Καρπούζα
Κάποια άνοιξη, ο πριονάς του Περτουλιού, βρήκε σε μικροσπηλιά πλάϊ στο πριόνι του, ένα κοριτσάκι. Ο πριονάς που δεν είχε δικά του παιδιά, με χαρά πήρε το μικρό να τ’ αναθρέψει σαν νάταν δικό του παιδί. Το κορίτσι μεγάλωσε. Ένας νειός του χωριού τ’ αγάπησε. Μα ο πατέρας του ποτέ δεν θάβαζε στο σπίτι του ένα μπαστάρδικο. Γι’ αυτό έσπευσε να παντρέψει το γιο του μ’ άλλο κορίτσι. Η κόρη του πριονά κατασυντριμμένη, άφισε το σπίτι ένα δείλι και χάθηκε. Ο πριονάς πουθενά δεν μπόρεσε να τη βρει. Πως μπορούσε να τη βρεί, αφού αυτή είχε τρυπώσει στη σπηλιά της Νεράϊδας, λίγο πιο πάνω από το πριόνι; Εκεί έμεινε χρόνια πολλά τρώγοντας αγριομέλι και αγριόχορτα ώσπου μια μέρα Νεραϊδοποιημένη γριούλα, τη βρήκαν πνιγμένη στο βυρό του ποταμιού απ’ το οποίο τόσες αυγές την είχαν ακούσει να φωνάζει ζητώντας διάφορα πράματα, που της άφιναν κάπου εκεί οι γριές του χωριού και την είχαν ιδεί να λούζηται, έχοντας δεμένο στη μέση ένα μεγάλο νεροκάρπουζο. Από τότε ο βυρός του ποταμιού, πήρε τ’ όνομα «Καρπούζα».
Τόπος Καταγραφής
ΤρίκαλαΧρόνος καταγραφής
1948Πηγή
Αλεξ. Κ. Χατζηγάκη, Παραδόσεις τ' Ασπροποτάμου, Τρίκαλα, 1948, σελ. 78, αρ. 158Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Παραδόσεις τ' Ασπροποτάμου, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT