Το στοιχειωμένο σπίτ'
Στα Υστέρνια δουλεύαν κάτ’ εργάτες και το βράδ’ πηγαίναν και κοιμούνταν στον Πύργο. Τ’ ς λέν, <Γιατί δεν κοιμούστε δώ;>. <Μα δεν έχ’>, λέει, <που να μείνουμε>. Λέει, <Πώς δεν έχ’. Είν’ ένα σπίτ’ εδώ, αλλά είναι στοιχειωμένο>. Γελάσαν αυτοί. <Στοιχειά>, λέει, <και τέτοια δεν είναι>. Και πήγαν. Τ’ νύχτα όμως που παίζαν χαρτιά, μαρμαρώσαν ούλ’ και κοιτούσαν πίσω απ’τη bλάτ’ ενού. <Τι ‘ναι, ρε παιδιά ;>, τ’ς ρωτά αυτός. Γυρίζ’ και τι να δεί ; Πίσ’ απ’ τη bλάτη τ’ήστεκε το στοιχειό, ένας παπάς με τα ράσα τ’ και μια μαγκούρα, και τ’ς κοιτούσε. Πήραν δρόμο κι όπου φύγει-φύγ’.
Τόπος Καταγραφής
ΤήνοςΧρόνος καταγραφής
1971Πηγή
Αλέκου Ε. Φλωράκη, Τήνος, Αθήνα, 1971, σελ. 422, αρ. 72Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Τήνος, ΒιβλίοΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT