Στοιχείον ή στοισόν (το)= πνεύμα, δαίμων . Οι Κύπριοι χωρικοί πιστεύουν, ότι εκάστη οικία ή τοποθεσία έχει το στοισείον της, το οποίον πολλάκης ταξιδεύει πλανώμενον εις ξένας και μακρυνάς χώρας, επιστρέφον εις των τακτικών του διαμονήν κατά περιόδους. Μέθ’ εκάστην, τοιαύτην επιστροφήν το ‘’στοισείον’’ θα έχη εν θύμα εκ την κατοικούντην εν τω οικία. Εκ της λέζωνης ταύτης γίνεται το ρήμα ‘’στοισώννομαι’’, το οποίον σημαίνει, ότι μετά θάνατον τισερχετα;ι εις το νεκρόν σώμα μου πνεύμα ή στοισείον και εξέρχεται του τάφου ούτω γίνομαι βρυκόλαξ των ευπιστ΄θαν ταύτην των απλαικών εξματαλλεύθησαν πολλάκις εις ανωτέρους χρόνους, πονηρός κλέπται, οι οποίοι μεταμορφούμενοι εις βρυκόλακας ή στοισωμένους ειπέδιον κατά τας νύκτας εις τας οικίας των απλοικωτέρων, ανατρέποντες τα πάντα και ληστεύοντες τας οικίας ενώ οι κάτοικος των οικίων τούτων φομασμένοι έτρεχον ν’απομακρυνθούν, όπως μη έλθον εις επαξήν με τον ‘’στοισωμένον’’, ο οποίος ήτο ενδεχόμενος να τους εξολοθρεύση. Ουχί άπαξ χωρία ολδηλώρα υνέβη να ταραχθούν και να τρομάξουν από εμφαίσεως τοιούτων βρυκολάκων. Σήμερον όμως, ότε η παιδεία υρσήχθε και ο κόσμος εμορφώθη, οι Βρικόλακες εζηλανίσθησαν, μη τολμώντες ν’αντυμετωπίσσουν το θάρρος των ζώντων, οι οποίοι ευκολώτατα δε σκελάμβανον τα τοιαύτα κακά πνεύματα, άνευ φόβον ή τρόμον, και θα τα ετυμώρον εις έδει. Επειδή πιστεύεται ότι ο ‘’στοισειωμένος’’ έχει υπερφυσικήν δύναμην, η λέξις κατήντησε μεταφορ να σημαίνη ισχυρός, δυνατός, το δε ‘’στοισειώννομαι’’ να σημαίνη προλαμβάνω ισχύν, δύναμιν : ‘’αγαιστί τρώει καλά, εσισισ’ εκώθητζεν’’. Έζαμ μοιράσυν τζ’εστοισώθητζεν’’. Ές στοισωμένος άδρωπος’’, ‘’εν στοιχωμένον δεντρόν, σπαρτόν άλογον πλω’’
Τόπος Καταγραφής
Άδηλου τόπουΠηγή
Χωρίς ΠηγήΣυλλογέας
Τύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT