dc.contributor.author | Ζωγράφος, Χρηστάκης | |
dc.coverage.spatial | Άδηλου τόπου | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:09:16Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:09:16Z | |
dc.date.issued | 1896 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/295931 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Μνια φορά ΄τονιε, λέει, έξε βοσκοί, κιαπύτις εβράδειασεν – ε επέψαν ένα να πάη να πάρη ψωμί από το χωριό. Και ‘πάνω ΄κειέ , λέει, ‘ς τη στράτα, ΄ς του Βεκίρη το ‘σώχωριο, είδεν – ε λέει, λάμψες και γύρου γύρου Νεράϊδες και εχορεύγαν – ε, και ‘ς τη μέση ένα Νεράjδο κ’ ήπαιζε τη λύρα. Και ύστερα τος ήλεγε – Δεν γατέχω ‘γώ λύρα. – Όϊ, κατέχεις (εθάργειεν – ε πως ήταν –ε γυναίκες κ’ εχορεύγαν – ε ‘κειά). Και ύστερα τον εβάλαν – ε ‘ς τη μέση και ήκατσε και την έπαιζε και κ’ εχορεύγαν – ε οι Νεράϊδες. Και του ‘διδαν ε με χρυσές κούπες κρασί κ’ ήπινε. Κ’ επίναν εκειά ώστε να ‘που εμεθύσαν – ε. Ύστερα εμισέψαν – ε όλες, εχαθήκαν από ‘μπρος ντου κ’ οι λάμψες και όλες; Κ ύστερα απύτις εχαθήκαν – ε εξάνοιγ’ αυτός, εσηκώθηκε κ’ εγύρευγε ανέ βρή πράμα. Και ηύρηκε έξε του γαϊδάρου νανύχια, και ύστερα το ‘νοιωσε πως ήτον – ε οι κούπες τος ‘κεισά. Κ’ ύστερα ‘γύρευγε πάλι και ηύρηκε πόδια του μπεγιριού, κ’ είχαν από κάτω πέταλα κ’ εθάρρειεν – ε πως ήταν – ε τα παπούτσια ντος. Κ’ ύστερα τα σήκωσε και τα ‘βαλε ‘ς το βούρια ντου, κ’ επήρε κ΄εμίσεψεν – ε. Κ’ ύστερα ‘γύρισ’ από πίσω ντου και είδεν – ε μνια γυναίκα και του ‘κλούθαν – ε και τση ‘πεν –ε. Που θα πας μωρή; Και αυτή του ‘πενε. Γιάνοιξε το βούριά σου να ‘δω είντα βαστάς μέσα; Και του ‘πήραν – ε ΄κειανά που ‘χαν αποκάτω τα πέταλα. Κ’ ύστερα ‘πήγε ‘ς το χωριό κ’ ήβανε δα τάλλα του γαϊδάρου και ‘ς – έ μνια νημέρα ‘θελα τα ‘δη να ‘ναι καταλυμένα, να του βάλη άλλα. Και ύστερα, λέει, εξεβαρέθηκε να καταλυούνται, δεν είχε άλλα κ’ επήγαινε ΄ς τη Χώρα να του κάμη σιδερένια. Κ’ ύστερα, απύτης επήγε ‘ς τη Χώρα, ήρθε ‘παδά και ερρώστησε κ’ εκοίτουντον ένα χρόνο. | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΚΣΤ΄ - ΛΣΤ΄ | |
dc.relation.source | Ζωγράφος Χρηστάκης, Ζωγράφειος αγών, Εν Κωνσταντινουπόλει, τόμος Β,1896, σελ. 62 | |
dc.relation.sourceindex | Ζωγράφειος αγών, τόμος Β | |
dc.relation.sourcetype | Βιβλίο | |
dc.description.bitstream | D_PAA_04667w | |
dc.subject.legendtitle | Νεράϊδες Α | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΚΣΤ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 390903/Άδηλου τόπου | |