Της Μανωλιάς το λαγκάδι
Εις απόστασιν δύο περίπου ωρών, προς το Ν.Α. των Πατρών υπάρχει το λαγκάδι της Μανωλιάς ή απλώς η Μανωλιά, η οποία είναι λάμνια (νύμφη) και κατά την λαϊκήν παράδοσιν κατοικεί στη βρύσι που είναι στο λαγκάδι. Παλαιότερα προς η στρωθή η εκείθεν νυν διερχομένη αμαξωτός η άγουσα εις Καλάβρυτα, οι διερχόμενοι νύκτα εκ της θέσεως εκείνης και ιδίως οι αλαφροΐσκιωτοι, (οι οποίοι έχουν την ιδιότητα να βλέπουν τα ξωτικά) έβλεπαν τη Μανώλια που εκαθότανε στη βρύσι κ’ εχτενιζότανε με χρυσό χτένι και έλαμπε σαν ήλιος. ‘Αμα την ήβλεπαν, εκάνανε το σταυρό τους, έλεγαν το «Θεοτόκε Παρθένε» μέσα τους, χωρίς να μιλήσουν για να μην τοις πάρη τη ‘μιλιά κ’ εφεύγανε. Υπάρχει η παράδοσις ότι όποιος ‘μπορέση και της πάρει το χτένι, την κάνει δική του, ως και το μαντήλι της και την έχει σα δούλα και γυναίκα. Λέγεται ότι οι Μαυρομιχαλαίοι είναι όλοι ωραίοι και παληκάργια γιατί ένας πρόπαπός του, αλαφροΐσκιωτος σ’ ένα χορό, που ‘κάνανε η νεράϊδες, άρπαξε μνιανής το μαντήλι και την είχε στο σπίτι του και έκαμε παιδιά ώμορφα και παληκάργια και από ‘κείθε κατάγονται οι Μαυρομιχαλαίοι. Τώρα όμως δεν υπάρχει η Μανωλιά η νεράϊδα, μετά την στρώσιν της αμαξωτού, διότι οι άνθρωποι διέρχονται εκείθεν εφ’ αμάξην ή αυτοκινήτων. Ως κατόπιν εγνώσθη, μερικοί τεμπέληδες Πατρινοί, εκμεταλλευόμενοι την πρόληψιν των χωρικών περί Μανωλιάς, μετέβαινον και εκρύπτοντο εντός του στενού ρεύματος εις βατουκλιαίς, πλησίον της πηγής του νερού, έπερνον και ένα μακρύ καλάμι, του οποίου ετρυπούσαν τους κόμπους με μια μακρυά Τουφεκόβεργα και το μετέβαλον ως σωλήνα και το ετοποθέτουν αυτώς ώστε το ένα μέρος εχώνετο από κάτω από το νερόν της βρύσης, το σώμα του καλαμιού εθάπτετο εις τους εκεί χάλεκας και δια των βάτων ίφθανε το έτερον πέρας εις την κρύπτην των Πατρινών. Οι χωρικοί διερχόμενοι εκείθεν την ημέραν και πιστεύοντες ότι μόνον την νύκτα κρατεί εκεί η Μανωλιά, μετέβαινον αφόβως εις την βρύσιν και ητοιμάζοντο να φάγουν. Άμα έβγαινον τα φαγητά των, οι κρυμμένοι έσκυπτον και εφύσων εις το καλάμι και έκαμνον το νερό να βράζη μετά θορύβου. Οι χωρικοί βλέποντες τούτο και πιστεύοντες ότι προέρχεται από τη Μανωλιά, άφηναν τα πάντα και έφευγαν περίτρομοι. Τότε οι Τεμπέληδες, οι κρυμμένοι, εξήρχοντο της κρύπτης των και έτρωγον τα φαγητά των χωρικών, έπερνον δε και τα κράσια των, τα οποία οι χωρικοί εκ του τρόμου των άφηνον εκεί. Τούτο μοι διηγήθη προ πολλών ετών εις των επιζώντων τότε δραστών τεμπέληδων.
Τόπος Καταγραφής
Αχαΐα, ΠάτραΧρόνος καταγραφής
1910Πηγή
Λ. Α. αρ. 2268, σελ. 941 – 42, Χ. Κορύλλος, Πάτραι – Αχαΐα 'ΗλιςΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
2268, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT