Ο αράπης βόσκων χρήματα
Τα μεσάνυκτα κι’ ακόμη και το μεσημέρι ο αράπης βγαίνει και βόσκει τα λεφτά του εκεί που κρατάει και όποιος ρίξη σκουτί και πλακώση τίποτα κάθεται. Μια φορά λοιπόν μια γυναίκα μάζευε φύλλα και άκουσε σφουρίγματα και είδε από κάτου από την μουργιά να κυλάνε κάτι στρογκυλά γυαλιστερά.Ρίχνει λοιπόν τον σάκκο της και πλάκωσε ένα από δαύτα,κατέβηκε και το πήρε και χάρηκε η άμοιρη αλλά άξαφνα βλέπει έναν αράπη και της λέει : -γιατί μου ‘πιασες το πρόβατο και της έδωκε έναν κατακέφαλο και από τότες έμεινε μουγκή. Πήγε στο σπίτι της και έπεσα του μάκρου και του πλάτου. Φέρανε λοιπόν τον παπά και την διάβαζε τρείς ημέρες και ετσι έγινε καλά και μίλησε.
Τόπος Καταγραφής
Λακωνία, ΣπάρτηΧρόνος καταγραφής
1914Πηγή
Αρ. 1091 Α, σελ. 7, Γ. Ζαλούμης, Σπάρτη, 1914Συλλογέας
Ευρετήριο και είδος πηγής
1091 Α, Αρχείο χειρογράφωνΤύπος τεκμηρίου
ΠαραδόσειςTEXT