Το βουνό του αίματος
Δια την ανάβασιν εις το όρος του Μυρινούντος έχουν την καλοσύνην και την ευχαρίστησιν να με ακολουθήσουν πέντε σύντροφοι. Είνε νέοι, που έχω απολαύση μαζί των αττικά τοπία, άγνωστα όχι μόνον εις τους αθηναίους, αλλά και εις ερευνητάς τοπιογράφους. Μεταξύ αυτών είνε και ο αγαπημένος Βάσος, τον οποίον έχασα ένα χρόνον τώρα εις τας "αισθαντικάς" πορείας. Μόλις εκδηλώνομεν εις το Μαρκόπουλο την επιθυμίαν να ανεύρωμεν εις το βουνό μερικές σπηλιές, - αρκετά δυσχερής υπόθεσις δια πάντα πεζοπόρον, - βλέπομεν εμφανιζόμενον τον αστυνόμον κ. Γκίκαν ευγενέστατον. Πολιτισμένος αξιωματικός. Παρέχει εις την διαθεσίν μας δυο αγροφύλακας. Άλκιμοι άνδρες. Φορούν την ζώνην των με τα φυσέκια και κρεμούν το όπλον εις τον ώμον. Βγαίνομεν από το Μαρκόπουλο δια της οδού προς τον πύργον. Αριστερά μας ανάμεσα σε εληές λευκάζει κάτι. Ο ναός της Ευαγγελιστρίας. Τριάντα φοράς έχω περπατήση εις την περιφέρειαν και τον ναόν δεν είδα. Και όμως είνε μια τοποθεσία, με τον ιδικόν της χαρακτήρα. Ορίστε ύστερα να πής, ότι γνωρίζεις την Αττικήν. Τα χρόνια του Μαθουσάλα αν σου χαρίση ο Θεός, πάλιν δεν θα κατορθώσης να την γνωρίσης με το νί και με το σίγμα. Και όμως είναι αφελείς άνθρωποι, που κτυπούν τα τύμπανα, ότι την εγώρισαν, διότι έκαμαν μερικάς εκδρομάς με γαιδουράκια και αυτοκίνητον. Λοιπόν, εξομολογούμαι, ότι ο αμαθέστερος της Αττικής είμαι εγώ, ο οποίος κατέστρεψα μερικάς εκατοντάδας ζευγάρια παπούτσια δια να συνεχίζω τας πεζοπορείας μου. Περνάμεν από το πηγάδι Κοπρέζα. Χαρακτηριστικόν του: "Νερό πρώτης γραμμής, ανώτερον και από το της Μυρρέντας" Εκείνης το νερό, - από τα καλλίτερα της Αττικής, - κόβει, το του πηγαδιού της Κοπρέζας όχι. Ο κάμπος μικρός και εντός ολίγου φθάνομεν εις τα ριζά του βουνού του Μυρρινούντος. Διαιρείται εις τμήματα, αν και παρουσιάζη την αυτήν ενότητα, όπως ο Υμμητός. Το ανώτερον υψόμετρον του είνε 612 μέτρα. Πηγάς δεν έχει. Κάμνομεν αριστερά και α εβαίνομεν αρκετά μέτρα. Εις κάποιαν πτυχήν του βουνού μας φέρνουν οι δύο αγροφύλακες προς την σπηλιάν "Χόνι λάγκι". Λεκάνη πετρώδης. Η μια πλευρά της προς τας ανατολάς έχει μικράν οπήν, η άλλη προς δυσμάς μεγαλητέραν. Βραχώδες το χώρισμα της δευτέρας εις το μέσον. Το βάθος της αρκετόν. Με μεγάλην δυσκολίαν δύναται τις να κατεβή εις την καταχθόνιον κρύπτην, αλλά ξυπόλητος. Τα λιθάρια, που ερρίξαμε προς το βάθος της με το κατρακύλισμά των μας έδοσαν την εντύπωσιν, ότι επρόκειτο περί μήκους τεσσαράκοντα μέτρων. Οι χωρικοί πιστεύουν, ότι ο υπόγειος αυτός διάδρομος φθάνει έως την Λιάδα, παρά τον βράχον του πύργου, τον οποίον περιέγραψα. Αφίνομεν την ενδιαφέρουσαν σπηλιάν και βαίνομεν δεξιά, δια να πιάσωμεν το μονοπάτι προς την κορυφήν του βουνού, προς το "Καστρί". Αποχαιρετώμεν τους αγροφύλακας και ανηφορίζομεν. Το μονοπάτι έχει κορδελλίτσες, αλλά η ανάβασις είνε αρκετά δυσχερής. Αν και μικρόν το βουνό, απότομον. Προς την κορυφήν του πολλά πεύκα. Και αυτά δεν τα αφίνουν να μεγαλώσουν. Ανεβαίνουν έως εκεί απάνω δια να τα κόψουν. Το οροπέδιον περιβάλλεται από λευκούς ογκόλιθους, αποτελούντας φυσικόν τείχος. Η ανατολική πλευρά του είναι τεχνητώς ωχυρωμένη. Χαμηλόν τείχος, πλάτους περίπου δύο μέτρων, αποτελεί μέγα τόξον. Έχει δύο κενά, χρησιμεύοντα ως θύραι. Τοιούτο το "ταμπούρι" του βουνού Μυρρινούντος, βλέπον προς τον Κουβαρά. Εδωείς την επανάστασιν ημύνοντο οι έλληνες κατά των τούρκων και εξησφάλιζαν την κυριαρχίαν των επι της οροσειράς. Οι βράχοι έχουν τρυπίτσες και το βρόχινο νερό εις αυτάς δροσίζει τα χείλη του αναβάτου. Από το ύψος δοκιμάζει κανείς μιάν από τας πλέον μοναδικάς απολαύσεις της Αττικής, με τον σαρωνικόν προς δυσμάς και τον ευβοικόν προς ανατολάς. Ολόκληρος δε η Μεσογαία κάτωθέν του, από την Κυρτίαν έως την Πεντέλην. Και η φυσιογνωμία της παρουσιάζεται με νέαν , ιδιάζουσαν ωμορφιάν. Η κάθοδος εκ της μεσημβρινής πλευράς προς τον κάμπον του Κουβαρά και των Καλυβίων (του Εννεαπύργου, ως γνωρίζομεν ήδη από την παρούσαν στήλην), είνε δεσχερεστέρα. Κακοτοπιά. Αλλά δεν διαρκεί πολύ. Επί τη πλευράς ταύτης δυτικώς εις ρευματιάν είνε η "Σπηλιά του δράκου". Ανατολικώς άλλη σπηλιά. Άμφοτεραι μεγάλαι δεν είνε. Η πρώτη έχει και ίχνη υδραγωγείου. Εδώ μπορεί να ακούσωμεν την τοπικήν παράδοσιν: H σπηλιά εχρησίμευε ως φωληά ορνέου, το οποίον δεν ήτο απλώς πουλί, αλλά φείδι με φτερά. Δράκος. Το έλεγαν φάλκο (γεράκι). Η σπηλιά έχει το αλβανικόν όνομα "βέρα ντρακό". Τρύπα του δράκου. Εις το βάθος της είνε "πλατεία" με περιφέρειαν δέκα μέτρων. Ανθρώπινα οστά περιέχει. Προέρχονται από τα θύματα του φάλκου. Κάθε Σάββατον κατέβαινε εις την εκκλησίαν του αγίου Γεωργίου, εις τον