Οι Καλλικάντζαροι
Εκ της εν Ικαρία εκδιδόμενης εφημερίδος Νέα Ικαρία (έτος Β’ αρ. 81 της 26 Δεκεμβρίου 1915)αρνόμεθα τας επομένας ειδήσεις περί των φερομένων εν τη νήσω παραδόσεων περί Καλλικαντζάρων και Στριγγλών. Ο τύπος του ονόματος αυτών είναι Καλλιτσαντέροι, όστις είναι άγνωστος αλλαχού της Ελλάδος. (Πρβλ. τας ημετέρας Παραδόσεις σελ. 1242 κε) Παρίστανται δ’ως έχοντες σώμα ανθρώπου, αλλά πόδας και κεφαλήν τράγου. Βλάβας μεγάλας εις τους ανθρώπους δεν προξενούσιν. Έρχονται δ’είς την νήσον ακριβώς το μεσονύκτιον της εορτής των Χριστουγέννων, διαπεραιούμενοι επί φλοιών καρυδιών (καρυδότσοφλα), παραμένουσι δε μέχρι της παραμονής των Φώτων. Κατά την ώραν της ελεύσεως των, όσοι έχουν οξείαν την ακοήν, αν προσέξουν ακούουν εις τας ακτάς της νήσου, κυρίως εις τοις αμμουδιαίς, τοις φωναίς και το αραβαίσι που γίνεται, όταν ανασύρουν τα καίκια των. Κατά το βραχύ διάστημα της διαμονής των εν τη νήσω προξενούν αρκετάς ζημίας και πρώτον μαγαρίζουν τα μέρσινα (μύρτα) και όλους τους εκτεθειμένους καρπούς. Δια τούτο οι Ικάροι δια να φάγουν αυτούς αναγκάζονται να τους πλύνουν επιμελώς, όπως τους αποκαθάρουν από τα μαγαρίσματα των Καλλιτσαντέρων. Έπειτα εισέρχονται εις τας οικίας των χριστιανών από τας καπνοδόχας και αρπάζουν ότι εύρουν, ενδύματα, τροφάς. Πλήν δε των αρπαζομένων τροφίμων, μαγαρίζουν και τα υπόλοιπα δια κρίνεται αναγκαίον να σκεπάζωνται καλώς τα διάφορα δοχεία. Η μεγαλυτέρα δ’όμως καταστροφή, την οποίαν προξενούσιν εις τους Ικαρίους οι Καλλιτσαντέροι, γίνεται εις την ύπαιθρον χώραν. Αρέσκονται εις τας ζωοκλοπίας και ζωοκτονίας. Προτιμούν τα μικρά κατσικάκια, άλλ’ ελλείψει τοιούτων αρπάζουν τράγους, αίγας, βούς και ότι άλλο μείνη έξω των στάβλων κατά τας ημέρας ταύτας. Εννοείται ότι δεν διστάζουν οι Καλλιτσαντέροι να θραύσουν και την συνήθως σαθράν θύραν του στάβλου δια να κλέψουν τράγους και αίγας, όταν σπανίζουν τα θηράματα εν τη υπαίθρω. Τας μεγίστας δε ζημίας επιφέρουν, όταν σπανίζουν τα θηράματα εν τη υπαίθρω. Τας μεγίστας δε ζημίας επιφέρουν, όταν οι κάτοικοι έχουν οικονομικάς δυσφορίας. Όταν εις το νησί υπάρχει πείνα, λιμάσσουν και οι Καλλιτσαντέροι και κάμουν θραύσις εις ότι εύρουν, ενώ εις τα έτη της ευημερίας αρκούνται μόνον να μαγαρίζουν τρόφιμα. Την παραμονήν των Φώτων απέρχονται, αφήνοντες εις την νήσον τα πλοία των, δηλ. τα καρυδότσοφλα, τα οποία τήδε κακείσε ευρίσκονται εσκορπισμένα εις την παραλίαν. Εγκαταλείπουν δε τα πλοία, διότι πάντοτε αναχωρούν εν σπουδή. Λησμονούν την ημέραν των Φώτων και έξαφνα ακούοντες την εξ ουρανού φωνήν <ούτος εστιν ο υιός μου ο αγαπητός, εν ώ ηυδόκησα>διασκορπίζονται και θαλασσώνουν χωρίς καρυδότσοφλα. Ω ς συνάγεται εκ παραδόσεως τινος, την οποίαν αναγράφει η εφημερίς, αι περί Καλλικαντζάρων δοξασίαι και εν Ικαρία, καθώς και αλλαχού της Ελλάδος, συμφύρονται προς τας περί λυκανθρωπίας και τας περί Στριγγλών. Κατά την παράδοσιν ταύτην, προ σαράντα χρόνων κάποιος από το χωρίον Αμάλου, εγκαρδιωθείς μίαν εκ των ημερών τούτων, εξήλθε του οίκου του δια να επιτεθή και εν ανάγκη φονεύση ένα Καλλιτσάντερον. Τω παρουσιάσθη ούτος υπό μορφήν αιγός μεγαλοσώμου, η οποία τον επλησίασεν. Ο Αμαλιώτης δεν έχασε καιρόν. Ήρπασε την αίγα εκ των κεράτων και ενέπηξεν εις τον λαιμόν της το μαυρομάνικο μαχαίρι του, το οποίον είχε προ πολλού αγορασμένο από τη Σμύρνη. Με υπερφυσικήν όμως δύναμιν απωθηθείς υπο των κεράτων της αιγός, ηναγκασθή να εγκαταλείψη αυτήν, τρέχουσαν προς δυσμάς την είδεν ολοφάνερα υπό το φώς της σελήνης να θαλασσώση εις το προς την Μύκονον Ικάριον πέλαγος. Είχε λησμονήση το γεγονός, όταν μετά πέντε χρόνια ο Αμαλιώτης, ταξιδεύσας εις Μύκονον, ως ναύτης ανθρακοφόρου πλοίου, και φιλοξενούμενος είς τίνα οίκον, ανεγνώρισε το μαυρομάνικο μαχαίρι του, με το οποίον η φιλοξενούσα γραία έκοπτε τον άρτον. Η γραία εκείνη, ως έμαθε παρά των Μυκονίων, άλλοτε εστρίγγλιαζε και κατά πάσαν πιθανότητα είχε διαπεραιωθή ως στρίγγλα εις το Αμάλου όπου υπό μορφήν αιγός παραμονεύουσα να κλέψη ή να μαγαρίση τα τρόφιμα του Αμαλιώτη, υπέστη την επίθεσιν αυτού και συναπήγαγεν εις Μύκονον το όπλον του. Η Μύκονος θεωρείται και αλλχού, ως πατρίς των Στριγγλών. (Βλ. Παραδος. Αρ. 826 σελ. 502) Η αναλαβούσα την ανθρωπίνην μορφήν στρίγγλα αναγνωρίζεται εκ του όπλου δι ου επληγώθη. Ο συνήθης τύπος της αναγνωρίσεως εις τας πολυπληθείς ομοίας παραδόσεις άλλων λαών είναι εκ της πληγής, ήν υπό την μορφήν ζώου έλαβον, διατηρουμένης και εις τι ανθρώπινον σώμα. (Βλ. Grimm D. Mythologie σ. 919. F. Liebrecht Des Gervasius v. Tillbury Otia imperialia s. 137 Hertz Der Werwolf σ. 71 κε. Πολίτου Νεολλ. Μυθολ. Σ. 191) [Βλάβας μεγάλας= Και κατά τας παραδόσεις των Σιφνίων ο Καλλικάντζαρος <αντί ποδάρια έχει καλίκια σαν της κατσίκας> (Παραδ. Σελ. 1295) Περί άλλων παραστάσεων τραγοπόδων δαιμόνων βλ. αυτ. σελ. 1215, Έρχονται δ’είς.. Πρβλ. αυτ. σελ. 1290, Παραμένουσι… Παραπλήσια μυθολογούσι και οι Σκιάθιοι. Τα Σκαλικαντζούρια ετοιμάζουν το καράβι τους από την πρώτην ημέραν του σαρανταημέρου, και έρχονται εις την νήσον την νύκτα των Χριστουγέννων, παραμένοντα μέχρι της παραμονής των Θεοφανίων (Παραδ. Αρ. 599 σελ 339) Και εν Οινόη του Πόντου διαπεραιούνται επι λέμβου(Αυτ σελ. 1322)
Place recorded
Άδηλου τόπουRecording year
1918Source
Λαογραφία τόμος ΣΤ', σελ. 262, 1917 – 1918Collector
Source index and type
Λαογραφία, ΣΤ, ΠεριοδικόItem type
ΠαραδόσειςTEXT