Στοιχειά
Πιστεύεται ενταύθα ότι εκάστη οικία έχει το στοιχειό που την υπερασπίζει. Είναι δηλαδή οικιακός φύλαξ. Έχει μορφήν όφεως ακινδύνου, ουδένα δηλαδή προσβάλλοντος. Ασέβεια μεγάλη θεωρείται το να φονεύση τις τον προστάτην της οικίας οικιακόν όφιν. Και όπως εκάστη οικία έχει το προστατεύον αυτήν και τους ενοικούντας στοιχειό, ομοίως έκαστον χωρίον έχει το προστατεύον αυτό στοιχειό, υπό μορφήν όμως ταύρου παρδαλού. Μεταξύ των στοιχειών των διαφόρων χωρίων συνάπτονται πολλάκις μάχαι πολύωροι. Ενταύθα μάλιστα φέρεται η φήμη ότι κάποτε παλαιότερα <εμάλωσαν το στοιχειό του Βούρβουρα με το στοιχειό του Καστριού> και ότι ενίκησε το στοιχειό του Βούρβουρα, λαβόν γέρας να ρέουν τα ύδατα από τότε και εις το εξής προς το μέρος των Βουρβούρων και όχι προς το Καστρί. Τα στοιχειά των χωρίων τα έχουσιν ίδη πολλοί παλαιότεροι και έχουσιν ομιλήση μαζί των. Εις επίρρωσιν τούτου γράφω την εξής περίεργον παράδοσιν λίαν διαδεδομένην ενταύθα και ως μοί την διηγήθη ο γέρων Κωσταντής Ματζουράνης ή Ψυχογιός ετών 75 και αγράμματος. 1. Ο Βοίλας είχε φίλο το στοιχειό του χωριού. Πήαινε και το χαιρέταε πολλέ βολές. Ναι βολά από τοις πολλές του λέει καλό και άξιο είσαι, αλλά που βρωμάνε σκύλινα τα χνώτα σου. Το στοιχειό δεν αποκρίθηκε, αλλά παίρνει ένα τσεκούρι του το δωκε και του λέει < Δός μου ναι τσεκουριά δώ στην πλάτη μου όσο μπορείς δυνατά>, <Μα ξέρω γω…> λέει ο Βοίλας. Του λέει πάλε το στοιχειό. <Αφού σου λέω γώ… > Σήκωσε το λοιπόν ο Βοίλας το τσεκούρι και του ήφερε ναι τσεκουργιά όσο μπόραε δυνατώτερα τόσο δυνατή που πήε ούλο το τσεκούρι μεσ’ς την πλάτη του… Έ! Χάει τώρα, του είπε το στοιχειό. Έφυε ο Βοίλας και από το φόβο του έκανε τρία χρόνια να πάη να ιδή το στοιχειό. Απάνου στα τρία χρόνια πήε. Ρε καλό ‘ς το φίλο… Δε μου λές γιατί άργησες να ρθής ; -Μα ξέρω γώ… (έκρυβε ότι από τον φόβο του δε πήε). Του λέει το στοιχειό. Για τήρα δώ στην πλάτη μου, κεί που με βάρεσες… Τηράει ο Βοίλας και με χαρά του λέει. Μωρέ μπίτι δε σημαδεύει πλιά! Πάει, πέρασε. – Ναι, φίλε μου, του απαντάει το στοιχειό η πληγή που μου κανες πέρασε, μα ο λόγος που μου είπες ούτε πέρασε, ούτε θα περάση. (Βοίλας= Βουρβουραίος αποθανών προ 42 ετών, Χνώτα σου= Ο πέλεκυς, δι’ ού κόπτουσι ξύλα.) [Μύθος κοινότατος, συμπτυχθείς και εις δημώδεις παροιμίας. Παραλλαγάς αυτού βλ. εν Πολίτου Παροιμ. Δ’ σελ. 35 κε. –Σ. τ. Δ.]
Τόπος Καταγραφής
Αρκαδία, ΚυνουρίαΧρόνος καταγραφής
1914Πηγή
Εμμ. Μαντζουράνης, Λαογραφία Δ', σελ. 466, αρ. Β,Κυνουρία, 1913-1914Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
Λαογραφία, Δ, ΠεριοδικόΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT
Γλώσσα
Ελληνική - Κοινή ελληνικήΣυρτάρι
Παραδόσεις ΙΣΤ΄- ΚΕ΄Κατάταξη παράδοσης (κατά Πολίτη)
Παράδοση ΚΑΤίτλος παράδοσης
ΣτοιχειάΣυλλογές
Εκτός απ 'όπου διευκρινίζεται διαφορετικά, η άδεια αυτού του τεκμηρίου περιγράφεται ως Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές
Σχετικές εγγραφές
Προβολή εγγραφών σχετικών με κείμενο, συλλογέα, δημιουργό και θέματα.