κάμπον, ανήρπαζε την ωραοτέραν γυναίκα, που ήταν καλλίτερα "αλλαγμένη" και "με περισσότερα ασημικά" την ανέβαζε εις την τρύπαν και την έτρωγε. Τέλος ο άγιος Γεώργιος εφόνευσε τον δράκοντα και ανεκούφισε τον πληθυσμόν. Το τμήμα εκείνο του βουνού φέρει την ονομασίαν "ρίζα γκιάκου" (βουνό του αίματος). Κατεβαίνομεν εις τον κάμπον και πηγαίνομεν εις το άγιον Γεώργιον. Από τας αξιολογοτέρας εκκλησίας της Αττικής. Ελλαιόδενδρα την περιβάλλουν και εκτός του περιβόλου της έχει πηγάδι. Δύο ωραίοι κίονες εις τον νάρθηκα και δύο προ του ιερού. Φεύ! Τους έχουν χρίση με κυανούν ασβεστόχρωμα. Είνε αρκετά μεγάλος ναός και αι τοιχογραφίαι του διαφόρων εποχών. Ο φιλότεχνος θα παραμείνη εκεί ώρας. Αι νεώτεραι τοιχογραφίαι ασθενείς, χάνουσαι εις εντύπωσιν προτών παλαιών, καθώς και ταζωγραφιστά ποκίλματα επί του τέμπλου. Τα παλαιότερα είνε τρισχαριτωμένα. Εις σηκόν του ιερού έχομεν αρίστην εκκλησιαστικήν τέχνην. Παρίσταται ο Χριστός, η Παναγία και ο Ιωάννης ο Θεολόγος με δύο αγγέλους δεξιά και αριστερά. Αρτία σύνθεσις, σχέδιον εγκρατές, χρωματισμοί καλοί, έκφρασις ωραία. Άλλαι παλαιότεραι παραστάσεις έχουν μισοσβυσθή και φαίνεται μόνον η διαγραφή των. Κάλλιστον σχεδίασμα. Εις το νάρθηκα επι της πλευράς της θύρας η Δευτέρα Παρουσία, αρτία διατηρουμένη. Συνήθης παράστασις και εκτέλεσις. Αλλά ένας άγγελος εις αυτήν καλλιτέχνημα. Δια του ελαι’ωνος πηγαόνομεν εις τα Καλύβια (Εννεάπυργον). Συναντώμεν εις την αμαξιτήν κομψότατον φαέθοντα, προερχόμενον από την Κυρτίαν. Επιβαίνουν δύ κυρίαι ασκεπείς και κύριος. Τέτοιαν χαράν, αλλοίμονον, δεν βλέπομεν πλέον εις τας Αυήνας. Με ζαφοριές (κροκούς) είνε στολισμένον το έδαφος του ελαιώνος. Εκεί περνά το ρέμμα, που με μεγάλον κύκλον καταλήγει δια της Μυρρέντας εις το Σόρτι της Βραώνας. Εις την περιφέρειαν έχει διάφορα ονόματα. Ρέμμα, Πέτα, ρέμμα Σαλίμι πηγάδι, ρέμμα Φέτσι (Πρόι-Φέτσι), ρέμμα Σαμάρθι. Εις το Σόρτι είνε τα καλλίτερα αμπέλια της Αττικής, λιπαζόμενα από την ιλύν του ρέμματος. Εις τον δύοντα ήλιον αναπαυόμεθα ολίγον εις την μικράν πλατείαν των Καλυβίων. Έρχονται και μας χαιρετούν φίλοι κάτοικοι. Μιλούμε δι’αρκετά πράγματα, αλλά και δια την σπανακόπητταν, που εγεύθημεν χειμερινήν νύκτα εις το τζάκι του κ.Δημητρίου Γκίνη, από τα χέρια της κυράς του. Θέμα ευχαριστότερον οπωσούν από την τόμπολαν.
dc.contributor.author | Άγνωστος συλλογέας | |
dc.coverage.spatial | Άδηλου τόπου | |
dc.date.accessioned | 2016-01-15T11:08:00Z | |
dc.date.available | 2016-01-15T11:08:00Z | |
dc.date.issued | 1921 | |
dc.identifier.uri | http://hdl.handle.net/20.500.11853/294220 | |
dc.language | Ελληνική - Κοινή ελληνική | |
dc.language.iso | gre | |
dc.rights | Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση-Όχι Παράγωγα Έργα 4.0 Διεθνές | |
dc.rights.uri | https://creativecommons.org/licenses/by-nc-nd/4.0/deed.el | |
dc.title | Δια την ανάβασιν εις το όρος του Μυρινούντος έχουν την καλοσύνην και την ευχαρίστησιν να με ακολουθήσουν πέντε σύντροφοι. Είνε νέοι, που έχω απολαύση μαζί των αττικά τοπία, άγνωστα όχι μόνον εις τους αθηναίους, αλλά και εις ερευνητάς τοπιογράφους. Μεταξύ αυτών είνε και ο αγαπημένος Βάσος, τον οποίον έχασα ένα χρόνον τώρα εις τας "αισθαντικάς" πορείας. Μόλις εκδηλώνομεν εις το Μαρκόπουλο την επιθυμίαν να ανεύρωμεν εις το βουνό μερικές σπηλιές, - αρκετά δυσχερής υπόθεσις δια πάντα πεζοπόρον, - βλέπομεν εμφανιζόμενον τον αστυνόμον κ. Γκίκαν ευγενέστατον. Πολιτισμένος αξιωματικός. Παρέχει εις την διαθεσίν μας δυο αγροφύλακας. Άλκιμοι άνδρες. Φορούν την ζώνην των με τα φυσέκια και κρεμούν το όπλον εις τον ώμον. Βγαίνομεν από το Μαρκόπουλο δια της οδού προς τον πύργον. Αριστερά μας ανάμεσα σε εληές λευκάζει κάτι. Ο ναός της Ευαγγελιστρίας. Τριάντα φοράς έχω περπατήση εις την περιφέρειαν και τον ναόν δεν είδα. Και όμως είνε μια τοποθεσία, με τον ιδικόν της χαρακτήρα. Ορίστε ύστερα να πής, ότι γνωρίζεις την Αττικήν. Τα χρόνια του Μαθουσάλα αν σου χαρίση ο Θεός, πάλιν δεν θα κατορθώσης να την γνωρίσης με το νί και με το σίγμα. Και όμως είναι αφελείς άνθρωποι, που κτυπούν τα τύμπανα, ότι την εγώρισαν, διότι έκαμαν μερικάς εκδρομάς με γαιδουράκια και αυτοκίνητον. Λοιπόν, εξομολογούμαι, ότι ο αμαθέστερος της Αττικής είμαι εγώ, ο οποίος κατέστρεψα μερικάς εκατοντάδας ζευγάρια παπούτσια δια να συνεχίζω τας πεζοπορείας μου. Περνάμεν από το πηγάδι Κοπρέζα. Χαρακτηριστικόν του: "Νερό πρώτης γραμμής, ανώτερον και από το της Μυρρέντας" Εκείνης το νερό, - από τα καλλίτερα της Αττικής, - κόβει, το του πηγαδιού της Κοπρέζας όχι. Ο κάμπος μικρός και εντός ολίγου φθάνομεν εις τα ριζά του βουνού του Μυρρινούντος. Διαιρείται εις τμήματα, αν και παρουσιάζη την αυτήν ενότητα, όπως ο Υμμητός. Το ανώτερον υψόμετρον του είνε 612 μέτρα. Πηγάς δεν έχει. Κάμνομεν αριστερά και α εβαίνομεν αρκετά μέτρα. Εις κάποιαν πτυχήν του βουνού μας φέρνουν οι δύο αγροφύλακες προς την σπηλιάν "Χόνι λάγκι". Λεκάνη πετρώδης. Η μια πλευρά της προς τας ανατολάς έχει μικράν οπήν, η άλλη προς δυσμάς μεγαλητέραν. Βραχώδες το χώρισμα της δευτέρας εις το μέσον. Το βάθος της αρκετόν. Με μεγάλην δυσκολίαν δύναται τις να κατεβή εις την καταχθόνιον κρύπτην, αλλά ξυπόλητος. Τα λιθάρια, που ερρίξαμε προς το βάθος της με το κατρακύλισμά των μας έδοσαν την εντύπωσιν, ότι επρόκειτο περί μήκους τεσσαράκοντα μέτρων. Οι χωρικοί πιστεύουν, ότι ο υπόγειος αυτός διάδρομος φθάνει έως την Λιάδα, παρά τον βράχον του πύργου, τον οποίον περιέγραψα. Αφίνομεν την ενδιαφέρουσαν σπηλιάν και βαίνομεν δεξιά, δια να πιάσωμεν το μονοπάτι προς την κορυφήν του βουνού, προς το "Καστρί". Αποχαιρετώμεν τους αγροφύλακας και ανηφορίζομεν. Το μονοπάτι έχει κορδελλίτσες, αλλά η ανάβασις είνε αρκετά δυσχερής. Αν και μικρόν το βουνό, απότομον. Προς την κορυφήν του πολλά πεύκα. Και αυτά δεν τα αφίνουν να μεγαλώσουν. Ανεβαίνουν έως εκεί απάνω δια να τα κόψουν. Το οροπέδιον περιβάλλεται από λευκούς ογκόλιθους, αποτελούντας φυσικόν τείχος. Η ανατολική πλευρά του είναι τεχνητώς ωχυρωμένη. Χαμηλόν τείχος, πλάτους περίπου δύο μέτρων, αποτελεί μέγα τόξον. Έχει δύο κενά, χρησιμεύοντα ως θύραι. Τοιούτο το "ταμπούρι" του βουνού Μυρρινούντος, βλέπον προς τον Κουβαρά. Εδωείς την επανάστασιν ημύνοντο οι έλληνες κατά των τούρκων και εξησφάλιζαν την κυριαρχίαν των επι της οροσειράς. Οι βράχοι έχουν τρυπίτσες και το βρόχινο νερό εις αυτάς δροσίζει τα χείλη του αναβάτου. Από το ύψος δοκιμάζει κανείς μιάν από τας πλέον μοναδικάς απολαύσεις της Αττικής, με τον σαρωνικόν προς δυσμάς και τον ευβοικόν προς ανατολάς. Ολόκληρος δε η Μεσογαία κάτωθέν του, από την Κυρτίαν έως την Πεντέλην. Και η φυσιογνωμία της παρουσιάζεται με νέαν , ιδιάζουσαν ωμορφιάν. Η κάθοδος εκ της μεσημβρινής πλευράς προς τον κάμπον του Κουβαρά και των Καλυβίων (του Εννεαπύργου, ως γνωρίζομεν ήδη από την παρούσαν στήλην), είνε δεσχερεστέρα. Κακοτοπιά. Αλλά δεν διαρκεί πολύ. Επί τη πλευράς ταύτης δυτικώς εις ρευματιάν είνε η "Σπηλιά του δράκου". Ανατολικώς άλλη σπηλιά. Άμφοτεραι μεγάλαι δεν είνε. Η πρώτη έχει και ίχνη υδραγωγείου. Εδώ μπορεί να ακούσωμεν την τοπικήν παράδοσιν: H σπηλιά εχρησίμευε ως φωληά ορνέου, το οποίον δεν ήτο απλώς πουλί, αλλά φείδι με φτερά. Δράκος. Το έλεγαν φάλκο (γεράκι). Η σπηλιά έχει το αλβανικόν όνομα "βέρα ντρακό". Τρύπα του δράκου. Εις το βάθος της είνε "πλατεία" με περιφέρειαν δέκα μέτρων. Ανθρώπινα οστά περιέχει. Προέρχονται από τα θύματα του φάλκου. Κάθε Σάββατον κατέβαινε εις την εκκλησίαν του αγίου Γεωργίου, εις τον κάμπον, ανήρπαζε την ωραοτέραν γυναίκα, που ήταν καλλίτερα "αλλαγμένη" και "με περισσότερα ασημικά" την ανέβαζε εις την τρύπαν και την έτρωγε. Τέλος ο άγιος Γεώργιος εφόνευσε τον δράκοντα και ανεκούφισε τον πληθυσμόν. Το τμήμα εκείνο του βουνού φέρει την ονομασίαν "ρίζα γκιάκου" (βουνό του αίματος). Κατεβαίνομεν εις τον κάμπον και πηγαίνομεν εις το άγιον Γεώργιον. Από τας αξιολογοτέρας εκκλησίας της Αττικής. Ελλαιόδενδρα την περιβάλλουν και εκτός του περιβόλου της έχει πηγάδι. Δύο ωραίοι κίονες εις τον νάρθηκα και δύο προ του ιερού. Φεύ! Τους έχουν χρίση με κυανούν ασβεστόχρωμα. Είνε αρκετά μεγάλος ναός και αι τοιχογραφίαι του διαφόρων εποχών. Ο φιλότεχνος θα παραμείνη εκεί ώρας. Αι νεώτεραι τοιχογραφίαι ασθενείς, χάνουσαι εις εντύπωσιν προτών παλαιών, καθώς και ταζωγραφιστά ποκίλματα επί του τέμπλου. Τα παλαιότερα είνε τρισχαριτωμένα. Εις σηκόν του ιερού έχομεν αρίστην εκκλησιαστικήν τέχνην. Παρίσταται ο Χριστός, η Παναγία και ο Ιωάννης ο Θεολόγος με δύο αγγέλους δεξιά και αριστερά. Αρτία σύνθεσις, σχέδιον εγκρατές, χρωματισμοί καλοί, έκφρασις ωραία. Άλλαι παλαιότεραι παραστάσεις έχουν μισοσβυσθή και φαίνεται μόνον η διαγραφή των. Κάλλιστον σχεδίασμα. Εις το νάρθηκα επι της πλευράς της θύρας η Δευτέρα Παρουσία, αρτία διατηρουμένη. Συνήθης παράστασις και εκτέλεσις. Αλλά ένας άγγελος εις αυτήν καλλιτέχνημα. Δια του ελαι’ωνος πηγαόνομεν εις τα Καλύβια (Εννεάπυργον). Συναντώμεν εις την αμαξιτήν κομψότατον φαέθοντα, προερχόμενον από την Κυρτίαν. Επιβαίνουν δύ κυρίαι ασκεπείς και κύριος. Τέτοιαν χαράν, αλλοίμονον, δεν βλέπομεν πλέον εις τας Αυήνας. Με ζαφοριές (κροκούς) είνε στολισμένον το έδαφος του ελαιώνος. Εκεί περνά το ρέμμα, που με μεγάλον κύκλον καταλήγει δια της Μυρρέντας εις το Σόρτι της Βραώνας. Εις την περιφέρειαν έχει διάφορα ονόματα. Ρέμμα, Πέτα, ρέμμα Σαλίμι πηγάδι, ρέμμα Φέτσι (Πρόι-Φέτσι), ρέμμα Σαμάρθι. Εις το Σόρτι είνε τα καλλίτερα αμπέλια της Αττικής, λιπαζόμενα από την ιλύν του ρέμματος. Εις τον δύοντα ήλιον αναπαυόμεθα ολίγον εις την μικράν πλατείαν των Καλυβίων. Έρχονται και μας χαιρετούν φίλοι κάτοικοι. Μιλούμε δι’αρκετά πράγματα, αλλά και δια την σπανακόπητταν, που εγεύθημεν χειμερινήν νύκτα εις το τζάκι του κ.Δημητρίου Γκίνη, από τα χέρια της κυράς του. Θέμα ευχαριστότερον οπωσούν από την τόμπολαν. | |
dc.type | Παραδόσεις | el |
dc.description.drawernumber | Παραδόσεις ΙΣΤ΄- ΚΕ΄ | |
dc.relation.source | Εφημ. Εμπρός, 20 Οκτωμβρίου 1921 | |
dc.relation.sourceindex | Εμπρός, 1921 | |
dc.relation.sourcetype | Εφημερίδα | |
dc.description.bitstream | D_PAA_02952w | |
dc.subject.legendtitle | Το βουνό του αίματος | |
dc.subject.legend | Παράδοση ΙΗ | |
edm.dataProvider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.dataProvider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.provider | Κέντρον Ερεύνης της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών | el |
edm.provider | Hellenic Folklore Research Center, Academy of Athens | en |
edm.type | TEXT | |
dc.coverage.geoname | 390903/Άδηλου τόπου |
Αρχεία σε αυτό το τεκμήριο
Αρχεία | Μέγεθος | Τύπος | Προβολή |
---|---|---|---|
Δεν υπάρχουν αρχεία που να σχετίζονται με αυτό το τεκμήριο. |
Αυτό το τεκμήριο εμφανίζεται στις ακόλουθες συλλογές
-
Παραδόσεις
Παραδόσεις ή θρύλοι λέγονται οι λαϊκές προφορικές διηγήσεις που συνδέονται με συγκεκριμένους τόπους, χρόνους και χαρακτήρες, και θεωρούνται αληθινές.