Καλικάντζαρος (οι) ΄ς Καλικαντζούρι ΄ς Καρκαντ΄ζλι, πονηράς ‘ς εκάθαρτο πνεύματα, περιφερόμενα την νύκτα των δωδεκαημέρον στα τας οικίας δια να μαγαρίσουν τους ανθρώπους. Δια ριωτάν αι γυναίκες στάχτην περί ταις οικείες ίνα μη πλησιάσουν, καίνην παλαιά δέρματα προς τον αυτόν νασεον. Τη 6 Ιαν. πρωί κι χαράζει ‘ς ημέρα φεύγουν, αφού προηγουμένως ουρήσουν εις την τέφραν, ήτις ούτω καθίσταται άχρηστος δια πλύσιμον, ιματήον ή ενανάγικη ραντίζεται δ’ηγιασμένων υδάτων. Φεύγοντα κράζουν ‘’Άντε μας να φύγωμε γιατί έρχεται ο πασάς με τη βρεχτούρα’’. Οι διωμικές μετημφιεσμένη κατά τας ημέρας του δωδεκαημέρου ουδέν άλλο υποδηλώσιν οιμή ότι είναι διώενται απηνές των πονηρών εκείνων πνευμάτων, άτινα τρέπουν εις φυγήν με τας δαιμονώδεις, άτινα τρέπουν εις φυγήν με τας δαιμονιώδεις κεδωνισμούς και τα παλλόμενα ξίφη στα τούτο χάριν ασφαλείας του κοινού, ότ’ όμως δεν ημελού να ζωτούν τα ασφάλιντρα.
Χρόνος καταγραφής
1908Πηγή
Αρ. 422, 96, Ήπειρος και Θεσσαλία, ΑνωνύμουΣυλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
422, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT