Οι Ρίγλες
Στη Λίντο και στη Λάρτο είχεν κάτι γυναίκες που κα(β)αλλικέβκαν ένα καλάμι κι εγυρίζασιν την νύκτα στα στενά κι επαραφκριούντο που τους αλαφάντες των σπιτιών. Μερικές επααίννασιν και στα μνημόρκια κι εννοί(γ)ασιν των συναποθαμμένων τες κοιλιές, εβκάλλασιν τα σηκώθια, ετη(γ)ανίζαν τα κι ετρώ(γ)αν τα. Ένας Λιντιακός καρδιαλής έπιασεν μιαν που ‘φτές δα, έκοψεν που το φουστάνιν της έναν κομμάτι κι έφηκεν τη να φύ(γ)η. Την άλλην μέρα που το πορνό έδειξεν το κομμάτιν του φουστανιού στον καφενέν κι εγρωνίσαν τη ποια ήταν. [Λίντο= Χωριό, επαραφκριούντο= ωτακουστούσαν, αλαφάντες= καπνοδόχους, μνημόρκια= μνήματα, εγρωνίσαν= εγνώρισαν, ποια ήταν= Στη Λάρτο υπάρχει φράση για τις Ρίγλες και λέγουν σαν θέλουν να βρίσουν καμμιά γυναίκα: «Μωρή, που κάθεσαι στο καλάμι και γυρίζεις τον κόσμο σαν τη Ρίγλα»!]
Τόπος Καταγραφής
ΡόδοςΧρόνος καταγραφής
1939Πηγή
Αναστ. Βρόντη, Ροδιακά, Αθήναι, 1939, σελ. 48 - 49, αρ. 5Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Ροδιακά, Α, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT