Στη Βρύση εν ηννάφταν μόνο καντήλι, παρά ηθυμιάζαν κιόλα και το θυμιαστήρι (δ)εν υπόλειπε που την γόση (κόγχη) που 'ναι (δ)ίπλα στο θολάρι, και το λα(δ)ικο. Κι όψος (όποιος) ηπέρνα-ν-πο κειά για (ή) ηπάαιννε στο νερό κι ήβρισ'σέν το σβυστό, ήνναφτε το καντήλι, γιατί ηφο(β)άτο-ν-τό Στοισειό. Κι ΄ςζουν να πούσι, πως μια-φ-φορά ήπηεν το μεσημέρι μια (γ)υναίκα να (γ)εμίσει κι επει(δ)ής ήτον το καντήλι σβυστό, ηβγάλαν μαύρες βούλλες οι άτσες (γάμπες) της κι όλον της το σώμα κι απο τότες μέραν τημ μέραν ήλυωννεν, ώσπου ηπέθανε.
Τόπος Καταγραφής
ΚάλυμνοςΧρόνος καταγραφής
1958Πηγή
Γιάννης Ζερβός, Ιστορικά παραμυθολογήματα, προλήψεις, στοιχεία, κακά πνεύματα, παραδόσεις, Δωδεκανησιακό αρχείο 3, Κάλυμνος, 1958, σελ. 255-256Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Δωδεκανησιακό Αρχείο, 3, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT