Κι οι στρίγγλες πάνε στσι Κουτσουπιές. Μια φορά η μάννα μου, μαζί με μία γειτόνισσα (είναι πεθαμένες τώρα), επηαίνανε στη Γλύφα, κάτω στη θάλασσα, προς τη Λάκκα, για νερό. Βλέπουν από μακριά μια γυναίκα ψηλή στα ολόασπρα. Ήτανε φεγγάρι μεσάνυχτα και ξεγελαστήκανε, πως είναι πρωΐ. Ενομίσανε πως είναι μια γειτόνισσα άλλη, κι επίαινε στην αδερφή της. Της φωνάζουνε λοιπόν: «Μάχη! Μάχη!, κι αυτή προχωρούσε, δεν τους έδωσε απάντησι. Τότες το καταλάβαινε οι γυναίκες πως είναι στρίγγλα, εκάμανε το σταυρό τους κι εγυρίσανε πίσω. Εγυρίσανε με τις ξέστες άδειες στο σπίτι και δεν ξαναπήγανε νύχτα. [ξέστες= στάμνες]
Place recorded
ΠαξοίRecording year
1957Source
Λ. Α. αρ. 2250, σελ. 169, Δ. Λουκάτος, Παξοί, 1957Collector
Source index and type
2250, Αρχείο χειρογράφωνItem type
ΠαραδόσειςTEXT