dc.contributor.author | Παπαδάκη, Ειρήνη | |
dc.coverage.spatial | Κρήτη, Σητεία | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:09:32Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:09:32Z | |
dc.date.issued | 1939 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/296298 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Οι ζευγάδες του Μοναστηριού εκάνανε μια βολά ζευγάρι στα χωράφια του Μοναστηριού. Εβράδυασε και δεν είχανε ‘ποκαμωμένο το χωράφι κι εκάνανε ίσαμε δυο τρεις ώρες τση νύχτας. – Ναι και ναι, ναι και ναι, να το ποκάμουνε, για γαίρνουνε μεσάνυχτα γοργό στο Μοναστήρι. Ο Γούμενος ήμπηκε στην έγνοια ίντα γενήκανε οι ζευγάδες. Σαν ήρθανε, λέει: - Μπρε, για όνομα του Θεού, είντα ώρα ‘ναι τουτηνιά; - Λέει: Μιαολιά μας επόμεινε και ναι από ‘πά, ναι από κεί, κειονά που σπείρετε από το σπερνό κι ύστερα; - Λέει: Γρωνίζομέ ντο. – Λέει: Την ταχινή απολείτρουγα να πάτε να βάλετε σταλίκια να το ξεχωρίζετε απού τ’ άλλο σπαρμένο. Σαν εξημέρωσε κι επολειτρουηθήκανε, φεύγουνε οι ζευγάδες και πάνε και βάνουνε σταλίκια σε κειονά πούχανε σπαρμένο το Σάββατ’ αργά. Σαν ήρθε ο καιρός του θέρου λέει ο Γούμενος: - Κλουθατέ μου δα να πάμε να θερίσωμε το σπαρμένο. Πάνε και τσι βάνει και θερίζουνε κειονά πούχανε σπαρμένο το Σάββατ’ αργά κι απής τσι βάνει και το βάνουνε χώρια. – Λέει: Κάμετέ το δα θεμωνιά. Σαν το κάμανε θεμωνιά, πάει μοναχός του ο Γούμενος και του διδει φωτιά. – Λέει: Ξανοίγετε δα καλά τη θεμωνιά να δήτε είντα θα δήτε. Εξανοίγανε οι ζευγάδες καλά τη θεμωνιά και σαν εποκαίγουντε μπλιό και λίγαινε ο καπνός, μια κοπανιά θωρούνε έναν όφι και εξετυλιγαδιάζουντονε κι ήβγαινε απάνω και ήβγαινε, ήβγαινε ίσαμε που χάθηκε μέσα στα νέφαλα. – Λέει: Θωρείτε δα; Εκειοσά ο όφις ήτονε ο Όξω από επά κι αλάργω, και ήθελε τον έχομε προζύμι μέσ’ στο σπόρο όλον το χρόνο, γιατί όλες οι σκολοδούλεψες είναι του διαόλου δουλειές μόνο να το κατέχετε κι από ‘πά και πέρα να μην ξαναδουλέψετε Σάββατ’ αργά. [Μοναστήρι= Η μονή Τοπλού, η οποία ελέγετο Τοπλού Μοναστήρι και κατόπιν Μεγάλο Μαναστήρι ή Μαναστήρι μόνον, Ναι και ναι= Φράσις που δίδει θάρρος, σε κείνον που εργάζεται. Δηλ.: Κάνε κι απ’ εδώ λίγο, κάμε κι από κει. | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄ | |
dc.relation.source | Ειρ. Παπαδάκη, Λαογραφικά Σύμμεικτα Σητείας, Επετ. Κρητ. Σπουδ. Β, (1939), σελ. 389 | |
dc.relation.sourceindex | Επετηρίδα Κρητικών Σπουδών, Β | |
dc.relation.sourcetype | Περιοδικό | |
dc.description.notes | Κάτω Πισκοπή | |
dc.description.bitstream | D_PAA_05040w, D_PAA_05040w2 | |
dc.informant.name | Τσαυτάκης, Μανώλης | |
dc.informant.gender | Άνδρας | |
dc.informant.age | 85 | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΛΑ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 6697802/Κρήτη, Σητεία | |