Εμφάνιση απλής εγγραφής

dc.contributor.authorΝεστορίδης, Κ.
dc.coverage.spatialΛακωνία, Γύθειο
dc.date.accessioned2016-01-15T11:09:37Z
dc.date.available2016-01-15T11:09:37Z
dc.identifier.urihttp://hdl.handle.net/20.500.11853/296411
dc.languageΕλληνική - Λόγια ελληνική
dc.language.isogre
dc.rightsΑναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
dc.rights.urihttps://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el
dc.titleΟ Διάβολος, ο εχθρός παντός καλού, ο αρχηγός του ψεύδους και της απάτης εν Μάνη είναι πολυώνυμος. Ούτως ονομάζεται διάβολος ή διάολος, διάβοτσος, ή διάοτσος, αναθεματισμένος, διάτανος, διάσκαντσος, κατηραμένος, τρισκατάρατος. Ο έχων κέρατα καλείται δικέρης, τρικέρης. Ως μισήν το καλόν μισόκαλος, τριδάκακος, εχθρός. Εκ του χρώματός του ονομάζεται Μαύρος. Κατ’ ευφημισμόν άνεμος, ανεμόγαρος, ο έξω απ’ εδώ η κρενικής ο καλός άνθρωπος. Υβριστικώς καλείται Σκατογένης. Ως αρχηγός των πονηρών πνευμάτων καλείται Βερζεβούλης ή Μπερζεβούλιος ή Εωσφόρος. Αν επωνυμίαι αυταί ελήφθσαν εκ της Αγίας Γραφής. Ούτως ο μεν Βερζεβούλ αναφέρεται εν του Ευαγγελίου ο δε Εωσφόρος εν τη Π.Δ. παρ. Ησαΐα, παρ’ ω λέγεται ότι εξέπενεν από της αγγελικής αυτού θέσεως κ εκλείσθη εις του Τάρταρον. Ο Διάβολος διεγείρει τους ανέμους ιδίως κ τους ανεμοστροβίλους, τους σίφωνος και τούτο πιστεύεται κ εν Αραχώβη.» Ως τοιούτος θεωρούμενος καλείται άνεμος και η κατάρα. Στον άνεμο να πάη ή να τομ πάρ’ ο άνεμος εννοεί τον Διάβολον. Πας τόπος άγριος κι δύσβατος, πάντι λαγκάδα φοβερά και παν σκοτεινόν τη ερεβώδες σπήλαιον είναι κατοικία του Δαίμονος. Ούτως εν των Δήμεν, Μαλευρίου παρά των Πιλάλαν υπάρχει σπήλαιον Βελορίνα καλούμενον, όπερ θερούσιν ως κατοικίαν των δαιμόνων. Όθεν κ εν κατάραις λέγουσι. Να τον πάρου εκείνος που είναι ‘ς τη Βελορίνα. Η μεταξύ Λιβέρδου κ Κονακίου λαγκάδα καλείται του Διαβόλου λαγκάδα. Κατά τον Καρναφών τρομερά δίοδος παρά το Ταίναρον καλείται του Διαβόλου. Πάσης κακής πράξεως αίτιος είναι ο Διάβολος. Όθεν περί ανθρώπων ούτως είναι έτοιμος να διαπράξη κακόντι λέγουσιν ότι τον καβαλλίκεψεν ο διάβολος όταν δε πρόκειται να γίνη έρη και φόνος λέγουσι: τώρα θα χορέψη ο διάβολος. Προς εκτέλεση των διαταγών του μεταχειρίζεται ως υπηρέτης του εν αυτούς, οψ ο λαός παιδιά του Διαβόλου διαβολόπαιδα ονομάζει. Και επειδή δεν γίνονται παιδιά άνευ γυναικός έπλασαν ότι ο διάβολος έχει κ γυναίκα, όθεν λέγεται εν κατάραις, Σ’ του διαόλου τη μάννα. Οι υπηρέται αυτού τα διαβολόπαιδα συνέρχονται κατά πάσαν νύκτα υπό δένδρον, όπου ο αρχηγός αυτών καθήμενος ακούει τα κατορθώματά των. Επειδή δε άνθρωπος τινες εκ φύσεως η ανατροφή είναι κακός και διεστραμμένος λέγονται ότι είναι άνθρωποι του διαβόλου. Και τοιούτος πιστεύονται ξανθότριχες, όθεν και η παροιμία Κόκκινη τρίχα διαβόλου κατοικία. Οι δυστύχημάτι παθόντες οι ανάπηροι πιστεύονται ότι έπαθον υπό του διαβόλου και ες γνώρισμα αυτών εσημείωσαν αυτούς, όπως γιγνώσκωνται ότι ανήκουσιν ες το τάγμα του. Εντεύθεν και η παροιμία: Από σημειωμένους φεύγε και καταριέσου. Ο Διάβολος έχει την δύναμιν να μη λαμβάνη διαφόρους μορφαίς και ιδίως μεταμορφούται ες σκύλον, οι πιστοί αποφεύγουσι προσευχόμενοι. Κατά τον guilletiere ο διάβολος εξήρχετο εκ του παρά το Ταίναρου σπηλαίου καθ’ εκάστην κ κυνήγιος μεταμορφούμενος ες κύνα. Η παράδοσις αυτή φαίνεται ότι διεσώθη εκ της αρχαίας μυθολογίας, καθ’ ων ο Ηρακλής εξήγαγεν εκ του Άδου τον κύνα, τον Κέρβερον. Ο Διάβολος καιτοι μισόκαλλος μισεί και βδελύττεται τους κακούς και τιμωρεί αυτούς μετά θάνατον. Ούτως αρχιερείς τον αποθανών διέταξε να θαψώσι παραυτώ κει την ποιμενικήν ράβδον. Ο νεκροθάφτης, ότε έθελεν αυτήν εν τω θάψω παρετήρησεν ότι ήτο πολύ βαρειά. Την νύκτα μετ’ άλλων μετέβη ες τον τάφον όπως αφαιρέση την ποιμενικήν ράβδον, ήτη έγεμε λιρήν. Αλλ’ ότε ανέσκαψε τον τάφον είδεν αυτή κει οι άλλος δύο διαβόλους καθήμενος επί του νεκρού κ εξάγοντος τα χρήματα εκ της ράβδου και χώνοντας αυτά ες το στόμα του αρχιερέως. Οι βλέποντες ταύτα ανεχώρεσαν έντρομοι. Τα κέρατα του Βεερζεβούλ είναι υπερμεγέθη. Εντός αυτού υπάρχει πίσσα και εν αυτοίς τιμωρούνται οι αμαρτωλοί. Πριν οι δαίμονες εξέλθωσι την νύκτα εκ του Άδου, βυθόζουσι τους αμαρτωλούς ες τον ποταμόν τον πυριγλεγέθοντα προς ασφάλειαν αυτήν. Αλλά εκ την ημέραν εξέρχονται οι δαίμονες, αφού προς τούτο λάβωσι την άδειαν. Τη δύναται ν’ αντιστή κ του διαβόλου τους πειρασμούς. Το δε δύναται να καταβάλη τον πανίσχυρον, κ του εχθρού του ανθρώπου; Οι δε και όμως ευρίσκονται άνθρωποι οίτινες καταβάλλουσι αυτού ή πιστεύονται ότι τον καταβάλλουσιν. Το εξής παραμύθιον μαρτυρεί περί της δυνάμεως την έχουσιν άνθρωποι να καταβάλωσιν αυτόν. Ο καταβαλέν τον διάβολον Μαρούτσος. Δεν είναι πολλά χρόνια αφ’ ότου ο Μαρούτσος από τη Λάγεια ενίκησε το Διάβολο. Ο Μαρούτσος επέστρεφεν από τα Δημαρίστικα ες το χωριό του τη λάγεια. Όταν ανεχώρει είχεν ο ήλιος δύσει. Ες το δρόμο απάντεσε ένα άνθρωπον: «Ώρα καλή σου» του λέγει ο άγνωστος άνθρωπος «Που πηγαίνεις;» - Πηγαίνω ες το χωριό μου. – Να’ ρθω κ’ εγώ; - Έλα. Έτσι μαζύ επήγαιναν κουβεντιάζοντας. Αλλ’ ο δρόμος δεν ετελείωνε. Επήγαιναν και όμως το χωριό δεν εφαίνονταν. Κουράστηκα λέγει ο άγνωστος ες τον Μαρούτσο. Κ’ εγώ κουράστηκα του λέει ο Μαρούτσος. Ε με παίρνεις καβάλλα ή να σε πάρω. – Σε παίρνω του λέει ο Μαρούτσος, αλλ’ ύστερον θα με πάρεις και συ δια να με φέρης ΄ς το χωριό μου. Σε παίρνω. Ο άγνωστος καβαλλίκεψε το Μαρούτσο. Επήγαιναν, επήγαιναν κ ο δρόμος δεν ετελείωνε. Ύστερα από πολλές ώρες έφθασαν ς το Ταίναρο κ’ εκεί ες ένα σπήλαιο κατέβηκε κει αφήκε το Μαρούτσο. Κάθου εδώ του είπε και εγώ θα πάρω υπάγω να σου φέρω κυνήγι να φάμε και έφυγε. Ες το σπήλαιον ευρίσκετο μια γυναίκα, η οποία παρουσιάσθη ς το Μαρούτσο και του λέγει «Βρε καϋμένε, πως βρέθηκες εδώ;» Ξέρεις ποιος κατοικεί; Όχι. Εδώ κατοικεί ο αναθέματος. Και συ πως βρέθηκες εδώ; Αυτός μ’ επήρε και μ’ έφερε και αφ’ ότου εχάθηκα δεν εβγήκα από δω. Άχ! Καϋμένε! Τώρα ο αναθεμάτος. Και συ πως βρέθηκες εδώ; Αυτός μ’ επήρε και μ’ έφερε και αφ’ ότου εχάθηκα δεν εβγήκα από δω. Αχ! Καϋμένε. Τώρα ο αναθεμάτος θα φέρη φίδια, βατράχους, χελώνες και τοιαύται. Θα με διατάξη να τα τεγανίσω, κ θα σου ειπή να φάης από δαύτα, αλλά εσύ να κάμης ότι τρώγεις κ να τα ρίπτης πίσω από την πετσέταν. Ενώ έλεγαν ταύτα έφθασε και ο διάβολος με το κυνήγι του από φίδια, βατράχους… Τα έδωσε ΄ς τη γυναίκα να τα τεγανίση. Εης να τα ετοιμάση η γυναίκα ο διάβολος ωμιλούσε με τον Μαρούτσον. Η γυναίκα έβαλε τάβλα έφερε τα τηγανισθέντα κ εκάθισαν να φάγωσιν. Ο Μαρούτσος έκαμε ότι έτρωγε κ έρριπτε τα φίδια ες τους βατράχους πίσω από την πετσέτα. Αφού έτσι εγλύτωσε ο Μαρούτσος, από το διάβολο. Τι να με φέρης και συ ‘ς το χωριό μου. Τι να με φέρης και συ ΄ς το χωριό μου ο διάβολος με πολλές αφορμές ήθελε να το αποφύγη: αλλά τέλος υπεχώρησε. Θα σε φέρω ‘ς το χωριό, του είπε, αλλά θα μου πής ένα παραμύθι και εν το παραμύθι τελιώνση πριν φθάσουμε ‘ς το χωριό, θα είσαι δικός μου. Ας είναι, είπε ο Μαρούτσος κι εκαβαλλίκεψε το Διάβολο. Όταν ήρχισε το παραμύθι δεν έλεγε άλλο τίποτε παρά Αλαρίδα φαλαρίδα του Μαρούτσου η αρίδα. Και ενώ έλεγε όλο ταύτα, έφθασε ΄ς το χωριό. Αφού κατέβαινε φώναξε το σκύλο του, ο οποίος κατεξέσχισε το Διάβολο κ ούτω τρέμεν πα ξεσχισμένος έγινε ο Διάβολος άφαντος. Ο Μαρούτσος ενίκησε το Διάβολο κι ο σκύλος εξέσχισε αυτόν, διότι κ οι δύο ήσαν γυννωμένοι το Μ. Σάββατο. [ο καλός άνθρωπος= ούτω κ εν Ζακύνθω Schmidt σελ. 176, Σκατογένης= εν Ζακύνθω, χεσμένος αυτώθι σελ. 175, Ησαϊα= Ησαΐα ιδ,12, Αραχώβη= Schmidt αυτώθι σ. 177, Διαβόλου= Catkafou, Bekiniscenes σ. 194, guilletiere= Athenew ancienne et nouvelle σ. 55,]
dc.typeΠαραδόσειςel
dc.description.drawernumberΠαραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄
dc.relation.sourceΑρ. 332, 325, Γύθειο, Νεστορίδης
dc.relation.sourceindex332
dc.relation.sourcetypeΑρχείο χειρογράφων
dc.description.bitstreamD_PAA_05151w, D_PAA_05151w2, D_PAA_05151w3, D_PAA_05151w4, D_PAA_05151w5, D_PAA_05151w6
dc.keyword.personΔιάβολος
dc.subject.legendΠαράδοση ΛΑ
edm.dataProviderΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.dataProviderHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.providerΚέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνώνel
edm.providerHellenic Folklore Research Center, Academy of Athensen
edm.typeTEXT
dc.coverage.geoname258657/Λακωνία, Γύθειο


Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο

ΑρχείαΜέγεθοςΤύποςΠροβολή

Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο.

Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές

  • Παραδόσεις
    Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.

Εμφάνιση απλής εγγραφής

Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές