα τ’ και τ’ άνοιξε. Μπήκε μέσα, χωρίς να κρέν’. – Τι να σι κάνω, απ’ θυμήθ’κες το «πιστεύω;» Ειδ’άλλως απόψ’ θα σι μαγείρευα και να ‘χης χάρη πούχις μπαρούτ’ και δε μίλ’σες. Αν μιλούσι θα του ‘παιρνε τη φωνή. Από τότε αυτός ήλιο μ’ ήλιο στο σπίτ’ (δηλ. νωρίς).
Τόπος Καταγραφής
Καρδίτσα, ΡεντίναΧρόνος καταγραφής
1959Πηγή
Λ. Α. αρ. 2301, σελ. 476 – 477, Δ. Λουκάτος, Ρεντίνα Καρδίτσης, 1959Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2301, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT