Στην απάνω βρύση
Για τη βρύση αυτή ειδικώτερα, αλλά και γενικά για όλες τις βρύσες, υπάρχει η παράδοση πως την άφωνη ώρα (άφωνη ώρα ή παριώρα= τα μεσάνυχτα)σταματάνε. Λένε δηλ. πως κοιμάται το νερό. Όποιος τύχει σ’άφωνη ώρα στη βρύση, αυτή δε βγάζει νερό. Έτσι μια γυναίκα κεί που κοιμώταν ξύπνησε μεσάνυχτα κι επειδή έτυχε τότε νάναι φεγγάρι, ενόμισε πως είχε φωτίσει κι επήγε στην απάνω βρύση να πάρη νερό. Έκανε ν’ανοίξη, μα δεν άνοιγε. Το κατάλαβε τότε πως ήταν άφωνη ώρα και το νερό κοιμώταν κι έφυγε. Φεύγοντας, είδε κατόπι χορό πολλούς και χόρευαν. Τους μίλησε, μα κείνοι δεν απάντησαν. Κατάλαβε τότε πως ήταν στοιχειά. – Οι βρύσες λένε πως σταματάνε και το ντάλα μεσημέρι, δηλ. την ώρα του καλοκαιριού που κάνει μεγάλη ζέστη και δε γυρίζει όξω κανείς. Επίσης επικρατεί η πρόληψις πως άμα κανείς πεθάνει μουγκρίζουν τα νερά.
Τόπος Καταγραφής
Αρκαδία, ΓορτυνίαΧρόνος καταγραφής
1930Πηγή
Αρ. 1559, σελ. 32, Χαρίλαος Σακελλαριάδης, Γορτυνία, 1930Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1559, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT