Διάβολος
Διάολος, δαίμονας, σαϊτάνς, σατανάς, γιούδας, κατσούλης, διάτανος, καϊάφας, τζιρτζιβούλης. Ερμην. «Είναι αι διάφοροι ονομασίας του διαβόλου, αλλά υπό των φιλοθρήσκων και δεισιδαιμόνων δεν λέγονται διότι πιστεύουν ότι ακούην ούτος το όνομά του αμέσως σπεύδει προς εκτέλεσιν κακού, συνηθέστερον λοιπόν ο διάβολος λέγεται: πειρασμός, ανάκαρτος, ανάβαλτος, τρισκατάρατος, ο αξ’ απ’ εδώ, ο μακριά απ’εδώ: ή περιφραστικώς: γαμώ το γόνα τ’, γ. το παλιότσάρχο τ’, σαράντα κορίτσια να τον γαμήσουν και μινο, ανάκρα να μην έχη, όλα ταύτα συνήθως λέγονται, προς αποδιοπομπησίν του διαβόλου.»
Place recorded
Ήπειρος, Ζαγόρι, ΒίτσαRecording year
1893Source
Αρ. 36, σελ. 135, Ήπειρος [Κυρίως Βίτσης Ζαγορίου], Δ. Μ. ΣάρροςCollector
Source index and type
36, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT